Γεράσιμος Λιβιτσάνος
▸ «Δεν μιλάω για εθνικοποίηση, για παραβίαση των κανόνων του ESM»
Η αξιωματική αντιπολίτευση το επόμενο διάστημα θα κινηθεί στην κατεύθυνση της αντίθεσης προς την κυβέρνηση, οριοθετώντας όμως με σαφήνεια την πολιτική της, όχι μόνον εντός των ορίων του συστήματος και της ανάγκης διατήρησης του καπιταλιστικού κέρδους αλλά και εντός των «ευρωπαϊκών κανόνων». Ενδεικτική για τα όρια του ΣΥΡΙΖΑ ήταν η συνέντευξη που παραχώρησε ο Αλέξης Τσίπρας στη Θεσσαλονίκη την Κυριακή. Ξεκαθάρισε με σαφήνεια ότι το σύνολο των πολιτικών του προτάσεων, αν και –όπως υποστήριξε– διαφοροποιείται από αυτό της Νέας Δημοκρατίας, θα κινηθεί σε σαφή πλαίσια: την ανάγκη για κερδοφορία των επιχειρήσεων ως κριτήριο ανάπτυξης και την προσαρμογή στους κανόνες που έχει ορίσει η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι οργανισμοί της. Όπως δήλωσε ο Αλέξης Τσίπρας, «θα ήταν ανεύθυνο να ζητήσω εκλογές όσο διαρκεί η πανδημία και η κρίση στα ελληνοτουρκικά».
Η χρεοκοπημένη αυτή λογική «ανοχής», βέβαια, δίνει άπλετο χώρο στη ΝΔ για τη διαχείριση των διαδοχικών κρίσεων με βάση το νεοφιλελεύθερο μοντέλο.
Χαρακτηριστικό ήταν το σχόλιο του Α. Τσίπρα σχετικά με την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για την αξιοποίηση των μετοχών του δημοσίου, προκειμένου να λειτουργήσει αναπτυξιακά μία από τις συστημικές τράπεζες. Όπως διευκρίνισε, «δεν μιλάω για εθνικοποίηση, δεν μιλάω για παραβίαση των κανόνων του ESM, μιλάω για την εφαρμογή των κανόνων όπως γίνεται σε όλες τις άλλες χώρες». Σημείωσε, μάλιστα, πως δεν υπάρχει ευρωπαϊκή χώρα «που να μην έχει ισχυρή αναπτυξιακή τράπεζα. Μάλιστα, όσον αφορά την αντίθεση που υπάρχει με την Νέα Δημοκρατία, υποστήριξε πως «πιέζει τους τραπεζίτες διαρκώς “βάλτε αυτόν”, “βάλτε εκείνον”. Με τι κριτήρια; Πελατειακά». Αντίθετα, σημείωσε, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ζητά «να υπάρχει ισχυρός ρόλος του δημοσίου στο τραπεζικό σύστημα, μέσω της αναπτυξιακής και μιας συστημικής τράπεζας», αλλά… «με κανόνες». Παράλληλα, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ ξεκαθάρισε ότι είναι ζητούμενο η κερδοφορία και η παραγωγικότητα των επιχειρήσεων. Υποστήριξε, όμως, πως «καμία επιχείρηση δεν μπορεί να είναι παραγωγική, αν ο εργαζόμενος δεν έχει δικαιώματα και δεν αισθάνεται άνετα για να είναι παραγωγικός. Αυτή είναι η βασική, η ιδεολογική διαφορά, ξέρετε, που έχουμε με τους νεοφιλελεύθερους και με τον κ. Μητσοτάκη. Είναι κρίσιμη διαφορά ανάμεσα στις δυνάμεις της Αριστεράς και της Δεξιάς, τις δυνάμεις της συντήρησης και τις δυνάμεις της προόδου». Με βάση αυτό, επισήμανε ότι τάσσεται κατά της μείωσης του κόστους εργασίας για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας. Χωρίς, φυσικά, καμία αναφορά στην ανάγκη αναπλήρωσης του χαμένου εισοδήματος των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων από τα πολυετή μνημόνια που εφάρμοσαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις και αυτή του ΣΥΡΙΖΑ. Χαρακτηριστική ήταν η απουσία αναφοράς στις συλλογικές συμβάσεις εργασίας.
Συνολικά, ο Α. Τσίπρας πρόκρινε ως πολιτική πρόταση ένα υβριδικό κεϊνσιανό μοντέλο λέγοντας: «Όταν ήρθε η πανδημία, τι να κάνουμε, είτε νεοφιλελεύθεροι είτε κρατιστές είτε πλούσιοι είτε φτωχοί, όλοι στο δημόσιο νοσοκομείο πήγαμε για να σωθούμε. Όλοι. Όταν προέκυψε οικονομική κρίση, μετά την πανδημία, πάλι όλοι, είτε νεοφιλελεύθεροι είτε κεϊνσιανοί, προστρέξαμε στη στήριξη του κράτους, με ισχυρές παρεμβάσεις».