▸ Εγκρίθηκε στα τέλη Αυγούστου και με φαστ-τρακ διαδικασίες από το υπουργικό συμβούλιο το νέο Εθνικό Σχέδιο Διαχείρισης Αποβλήτων (ΕΣΔΑ) για τη χρονική περίοδο 2020-2030.
Στην πραγματικότητα, το «νέο» ΕΣΔΑ δεν είναι και τόσο νέο. Αποτελεί επικαιροποίηση και συνέχεια του υπάρχοντος και σ’ αυτό αποτυπώνεται η κυρίαρχη επιλογή του κεφαλαίου για τη διαχείριση των αποβλήτων. Προώθηση των χρυσοφόρων για το κεφάλαιο επενδύσεων που όμως είναι πλήρως εχθρικές για το περιβάλλον και την υγεία του λαού, πλήρης εναρμόνιση με τη λογική της ΕΕ για την «κυκλική οικονομία» και τις πρόσφατες ευρωπαϊκές οδηγίες για τα απόβλητα και τελικά προώθηση της καύσης απορριμμάτων προς τέρψιν των μεγαλοεργολάβων της διαχείρισης των απορριμμάτων, των τσιμεντοβιομηχανιών και του μελλοντικού αγοραστή της ιδιωτικοποιημένης ΔΕΗ. Η κυβέρνηση, δέσμια των μεγάλων εργολαβικών και επιχειρηματικών συμφερόντων που θησαυρίζουν από την διαχείριση των απορριμμάτων, για μια ακόμα φορά, νομοθετώντας οικοδομεί μια περιβαλλοντική δυστοπία με θύματα το περιβάλλον, τη δημόσια υγεία και τα λαϊκά συμφέροντα.
«Να καίμε σκουπίδια για να μην τα θάβουμε», είναι το πνεύμα που εισάγει το νέο Εθνικό Σχέδιο Διαχείρισης Αποβλήτων αντικαθιστώντας ουσιαστικά το παρωχημένο και επικίνδυνο μοντέλο της ταφής με ένα εξίσου αντιπεριβαλλοντικό και δαπανηρό μοντέλο διαχείρισης απορριμμάτων, αυτό της καύσης. Πιο συγκεκριμένα:
α) Προωθείται και ενισχύεται το καρκινογόνο μοντέλο της καύσης απορριμμάτων και πέρα από τις τσιμεντοβιομηχανίες περιλαμβάνοντας πλέον και τα εργοστάσια καύσης. Από το 1,5% επί της ετήσιας ποσότητας των παραγόμενων απορριμμάτων για το 2018, πηγαίνουμε στο 32,3% για το 2030.
β) Ταυτόχρονα, συνεχίζεται η επέλαση των Μονάδων Επεξεργασίας Σύμμεικτων Αποβλήτων (ΜΕΑ), που θα εξασφαλίζουν την απαραίτητη καύσιμη ύλη στα εργοστάσια αυτά παράγοντας δευτερογενή καύσιμα (SRF-RDF). Αν και οι μονάδες αυτές «μπορεί να είναι κεντρικές μονάδες για όλη τη χώρα» (γίνεται λόγος για έναν ενδεικτικό αριθμό 3-4 μονάδων), το ΕΣΔΑ δεν αποκλείει η ενεργειακή αξιοποίηση «να γίνεται καθετοποιημένα και εντός των ίδιων των μονάδων εφόσον αυτό κρίνεται τεχνικοοικονομικά εφικτό». Με λίγα λόγια, αφήνεται το περιθώριο για καύση σε κάθε μονάδα επεξεργασίας απορριμμάτων.
γ) Ως προς την ανακύκλωση, ο «φιλόδοξος» στόχος για αύξηση στο 55% κατά βάρος των αστικών αποβλήτων το 2025 και αντίστοιχα 60% το 2030 (από 20% σήμερα) μόνο με ευχολόγιο μοιάζει όταν ενταφιάζεται οριστικά η λογική της ανακύκλωσης του οργανικού κλάσματος των αποβλήτων και των πρασίνων, ποσοστό περί το 45% των απορριμμάτων, αφού επιλέγεται συνολικά η ενεργειακή επεξεργασία του. Ενώ, μόλις το 4,3% του συνολικού τζίρου του ΕΣΔΑ προβλέπεται να διατεθεί για «δίκτυα χωριστής συλλογής», δηλαδή για τον εξοπλισμό που υλοποιεί την ανακύκλωση με διαλογή στην πηγή μέσω των δήμων.
Παράλληλα, η κυβέρνηση πριμοδοτεί μέσω του περιφερειάρχη Αττικής Γ. Πατούλη και του Ειδικού Διαβαθμιδικού Συνδέσμου Νομού Αττικής (ΕΔΣΝΑ). νέους παίχτες στον τομέα της ανακύκλωσης όπως η ιδιωτική «Ανταποδοτική Ανακύκλωση» και ετοιμάζει ΣΔΙΤ για την συλλογή και την επεξεργασία των βιοαποβλήτων.
