Γιώργος Τσαντίκος
▸ Η πανδημία και οι επιπτώσεις της ήρθαν να δοκιμάσουν την ήδη δεδομένη αναλγησία, εργοδοτική και κυβερνητική, σε όλα τα επίπεδα.
Αυτό που ήταν ήδη γενικά γνωστό, στο βωμό του κέρδους θυσιάζονται βασικά εργασιακά ζητήματα, όπως η ασφάλεια στη δουλειά, έχει επιστρέψει τώρα σαν πραγματικότητα που βγήκε από σενάριο για άσκηση έκτακτης ανάγκης.
Το περιστατικό με τα πάνω από 100 κρούσματα σε εργοστάσιο κονσερβοποιίας στα Γιαννιτσά, δεν είναι το μόνο. Δείχνει όμως μία «προβολή» του κοντινού μέλλοντος στους χώρους δουλειάς. Κάτι αντίστοιχο συνέβη εν μέσω καλοκαιριού στη Χαλκιδική, το ίδιο, σποραδικότερα ευτυχώς, σε άλλους χώρους δουλειάς.
Σε ακόμα πιο τραγική εκδοχή, τα θύματα σε γηροκομεία και δομές πρόνοιας πληθαίνουν και η κυβέρνηση συμπεριφέρεται λες και είναι φυσιολογική η απώλεια 20 και πλέον ηλικιωμένων ανθρώπων από μια και μόνη δομή. Η κατόπιν εορτής περιοδεία της αρμόδιας υφυπουργού δεν συνοδεύτηκε από κάποια ιδιαίτερη αλλαγή στα μέτρα προφύλαξης, ούτε από την αναζήτηση ευθυνών.
Αντίθετα, η κυβέρνηση προσπαθεί να απαλλάξει την εργοδοσία από τις πάσης είδους ευθύνες της. Για τη μετάδοση, φταίνε οι εργαζόμενοι και όχι για παράδειγμα το γεγονός ότι τα μέτρα που συστήνονται στο γενικό πληθυσμό (αποστάσεις, αποφυγή συνωστισμού) είναι συχνότατα ανεφάρμοστα σε μια βιομηχανική γραμμή παραγωγής. Σύμφωνα με τις επιτροπές ειδικών, έφταιγε «ο εργαζόμενος που γύρισε από διακοπές» στο Ασβεστοχώρι και όχι το γεγονός ότι η κυβέρνηση προσπάθησε να διασώσει πάση θυσία έναν επιχειρηματικό κλάδο, αφαιρώντας κάθε υποχρέωση για έλεγχο ή ότι πολύ συχνά, τα μέτρα προφύλαξης δεν τηρούνται καν από τις επιχειρήσεις. Το αφήγημα της «επιτυχημένης άνοιξης» έχει μετατραπεί σε ένα καταστροφικό καλοκαίρι, όπου κάθε επικοινωνιακή προσπάθεια διαχείρισης, διαψεύδεται συνήθως την ίδια μέρα από τα γεγονότα.
Η εργοδοτική ευθύνη συναντιέται με την εξουσία, σε τοπικό και κεντρικό επίπεδο. Όπου υπάρχουν καταγγελίες για κρούσματα σε χώρους δουλειάς οι τοπικοί άρχοντες προσπαθούν να κρατήσουν κρυφά, προκειμένου να μη «δυσφημιστούν οι επιχειρήσεις». Το επιχείρημα αποκτά.. εθνοτοπικές διαστάσεις, στη διαμάχη που ξέσπασε στις αρχές Αυγούστου, όταν ο, εν πολλοίς αναξιόπιστος ΕΟΔΥ, έγινε στόχος ακόμα και για φιλοκυβερνητικούς αυτοδιοικητικούς παράγοντες. Τότε, το επίδικο ήταν ο τουρισμός και αν μια περιοχή θα υπερισχύει σε επισκέπτες, επειδή έχει λιγότερα κρούσματα…
Συνδικαλιστικοί και άλλοι φορείς, καταγγέλλουν διαρκώς ελλείψεις, ακόμα και επιχειρήσεις συγκάλυψης: Η ΟΙΕΛΕ κατήγγειλε ότι υπήρξαν κρούσματα σε ιδιωτικό εκπαιδευτήριο της Αθήνας αλλά η ιδιοκτησία του σχολείου δεν ενημέρωσε κανένα. Εκπαιδευτικός διαγνώστηκε θετικός στην Καλλιθέα, η διευθύντρια του σχολείου ζητούσε απάντηση σε καίρια ερωτήματα αλλά το υπουργείο δεν απαντούσε. Στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Ιωαννίνων, η Αγωνιστική Συσπείρωση κατήγγειλε προ ημερών ότι το ίδιο προσωπικό που εργάζεται στις δομές Covid-19, εργάζεται και στις υπόλοιπες.
Το υπουργείο Παιδείας παθαίνει αλλεργικό σοκ όταν ακούει για προσλήψεις εκπαιδευτικών και θυσιάζει την ασφάλεια της σχολικής κοινότητας, δικαιολογώντας τις θέσεις του με τα αμφίβολα σχεδιαγράμματα Μαγιορκίνη που προσπαθούν κατόπιν να «μαζέψουν» κάπως. Η ουσία όμως είναι ίδια: Το «δυστυχώς, δεν είναι εφικτό», είτε πρόκειται για την ανάγκη μαζικών τεστ στους εργαζόμενους και στους χώρους δουλειάς, είτε για τις περισσότερες αίθουσες και τα λιγότερα παιδιά ανά τάξη, η κυβέρνηση τα έχει ήδη θυσιάσει στο βωμό της «εξοικονόμησης» και του ιδιωτικού κέρδους.