Γιάννης Ελαφρός
Γιώργος Κρεασίδης
Η βασική πολιτική αιτία του αδίστακτου πολέμου μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ είναι το ότι μοιάζουν πλέον τόσο πολύ, έχουν λειανθεί τόσο οι όποιες πολιτικές και προγραμματικές διαφορές τους, που μένει μόνο η αντιπαράθεση για το ποιος θα διαχειριστεί το «μαγαζί». Κι εκεί κυριαρχούν οι νόμοι της μαφίας…
Μαφιόζικο ξεκαθάρισμα λογαριασμών ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ
Πριν δέκα μέρες γράψαμε πως ξεχείλισαν οι πολιτικοί υπόνομοι και ένας οχετός αθλιότητας θα κατακλύσει την πολιτική ζωή, μια λασποβροχή διαρκείας θα πνίξει αυτό το αλλόκοτο καλοκαίρι. Είχαμε τις πληροφορίες μας για το τι θα ακολουθήσει. Αλλά μερικές φορές τα γεγονότα ξεπερνούν και τις πιο δυσοίωνες προβλέψεις. Μετά την πρώτη κασέτα Μιωνή (έχει προειδοποιήσει πως έχει εννιά), η πλευρά της ΝΔ «έβγαλε» τον Καλογρίτσα να καταγγείλει στην ουσία πως η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ έψαχνε το 2016 να βρει τρόπο να του μεταβιβάσει –αφού πρώτα «ξεπλύνει»– τρία εκατομμύρια ευρώ από λιβανέζικη επιχείρηση, για να λάβει μέρος στο διαγωνισμό για τις τηλεοπτικές άδειες. Ο πρώην φίλος των Τσίπρα-Παππά γίνεται τώρα κατήγορος της ΝΔ. Δεν είναι άγνωστο το παιχνίδι αυτό στον κόσμο των γκρίζων επιχειρήσεων, των μυστικών υπηρεσιών και της αστικής πολιτικής, ειδικά εάν «σε κρατάνε» με οικονομικές ατασθαλίες και όχι μόνο.
Η πλευρά ΣΥΡΙΖΑ «αντεπιτέθηκε», κάνοντας φύλλο και φτερό ηχογραφήσεις που είχε κάνει η ΕΥΠ επί Γ. Ρουμπάτη (κυβέρνηση Τσίπρα) αλλά και επί Δ. Παπαγγελόπουλου και που καταγράφουν έργα και ημέρες –και κυρίως νύχτες– υπουργών και στελεχών της ΝΔ (σύμφωνα με όσα καταγγέλλονται), από άγρια σεξουαλική εκμετάλλευση ανηλίκων μέχρι συνεργασία με ισχυρές εγκληματικές συμμορίες — που βεβαίως περιλάμβαναν στελέχη της ΕΛΑΣ, πρώην και νυν. Μέχρι στιγμής δεν έχουν δοθεί ονόματα, μοιάζει περισσότερο με «μαφιόζικη» προειδοποίηση προς την άλλη πλευρά να μην προχωρήσει. Βεβαίως, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ξεκαθάρισε την Κόπρο του Αυγεία όσο ήταν κυβέρνηση.
