Ιάσονας Μαρκάτος
▸Τα πρόσφατα γεγονότα στην ΑΣΟΕΕ ούτε είναι απλά και μόνο «θέμα αισθητικής», ούτε εντάσσονται σε εύκολα σχήματα του στυλ: «όταν συνηθίζεις το τέρας, αρχίζεις να του μοιάζεις». Οι πρακτικές ταπείνωσης και εξευτελισμού του πολιτικού αντιπάλου δεν ανήκουν στο στρατόπεδο των δυνάμεων της ταξικής χειραφέτησης, αλλά ανήκουν ξεκάθαρα στο αντίπαλο στρατόπεδο. Άλλωστε η ιστορία του κινήματος ειδικά στην Ελλάδα, είναι πλούσια από τέτοια παραδείγματα αστικού τύπου βίας, όπως η διαπόμπευση ως «τρόπαια» των νεκρών ανταρτών ή η περιφορά κουρεμένων νέων με την ταμπέλα «είμαι τεντυμπόης» από το μετεμφυλιακό κράτος της δεξιάς.
Το ζήτημα όμως της επίθεσης στον πρύτανη της ΑΣΟΕΕ δεν εξαντλείται εδώ. Υπήρχαν, υπάρχουν και θα συνεχίσουν να υπάρχουν οι χρήσιμοι ηλίθιοι, οι επικίνδυνοι ηλίθιοι και οι πληρωμένοι ηλίθιοι. Το ποιος ηλίθιος επιστρατεύεται κάθε φορά για να επιτελέσει ένα έργο λίγο μετράει, αφού το αποτέλεσμα θα είναι το ίδιο. Από χθες έχουμε ένα κρεσέντο επίθεσης από κυβερνητικά στελέχη και ΜΜΕ που σαν έτοιμοι από καιρό ξερνάνε την χολή τους ενάντια σε ότι μισούν: τις καταλήψεις, τους νεολαιίστικους αγώνες, το άσυλο. Τέτοιες ενέργειες πολύ απλά είναι βούτυρο στο ψωμί τους.
Όταν η βία μετατρέπεται από μέσο σε (αυτο)σκοπό, όχι μόνο χάνει κάθε νόημα αλλά μπορεί πλέον να στραφεί μόνο εναντίον του κόσμου του αγώνα
Όταν η βία μετατρέπεται από μέσο σε (αυτο)σκοπό, όταν δηλαδή η οργανωμένη συλλογική επαναστατική αντιβία συρρικνώνεται σε ατομική τρομοκρατία – αυτή όχι μόνο χάνει κάθε νόημα αλλά μπορεί πλέον να στραφεί μόνο εναντίον του κόσμου του αγώνα. Είτε λέγεται άλλοθι για την κοινωνική νομιμοποίηση της κρατικής καταστολής, είτε λέγεται ευθεία επίθεση σε αγωνιστές από ομάδες τυφλής βίας, είτε λέγεται ιδιοκτησιακή-μικροαστική αντίληψη των κινηματικών διεργασιών (για να θυμίσουμε ενδεικτικά και τη στάση παρεμφερών ομάδων στον τριήμερο εορτασμό του Πολυτεχνείου αλλά και τις τραμπούκικες επιθέσεις σε αγωνιστές.).
Προσοχή όμως. Με αυτούς τους [choose your fighter] ηλίθιους θα διαχωριστούμε εμείς, για να μην αφήσουμε το κράτος να το κάνει. Γιατί άμα ξεκινήσουμε να μιλάμε τη γλώσσα του “καλού” και του “κακού” διαδηλωτή, του “ειρηνικού” και του “βίαιου”, του “φοιτητή” και του “εξωπανεπιστημιακού” να είμαστε σίγουροι και σίγουρες πως θα βρεθούμε πολύ γρήγορα στην αντίπερα όχθη με τη βάρκα που χτίσαμε εμείς. Το μαζικό, λαϊκό κίνημα μέσα από τις δικές του διαδικασίες οφείλει να αναμετρηθεί αποφασιστικά με τη φετιχοποίηση της βίας, ακριβώς γιατί τα μέσα πρέπει να υποτάσσονται στο σκοπό και όχι γιατί το ίδιο πρέπει να υποτάσσεται στο κράτος.