Την ίδια στιγμή, θεσμοθετεί σαν βασικό οικονομικό εργαλείο για τους ΟΤΑ Α΄ βαθμού την αρχή «Πληρώνω Όσο Πετάω» και την επιβολή τέλους ταφής στα απόβλητα, απαλλάσσει τις μεγάλες επιχειρήσεις που είναι υπεύθυνες για το μεγαλύτερο μέρος των απορριμμάτων και συγκεντρώνει το σύνολο σχεδόν του αυξημένου κόστους διαχείρισης των απορριμμάτων στις πλάτες των λαϊκών νοικοκυριών προετοιμάζοντας νέα χαράτσια.
Συνολικά, με το νέο ΕΣΔΑ ολοκληρώνεται η πλήρης ιδιωτικοποίηση μέσω ΣΔΙΤ σε κάθε επίπεδο διαχείρισης απορριμμάτων: τη συλλογή, την επεξεργασία και προφανώς την καύση τους. Το σχέδιο υποκαθιστά τα περιφερειακά και τα τοπικά σχέδια των δήμων παρέχοντας την δυνατότητα στον εκάστοτε υπουργό να αποφασίζει ακόμα και για την διαπεριφερειακή συνεργασία μεταξύ των φορέων διαχείρισης των αποβλήτων προκειμένου να διευκολύνονται μεγάλες ιδιωτικές μονάδες καύσης και επεξεργασίας. Έτσι, χαρίζει στο κεφάλαιο κρίσιμες δημοτικές υπηρεσίες «φιλέτα» την ώρα που αυξάνει το κόστος για τη λαϊκή πλειοψηφία.
Εργοστάσια καύσης-ανακύκλωσης πλαστικών: Εικόνα από το μέλλον το τοξικό νέφος στην Αττική
Το τεράστιο μαύρο σύννεφο που κατέκλυσε τον ουρανό της Αθήνας μέσα στον Αύγουστο, αποτέλεσμα φωτιάς σε εργοστάσιο ανακύκλωσης πλαστικών στη Μεταμόρφωση, ήρθε επιτακτικά να θυμίσει μια ακόμα πλευρά της αντιπεριβαλλοντικής πολιτικής της κυβέρνησης και να προειδοποιήσει για τους κινδύνους που φέρνει η λειτουργία εργοστασίων καύσης και τέτοιου τύπου βιομηχανικών μονάδων μέσα στον αστικό ιστό. Για μια ακόμα φορά οι κάτοικοι περιοχών που λειτουργούν τέτοιες μονάδες βίωναν το δικό τους «I can’t breathe».
Είναι ξεκάθαρο ότι το τοξικό νέφος που περικύκλωσε την Αθήνα για μέρες έχει κύρια αιτία την τοξική για το λαό πολιτική τους και την αδιαφορία τους μπροστά στα μεγάλα καπιταλιστικά κέρδη. Στην πραγματικότητα, το συγκεκριμένο ατύχημα ούτε «κεραυνός αν αιθρία» ήταν ούτε η κακιά στιγμή. Πρόκειται άλλωστε για τη 14η (!) φωτιά σε εργοστάσιο ανακύκλωσης μέσα στον τελευταίο ενάμιση χρόνο!
Ενώ, το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών κατέγραψε σημαντική αύξηση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στα νότια και νοτιοδυτικά προάστια της Αττικής και σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των ειδικών, οι ουσίες που εκλύονται από την καύση πλαστικών, διοξίνες και φουράνια, είναι ιδιαίτερα τοξικές που προκαλούν ανεπανόρθωτες βλάβες στο περιβάλλον και τους ζωντανούς οργανισμούς
Τα ερωτήματα που προκύπτουν από ένα ακόμα τέτοιο περιστατικό είναι πολλά. Πόσο ασφαλής είναι τελικά η αδειοδότηση τέτοιων βιομηχανιών αλλά και άλλων αντίστοιχων εργοστασίων καύσης απορριμμάτων μέσα στον αστικό ιστό, δίπλα δηλαδή σε κατοικίες, μαγαζιά, σχολεία, νοσοκομεία; Υπήρχε πρόβλεψη και σχεδιασμός για τη λήψη μέτρων στην περίπτωση ενός τέτοιου μεγάλου ατυχήματος; Οι ελεγκτικοί μηχανισμοί του κράτους τι έχουν κάνει προκειμένου να ελεγχθεί η κατάσταση;
Συνολικότερα αναδεικνύεται για άλλη μια φορά πόσο επικίνδυνη είναι η πολιτική στήριξης των κερδών του κεφαλαίου, που ναρκοθετεί τη δημόσια υγεία και το περιβάλλον, είτε πρόκειται για τη λειτουργία χωματερής μέσα στις αυλές των κατοίκων, είτε πρόκειται για μεγάλες ρυπογόνες βιομηχανικές μονάδες και «καζάνια», που λειτουργούν σε απόσταση αναπνοής από τα σπίτια.