Γιατί όμως τώρα;
Ποιοι λόγοι τίναξαν το καπάκι των πολιτικών υπονόμων και ξεχύθηκε στο πανελλήνιο μέρος της πολιτικής βρομιάς των προηγούμενων ετών; Κανείς δεν μπορεί να πιστέψει πως κάποια από τις δύο πλευρές εμπνέεται από διάθεση… «κάθαρσης». Από το 1989, αυτό το παραμύθι κάηκε στην Ελλάδα. Η βασική πολιτική αιτία του αδίστακτου πολέμου μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ είναι το ότι μοιάζουν πλέον τόσο πολύ, έχουν λειανθεί τόσο οι όποιες πολιτικές και προγραμματικές διαφορές τους, που μένει μόνο η αντιπαράθεση για το ποιος θα διαχειριστεί το «μαγαζί». Κι εκεί κυριαρχούν οι νόμοι της μαφίας…
Γιατί όμως τώρα; Όταν έσκασε το νέο πακέτο Καλογρίτσα, μετά την πρώτη κασέτα Μιωνή, πολλοί σκέφτηκαν πως ο Κ. Μητσοτάκης θα κάνει τελικά εκλογές. Ο χαρακτηρισμός, όμως, μιας τέτοιας κίνησης ως «ανέντιμης» από τον ίδιο τον πρωθυπουργό σε συνέντευξή του στον Σκάι (7/7), μάλλον κλείνει για το επόμενο διάστημα τη σχετική συζήτηση. Άρα; Δύο φαίνεται να είναι οι βασικοί λόγοι που οδηγούν τη ΝΔ στη σχετική επίθεση: Ο πρώτος είναι η ανησυχία μπροστά στον κίνδυνο κοινωνικών αντιδράσεων, ενόψει βαθιάς οικονομικής κρίσης· η σκανδαλολογία είναι πάντα μια καλή μέθοδος παραπλάνησης. Ο δεύτερος είναι η επιλογή –με ιδιαίτερη επιμονή της Σαμαρικής πτέρυγας– να θέσει τον ΣΥΡΙΖΑ σε δικαστική ομηρία, με προανακριτική για στελέχη του στη βουλή, ακόμα και με ειδικό δικαστήριο.
Και η Αριστερά; Συχνά σε παρόμοιες περιπτώσεις βλέπει το δέντρο και χάνει το δάσος, μένει στη συγκεκριμένη υπόθεση και χάνει το πλαίσιο μέσα στο οποίο βλασταίνουν τα άνθη του κακού. Από την άλλη, βέβαια, είναι «άσφαιρα πυρά» οι γενικόλογες καταγγελίες του καπιταλισμού, χωρίς συγκεκριμένη ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης.
Η αντικαπιταλιστική κομμουνιστική Αριστερά οφείλει πρωτίστως να αναδείξει συγκεκριμένα τα μεγάλα πραγματικά σκάνδαλα, για τα οποία δεν μιλάει η αστική πολιτική. Είναι μεγάλο σκάνδαλο η ατομική ιδιοκτησία και έλεγχος των μέσων μαζικής πληροφόρησης από μια χούφτα μεγαλοεπιχειρηματίεςμπου μπορούν να καθορίζουν τις πολιτικές, κοινωνικές και πολιτιστικές εξελίξεις. Είναι μεγάλο σκάνδαλο οι αυτοκινητόδρομοι, τα μεγάλα έργα που καλύπτουν βασικές κοινωνικές ανάγκες, τα δημόσια αγαθά (νερό, ρεύμα, επικοινωνίες κ.λπ.) να ανήκουν σε ιδιωτικές εταιρείες, να είναι αντικείμενο κερδοσκοπίας. Είναι μεγάλο σκάνδαλο οι εξοπλισμοί. Είναι μεγάλο σκάνδαλο να σηκώνει το τηλέφωνο ο πρέσβης των ΗΠΑ ή του Ισραήλ και να κλείνει δουλειές. Είναι μεγάλο σκάνδαλο η ύπαρξη μιας αστυνομίας με βασικό αντικείμενο την καταστολή και την –επικερδή– διαχείριση του εγκλήματος — ναρκωτικά, πορνεία, νύχτα, λαθρεμπόριο κλπ. Είναι μεγάλο σκάνδαλο η αποθησαύριση χρήματος –μαύρου και άσπρου– από ελάχιστους πολυεκατομμυριούχους, προερχόμενου από το μεγαλύτερο σκάνδαλο απ’ όλα την απόσπαση υπεραξίας από εκατομμύρια εργαζόμενους σε όλο τον κόσμο που θέτει σε λειτουργία και τον τροχό του εγκλήματος.
