Μπάμπης Συριόπουλος
▸Μετά από μήνες όξυνσης της ελληνοτουρκικής αντιπαράθεσης, οι ελπίδες της κυβέρνησης ότι θα συγκροτούνταν ένα μέτωπο, πολιτικό και στρατιωτικό, που θα συγκρουόταν ευθέως με την Τουρκία για τις φιλοδοξίες της ελληνικής αστικής τάξης, μάλλον αποδεικνύονται μάταιες — προς το παρόν. Ενδεικτικά, στο αίτημα του υπουργού Εξωτερικών, Νίκου Δένδια, προς τη Γερμανία να σταματήσει τις εξαγωγές όπλων προς την Τουρκία, το Βερολίνο απάντησε ότι ήδη είναι «σε πολύ χαμηλό επίπεδο» – έστω κι αν η Τουρκία ήταν, το 2018 και το 2019, ο σημαντικότερος προορισμός των γερμανικών εξαγωγών όπλων (συναρμολόγηση 6 υποβρυχίων με γερμανικά εξαρτήματα).
Η δε συνάντηση Δένδια με τον Ρώσο ομόλογό του, Σεργκέι Λαβρόφ, κατέληξε σε γενικόλογες δηλώσεις επιβεβαίωσης της ελληνορωσικής φιλίας και της «αμοιβαία επωφελούς συνεργασίας». Ο τελευταίος είπε, μάλιστα, στο ΑΠΕ ότι η Ρωσία ακολουθεί το Δίκαιο της θάλασσας (όπως λένε όλοι εξάλλου) και ότι «κάθε κράτος έχει το κυρίαρχο δικαίωμα να καθορίσει το εύρος των χωρικών υδάτων του έως τα 12 ναυτικά μίλια», σημειώνοντας όμως ότι «την ίδια στιγμή, σε ορισμένες περιπτώσεις, οι χώρες για κάποιους λόγους καθορίζουν τα χωρικά ύδατα μικρότερου εύρους». Τόνισε, επίσης, ότι «η Ρωσία τάσσεται υπέρ της διευθέτησης κάθε διαφοράς αποκλειστικά μέσω του πολιτικού διαλόγου, της οικοδόμησης μέτρων εμπιστοσύνης, της αναζήτησης αμοιβαία αποδεκτών λύσεων με βάση τους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου». Ο Ρώσος αξιωματούχος απέφυγε ξεκάθαρα να υποστηρίξει τις θέσεις της Αθήνας, επαναλαμβάνοντας τα αυτονόητα. Κάτι που επιβάλλουν οι ισορροπίες της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής, καθώς, σύμφωνα με τον Λαβρόφ, «Ρωσία και Τουρκία εργάζονται για τη διευθέτηση των συγκρούσεων σε όλες τις εστίες έντασης», δηλαδή στο Ναγκόρνο Καραμπάχ, στη Συρία και στη Λιβύη, παρ’ ότι οι θέσεις των δύο χωρών, όπως είπε, «μπορεί να διαφέρουν σημαντικά».
Γερμανία, Ρωσία, Γαλλία, ΕΕ και ΗΠΑ έχουν τις δικές τους αντιπαραθέσεις, αλλά και οικονομικές και πολιτικές σχέσεις συνεργασίας με την Τουρκία. Δεν θα συγκρουστούν μαζί της οικονομικά και, πολύ περισσότερο, στρατιωτικά για τις φιλοδοξίες της ελληνικής αστικής τάξης στις θαλάσσιες ζώνες στην Ανατ. Μεσόγειο. Εν μέσω πολύπλευρης κρίσης έχουν άλλες προτεραιότητες. Ως συνέπεια, η ελληνική κυβέρνηση προς το παρόν αναδιπλώνεται μετά τη διάψευση των προσδοκιών της. Έτσι, τη δήλωση του υπουργού Επικρατείας, Γιώργου Γεραπετρίτη, για την ελληνική «κόκκινη γραμμή» που περιορίζεται στα «εθνικά χωρικά ύδατα, τα οποία είναι σήμερα προσδιορισμένα στα 6 ναυτικά μίλια» ακολούθησαν οι κατηγορίες του Μιχάλη Χρυσοχοΐδη προς τον ΣΥΡΙΖΑ ότι «επιστρατεύει εθνικισμό με τα 12 μίλια».
Βεβαίως, στη συζήτηση στη Βουλή για τον πτωχευτικό νόμο, ο Αλέξης Τσίπρας απέρριψε την κατηγορία για εθνικισμό, με το επιχείρημα πως «οι εθνικιστές και ο εθνικισμός διαχρονικά σε αυτό το τόπο κατοικοεδρεύουν, ανθίζουν και αναπτύσσονται στη δικιά σας παράταξη» αναφερόμενος στη ΝΔ. Ωστόσο, η αλήθεια είναι πως ο εθνικισμός δεν είναι αποκλειστικό προνόμιο των δεξιών και ακροδεξιών κομμάτων, διαπερνάει όλα τα αστικά κόμματα ακριβώς γιατί είναι τέτοια, με όλες του τις αποχρώσεις. Η ελληνική αστική τάξη ακολουθεί, άλλωστε, εδώ και δεκαετίες μια επεκτατική, επικίνδυνη και ανεδαφική όπως φαίνεται πολιτική για τον καθορισμό θαλάσσιων ζωνών. Οι επιδιώξεις αυτές την οδηγούν στην ευθυγράμμιση με τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς των ΕΕ, ΝΑΤΟ και στους άξονες με Κύπρο, Ισραήλ, Αίγυπτο και αντιδραστικά αραβικά καθεστώτα. Η όποια διάψευση των προσδοκιών της δε, την οδηγεί σε ακόμα μεγαλύτερη πρόσδεση στις παραπάνω δυνάμεις.
Αυτός ο φαύλος κύκλος δεν έχει καμιά σχέση με τη λαϊκή κυριαρχία του «έθνους των εργαζομένων» που καταπατάται από τους «συμμάχους» κι όχι από τον «εχθρό». Το ΚΚΕ είαι γεγονός ότι απορρίπτει την πρόταση για άμεση επέκταση στα 12 μίλια νότια και ανατολικά της Κρήτης. Ωστόσο, δεν φτάνει αυτό. Το ερώτημα που χρειάζεται ν’ απαντηθεί είναι ποιο το όφελος της εργατικής τάξης της Ελλάδας από αυτή την επέκταση στη ζωή της, στα δικαιώματα και την αξιοπρέπειά της. Ο ΣΥΡΙΖΑ δείχνει το δρόμο της ταυτόχρονης υποταγής στο ευρωνατοϊκό κέντρο και στον ελληνικό εθνικισμό. Ο δρόμος για την αριστερά και τους εργαζόμενους είναι ο διαχωρισμός από την αστική πολιτική σε όλα τα πεδία.