Μπάμπης Συριόπουλος
▸ Η άγρια αστυνομική επίθεση στη συγκέντρωση στα Προπύλαια θέτει ανώτερες προκλήσεις και στο ΚΚΕ
Η φετινή 17η Νοέμβρη ήταν μια δοκιμασία για τις δυνάμεις της αριστεράς και του κινήματος, για τα αντανακλαστικά τους αυτή την εμβληματική επέτειο. Η κυβέρνηση, σε μια περίοδο ολομέτωπης αστικής επίθεσης σε κατακτήσεις δεκαετιών, πέταξε το γάντι της απαγόρευσης οποιασδήποτε συνάθροισης. Το ΚΚΕ σήκωσε το γάντι, οργανώνοντας -τις πιο πολλές φορές- συμβολικές κινητοποιήσεις και πολύμορφες δραστηριότητες σε πόλεις και γειτονιές. Η συγκέντρωση στα Προπύλαια από δυνάμεις του ΚΚΕ χτυπήθηκε άγρια από την αστυνομία. Η κυβέρνηση δεν έδειξε καμιά διάθεση ανοχής, παρότι, όπως ειπώθηκε από στελέχη του ΚΚΕ, είχε συμφωνηθεί η αποχώρηση των διαδηλωτών, με την αστυνομία να κτυπά ενώ αποχωρούσαν συντεταγμένα.
Η περίφημη «ενότητα της αριστεράς», συχνά πρόσχημα για την ενσωμάτωσή της στο αστικό πλαίσιο, έγινε την Τρίτη πράξη με έναν ιδιόμορφο τρόπο. Η μαχόμενη αριστερά, σωματεία και πρωτοπορίες του μαζικού κινήματος με σημαντικό ρόλο της ανυπόταχτης νεο-
λαίας, συνέβαλλαν στο σπάσιμο της χουντικού τύπου απαγόρευσης. Αυτή η αγωνιστική, εν δυνάμει ανατρεπτική, συμπόρευση στον δρόμο, είναι μια σημαντική παρακαταθήκη και δείχνει προς μια αντίθετη κατεύθυνση από τη δεξιόστροφη «ενότητα στο μίνιμουμ», που έχουμε δει τόσες φορές στο παρελθόν με ολέθρια για τον λαό αποτελέσματα. Παρά την έλλειψη ενός αγωνιστικού συντονισμού, ήταν φανερή και η αλληλεγγύη απέναντι στη βάρβαρη αστυνομική καταστολή, όπως έδειξε και η ανακοίνωση της ΚΟΒ Σεπολίων του ΚΚΕ για «τους ξυλοδαρμούς και τις συλλήψεις μελών της ΑΝΤΑΡΣΥΑ» στη γειτονιά.
Τα δημοκρατικά δικαιώματα, οι λαϊκές ελευθερίες –ακόμα και στο πλαίσιο της αστικής δημοκρατίας– αποτυπώνουν τους αγώνες του λαϊκού κινήματος. Η αστική δημοκρατία επιδιώκει να καταργήσει, ψαλιδίσει ή καταστήσει εικονικά τα όποια δημοκρατικά της στοιχεία· εξάλλου ποτέ δεν αισθανόταν άνετα μαζί τους. Ο ολοκληρωτικός καπιταλισμός της εποχής μας τα αντιμετωπίζει σαν φραγμούς στην κερδοφορία του κεφαλαίου. Η πάλη για «δημοκρατία γενικά» είναι ουσιαστικό στοιχείο του εργατικού και του αντικαπιταλιστικού αγώνα και οι κομμουνιστές δεν χρειάζεται να την βλέπουν με επιφύλαξη, σε αντίθεση με την «εθνική κυριαρχία γενικά» που οδηγεί στην αγκαλιά της αστικής πολιτικής.Η αναγκαία απάντηση στη χουντικής έμπνευσης απαγόρευση προφανώς έπρεπε να έχει τα πιο πλατιά ενωτικά αγωνιστικά χαρακτηριστικά και μάλιστα στην κατεύθυνση της έμπρακτης αναίρεσης της απαγόρευσης. Το κείμενο υπογραφών, με πρωτοβουλία του ΚΚΕ, καταδίκης «της αυταρχικής απόφασης της κυβέρνησης για την απαγόρευση του αγωνιστικού γιορτασμού της 17ης Νοέμβρη» ήταν σε θετική κατεύθυνση αν και δεν καλούσε σε απειθαρχία. Αρχικά παρουσιάστηκε ως κείμενο υπογραφών για συνδικαλιστές, δικηγόρους, γιατρούς κ.ά., και συνάντησε την αποδοχή συνδικαλιστών και αγωνιστών της αντικαπιταλιστικής αριστεράς. Ωστόσο στη συνέχεια ζητήθηκαν και μπήκαν οι υπογραφές σύσσωμων των κοινοβουλευτικών ομάδων του ΜέΡΑ25 και του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ ζητήθηκαν ακόμα και οι υπογραφές του ΚΙΝΑΛ. Η μετατροπή ενός κειμένου αντίθεσης στην απαγόρευση, ανθρώπων του κινήματος και της αριστεράς σε μέσο κοινοβουλευτικής σύμπραξης κορυφής υπονόμευσε τον αρχικό του χαρακτήρα και οδήγησε σε απόσυρση υπογραφών από αγωνιστές της αντικαπιταλιστικής αριστεράς.
Τελικά, η ενωτική απάντηση στην απαγόρευση δόθηκε από τους χιλιάδες αγωνιστές σ’ όλη την Ελλάδα που κατέβηκαν στον δρόμο, αψηφώντας τις ορδές της ΕΛΑΣ.Η αστική τάξη και οι κυβερνήσεις της επιδιώκουν να εξοβελίσουν σε μια ζώνη παρανομίας ή ημιπαρανομίας συλλογικές δράσεις που μέχρι τώρα διεξάγονταν υποτίθεται νόμιμα και θεσμικά (συνήθως). Συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις, συνελεύσεις και απεργίες σωματείων που ήταν μέρος της «κανονικότητας», τώρα απροκάλυπτα τίθενται εκτός πλαισίου. Ο νόμος για τις διαδηλώσεις και το νομοσχέδιο για τα εργασιακά (σε συνέχεια του αντίστοιχου του ΣΥΡΙΖΑ) είναι κομβικά σ’ αυτό το σχέδιο. Οι δυνάμεις της αριστεράς και του κινήματος καλούνται να επιλέξουν ανάμεσα σε δυο δρόμους. Ο πρώτος είναι αυτός των «φρόνιμων» κινητοποιήσεων, των συμβολικών «κομματικών» δράσεων με την άδεια ή την ανοχή των αρχών, καθώς και οι κοινοβουλευτικές διαμαρτυρίες και συμπράξεις. Ο δεύτερος δρόμος είναι αυτός της κοινής δράσης των δυνάμεων της αριστεράς και του κινήματος σε κατεύθυνση ανατροπής, για πραγματικούς μαζικούς νικηφόρους αγώνες. Η σημερινή συγκυρία δεν επιτρέπει ταλαντεύσεις στους κομμουνιστές.