ΣΥΡΙΖΑ: από τα αλώνια στα σαλόνια
▸ Η προσπάθεια διαχείρισης και ελέγχου της εξουσίας, σε συνεργασία με ολιγάρχες, στελέχη της ΚΥΠ και ακροδεξιούς
Καθώς ο ΣΥΡΙΖΑ καταγγέλλει μεθόδους παρακράτους και τους ολιγάρχες των ΜΜΕ, γεννιέται το ερώτημα ποια ήταν η δική του στάση απέναντι σε αυτούς τους μηχανισμούς και πώς απάντησε στο αίτημα για εκδημοκρατισμό, όταν βρέθηκε για τεσσεράμισι χρόνια στην κυβέρνηση. Τότε που πέρασε βαθιά κρίση το αστικό πολιτικό σύστημα, ειδικά το ΠΑΣΟΚ, χρεοκόπησαν κανάλια-ναυαρχίδες και έκλεισαν ιστορικές εφημερίδες.
Ο ΣΥΡΙΖΑ έδειξε από την πρώτη στιγμή πού το πάει, επιλέγοντας τη συγκυβέρνηση με την εθνικιστική δεξιά των ΑΝΕΛ. Ο αρχηγός τους Πάνος Καμμένος, που δεν έχανε ευκαιρία να δείξει πόσο αμερικανόφιλος ήταν, ορίστηκε υπουργός Άμυνας για να εγγυηθεί τη συνέχεια του κράτους που έταξε πριν τις εκλογές ο Τσίπρας, επισκεπτόμενος σαν αξιωματική αντιπολίτευση το Πεντάγωνο. Τα υπουργεία Εξωτερικών και Δημόσιας Τάξης αναλάβανε οι Ν. Κοτζιάς και Ν. Τόσκας, απόστρατος με νατοϊκή διαδρομή, προερχόμενοι από την πασοκογενή συνιστώσα «Πράττω» με ελάχιστα μέλη, αλλά σταθερό προσανατολισμό στις ΗΠΑ. Τα υπουργεία που συνδέονται με αυτό που σχηματικά ονομάζεται «βαθύ κράτος» συμπλήρωνε η ανάληψη του υπουργείου Δικαιοσύνης από τον αρχηγό της ΕΥΠ επί κυβερνήσεων Καραμανλή, Δ. Παπαγγελόπουλο. Για την οποία ΕΥΠ, επιλέχτηκε διοικητής ο Γ. Ρουμπάτης, άνθρωπος του πάλαι ποτέ συγκροτήματος Λαμπράκη που διατέλεσε εξ απορρήτων του Α. Παπανδρέου, με διασυνδέσεις με τις ΗΠΑ. Η ρήξη με το «παλιό» έφτασε μέχρι τη συγκυβέρνηση με στελέχη της Δεξιάς, που για τους λόγους τους συγκρούστηκαν με τον Σαμαρά, όπως και με αντίστοιχες δυνάμεις του ΠΑΣΟΚ.
Στον χώρο των ΜΜΕ, ο ΣΥΡΙΖΑ απέρριψε εξαρχής κάθε θεσμική δυνατότητα για μια ΕΡΤ με στοιχειώδη δημοκρατική λειτουργία και συμβολή στην ενημέρωση. Η ΕΡΤ ξανάνοιξε μετά τη διετία του «μαύρου» που επέβαλλαν Σαμαράς-Βενιζέλος με μια απλή μετονομασία της ΝΕΡΙΤ, του περιθωριακού κρατικού φερέφωνου που είχε μπει στη θέση της. Αναβίωσε το παλιό μοντέλο διοίκησης που είχε απαξιώσει τη δημόσια τηλεόραση, με όλη την εξουσία στον διευθύνοντα σύμβουλο, τον Λ. Ταγματάρχη, έναν άνθρωπο της αγοράς των ιδιωτικών ΜΜΕ και των σχεδιασμών του ΠΑΣΟΚ για συρρίκνωση της ΕΡΤ που κατέληξαν στο «μαύρο» του 2013.
Η ΕΡΤ παρέμεινε στη γωνία και στον παραδοσιακό της ρόλο σαν όργανο κυβερνητικής προπαγάνδας, αντί να «ανοίξει» στην κοινωνία και τις αναζητήσεις της, στις δυνάμεις του πολιτισμού και της μαχόμενης δημοσιογραφίας, όπως επιχειρήθηκε με αξιοσημείωτα αποτελέσματα από την αυτοδιαχειριζόμενη ΕΡΤ3 και το εγχείρημα της ERTopen. Η τηλεόραση παρέμεινε στα χέρια των ολιγαρχών και ο ΣΥΡΙΖΑ απλά περιορίστηκε στο να ανακατέψει την τράπουλα με εργαλείο τον νόμο για την αδειοδότηση των καναλιών. Θυμίζουμε ότι τα κανάλια, με βάση το καθεστώς που διαμόρφωσε η συγκυβέρνηση Τζαννετάκη των ΝΔ-ΣΥΝ (ΚΚΕ και ΕΑΡ) λειτουργούσαν ουσιαστικά άτυπα και χωρίς άδεια, επιτρέποντας ένα διαρκές αλισβερίσι καναλαρχών και εκάστοτε κυβέρνησης.
Έτσι αντί ο ΣΥΡΙΖΑ να σταματήσει το καθεστώς απόλυτης ασυδοσίας των καναλαρχών, με όρους νομικής ρύθμισης του πλαισίου λειτουργίας (δεν περιμέναμε από τον Τσίπρα τα αναγκαία επαναστατικά μέτρα), επιχείρησε πρώτα να τα βρει με τους ολιγάρχες. Στιγμιότυπα αυτής της φάσης ήταν το προεκλογικό δείπνο Δούρου-Μαρινάκη και το «κόκκινο» πρωτοσέλιδο των Νέων επί Ψυχάρη, μετά την εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ. Αφού δεν του βγήκε, άρχισε γαϊτανάκι με τον Σαββίδη, τον γνώριμο από παλιά Καλογρίτσα κα. Στο τέλος της ημέρας τα μισά ΜΜΕ πανελλαδικής εμβέλειας της χώρας ανήκουν σε έναν αμφιλεγόμενο εφοπλιστή, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ βρέθηκε εγκαταλειμμένος από τους μιντιάρχες, οι οποίοι όπως πάντα πήγαν με τον επόμενο νικητή. Η επανέναρξη του Mega μετά την εκλογή Μητσοτάκη, απλά ήρθε να συμβολίσει ότι «όλα αλλάξανε, για να μην αλλάξει τίποτα».
Αξίζει να σημειωθεί ότι, μέσα σε αυτό το σκηνικό που ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθούσε να εδραιωθεί, ρίχνοντας γέφυρες σε πρόσωπα και συστήματα από το παλιό κατεστημένο που ήρθαν σε ρήξη με τη συγκυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου, μέχρι και ο Σάμπι Μιωνής αρθρογραφούσε στην Εφημερίδα των Συντακτών κατά του Βορίδη και του αντισημιτισμού του. Ήταν η εποχή των γνωστών συνομιλιών με τον Παππά, τότε που ο ΣΥΡΙΖΑ τον αξιοποιούσε για να οικοδομήσει σχέσεις με την ακροδεξιά κυβέρνηση του Ισραήλ, αλλά και για πλήξει την εικόνα της ΝΔ, χωρίς να θίγει την πολιτική της.
Η εμπειρία από την πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ σε αυτά τα επίπεδα δείχνει ότι η πολεμική της αντικαπιταλιστικής και κομμουνιστικής Αριστεράς ενάντια στον κυβερνητισμό δεν ήταν αποτέλεσμα ιδεολογικής καθαρότητας και φοβικότητας απέναντι στην ευθύνη της εξουσίας. Το αστικό κράτος και ευρύτερα οι θεσμοί της αστικής εξουσίας είναι ένα πλέγμα πολύ πιο σύνθετο από αυτό που περιγράφουν οι αντιλήψεις είτε εμφανίζονται σαν κεντροαριστερές, σοσιαλδημοκρατικές ή της ριζοσπαστικής Αριστεράς, οι οποίες καλλιεργούν αυταπάτες για την «αριστερή κυβέρνηση» και τις δυνατότητες της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας. Είναι καθοριστικής σημασίας η σύνδεση της εσωτερικής λογικής αυτών των θεσμών με τα συμφέροντα της αστικής τάξης και τον ιμπεριαλισμό. Γι’ αυτό παρά τα παχιά τα λόγια, όχι ρήξη με το σύστημα εξουσίας και το ολιγοπώλιο των ΜΜΕ, ούτε καν μια στοιχειώδη δημοκρατική ρύθμιση στα θεσμικά πλαίσια δεν επιχείρησε ο ΣΥΡΙΖΑ, δοκιμάζοντας απλά να το χρησιμοποιήσει, όπως όλες οι κυβερνήσεις της μεταπολίτευσης. Για να καταφέρουν όλες ακριβώς το αντίθετο.
Ένας φίλος από τα παλιά για την κυβερνώσα Αριστερά
Ο εργολάβος Χρήστος Καλογρίτσας είναι παλιός γνώριμος της «κυβερνώσας Αριστεράς». Άνθρωπος εμπιστοσύνης του Χαρίλαου Φλωράκη, εμφανίστηκε σαν εκδότης της Πρώτης, όταν το ΠΓ του ΚΚΕ αποφάσισε στις 22.2.1986 την έκδοση μιας εφημερίδα πλατύτερης από τον Ριζοσπάστη ώστε να διαμορφώσει κλίμα για δυο φιλόδοξα σχέδια. Το πρώτο αφορούσε τη συγκρότηση του Συνασπισμού με τη σοσιαλδημοκρατική ΕΑΡ του Λεωνίδα Κύρκου. «Εγκέφαλος» της εφημερίδας ήταν ο Μίμης Ανδρουλάκης, σύμβουλος έκδοσης ο Στέργιος Πιτσιόρλας εκ μέρους του Κύρκου. Το δεύτερο σχέδιο ήταν να γίνει ο Συνασπισμός κόμμα εξουσίας σε συνεργασία με τις «τίμιες» αστικές δυνάμεις. Αυτό οδήγησε τον Ιούλη του 1989 στην κυβέρνηση Τζαννετάκη με τη ΝΔ, για να ακολουθήσει αυτή του Ζολώτα με ΝΔ-ΠΑΣΟΚ. Το σύντομο καλοκαίρι της εξουσίας κατέληξε σε φιάσκο και διασπάσεις, ενώ το ΚΚΕ έκλεισε το Σεπτέμβρη του 1990 την Πρώτη, αφού έπαιξε το ρόλο της, με πρόσχημα τα παγίως άσχημα οικονομικά της. Η αρχή για μια ανοικτά διαχειριστική Αριστερά έγινε όμως με το Συνασπισμό, που μετεξελίχθηκε στον σημερινό ΣΥΡΙΖΑ.
Ο Καλογρίτσας, αξιοποιώντας κάθε γνωριμία, στη δεκαετία του 1990 βρέθηκε στο σύμπαν του ΠΑΣΟΚ, κάνοντας δουλειές με τον Άκτωρα που γιγαντώθηκε τότε. Στο σύμπαν αυτό συνάντησε τον σημερινό υπουργό της ΝΔ Τ. Θεοδωρικάκο που, αφού διέλυσε την ΚΝΕ σαν γραμματέας (διορισμένος από τον Περισσό), πέρασε από τον Συνασπισμό, βρέθηκε στο ΠΑΣΟΚ, υπεύθυνος του γραφείου τύπου. Συμμετείχαν μαζί στην εταιρία δημοσκοπήσεων GPO.
Όταν ο ΣΥΡΙΖΑ μπήκε σε κυβερνητική τροχιά, ο Καλογρίτσας ξαναβρέθηκε με παλιούς γνώριμους κάνοντας αυτό που τόσο καλά ήξερε…