Βασίλης Μηνακάκης
Χάνεται στο βάθος των αιώνων η βέβηλη συμπεριφορά σε βάρος μνημείων των εκάστοτε επικυρίαρχων και κατακτητών. Καταστροφική η συμπεριφορά των χριστιανών κατά των αρχαίων ναών αλλά και κατά εκκλησιών αντιπάλων δογμάτων. Σήμερα είναι ο «θεός του κέρδους» που προσβάλλει συχνά πολλά μνημεία.
Δεν είναι στόχος του παρόντος να σχολιάσει την πληθώρα αντιδράσεων για τη μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί. Φιλοδοξεί, απλώς, να διατυπώσει ορισμένους προβληματισμούς πάνω στην έννοια του μνημείου της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς που τόσο συχνά χρησιμοποιήθηκε με αυτήν την αφορμή και να αναδείξει την ανάγκη προσέγγισης αυτής της έννοιας με ενιαία και πραγματικά ιστορικά-πολιτισμικά κριτήρια, όχι επιλεκτικά ή με τρόπο που φιλτράρεται από γεωπολιτικούς ανταγωνισμούς είτε από την οπτική του εκάστοτε νικητή (κράτους ή θρησκεύματος) έναντι της κατάστασης που υπήρχε πριν αυτός επικρατήσει.
Ας πάρουμε, για παράδειγμα, τη Ροτόντα στη Θεσσαλονίκη. Χτίστηκε στα χρόνια του Γαλερίου (περ. 306 μ.Χ.) πιθανότατα ως ναός πιθανότατα του Δία. Κατά τους Παλαιοχριστιανικούς χρόνους μετατράπηκε σε χριστιανικό ναό, για να μετατραπεί το 1590 σε τζαμί και να αφιερωθεί στον Άγιο Γεώργιο μετά την απελευθέρωση της πόλης (1912). Η βιβλιοθήκη του Αδριανού, η οποία κατασκευάστηκε το 132 μ.Χ. από τον Ρωμαίο αυτοκράτορα, καταστράφηκε από τους Έρουλους και στη συνέχεια ενσωματώθηκε στο υστερορωμαϊκό τείχος, φιλοξένησε στην αυλή της από τον 5ο αιώνα και μετά χριστιανικούς ναούς, την έδρα του Τούρκου βοεβόδα και, με την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους, οθωνικό στρατώνα. Το τζαμί Τζισταράκη, στο Μοναστηράκι, μετά την απελευθέρωση χρησιμοποιήθηκε ως στρατώνας, φυλακή και αποθήκη, ενώ το τζαμί Καλούτσιανης στα Γιάννενα στέγασε μετά την απελευθέρωση της πόλης (1913) καφενείο, σταθμό υπεραστικών λεωφορείων και καταστήματα. Οι μανιάτικοι πύργοι στη Βάθεια, μετατράπηκαν σε ξενώνες από τον ΕΟΤ, σήμερα όμως βουλιάζουν στην εγκατάλειψη. Τέλος, το Ιμαρέτ στην Καβάλα, που χτίστηκε από τον Μωχάμετ Άλη της Αιγύπτου ως θρησκευτικό, εκπαιδευτικό και φιλανθρωπικό ίδρυμα και λειτούργησε ως ισλαμικό ιεροδιδασκαλείο –κατά τους μουσουλμάνους, «Ιμαρέτ είναι η καρδιά της ανάπτυξης του Ισλάμ, γύρω από το οποίο ανθίζει ο πολιτισμός»–λειτούργησε ως καφετέρια κι εστιατόριο και σήμερα ως πολυτελές ξενοδοχείο.
Μπορεί καμία από αυτές τις περιπτώσεις να μην έχει την εμβέλεια της Αγίας Σοφίας, ωστόσο η ουσία του πράγματος είναι κοινή. Σεβασμός της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς σημαίνει ένα μνημείο –φυσικά και η Αγία Σοφία– να διατηρεί τη φυσιογνωμία του και οι εργασίες συντήρησης ή η όποια αξιοποίηση να γίνονται με σεβασμό στην πρώτη του «ζωή» και χρήση κι όχι κόντρα σε αυτή, με βάση θρησκευτικές, πολιτικές ή οικονομικές σκοπιμότητες κατοπινών επικυρίαρχων ή με αναστηλωτικές επιλογές που δεν συνάδουν με την εποχή και τη φυσιογνωμία του, όπως, π.χ. σε ορισμένα σημεία της Κνωσού, ή με παράδοση σε εμπορικές χρήσεις στο όνομα της «αξιοποίησης».
Η ίδια η Αγία Σοφία, πριν από τους Οθωμανούς, είχε κακοποιηθεί από τους ορθόδοξους (στην Εικονομαχία) και από τους σταυροφόρους
Επιδείχθηκε, άραγε, αυτός ο σεβασμός από τον χριστιανισμό –όταν επικράτησε– στα προγενέστερά του μνημεία; Τι δείχνει το διάταγμα του Θεοδοσίου Β (435) για την καταστροφή των ειδωλολατρικών ναών και τον «εξαγνισμό» τους με την τοποθέτηση σταυρού; Τι δείχνουν οι χριστιανικοί ναοί εν μέσω αρχαιολογικών χώρων, συχνά με αλλαγή χρήσης αρχαίων ναών, όπως στο νεκρομαντείο στον Αχέροντα, στο ιερό του Ασκληπιού στην Επίδαυρο ή στο Ωρολόγιο του Ανδρονίκου Κυρρήστου που έγινε βαπτιστήριο; Τι δείχνει η χρησιμοποίηση αρχιτεκτονικών μελών αρχαίων κτισμάτων για την οικοδόμηση χριστιανικών ναών, όπως η Εκατονταπυλιανή στην Πάρο; Στην Αγία Σοφία χρησιμοποιήθηκαν κίονες από τον ναό της Αρτέμιδας στην Έφεσο. Ο δε κτήτοράς της βαρύνεται με το κλείσιμο της σχολής των Αθηνών (529) και με τους 35.000 νεκρούς της Στάσης του Νίκα.
Η ίδια η Αγία Σοφία, πριν «κακοποιηθεί» από τους Οθωμανούς, μετά την πτώση της βυζαντινής αυτοκρατορίας, «κακοποιήθηκε» από τους ίδιους τους ορθόδοξους χριστιανούς, την περίοδο της Εικονομαχίας (726-842) αλλά και από τους χριστιανούς –καθολικούς– σταυροφόρους της Δ΄ Σταυροφορίας μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης (1204). Αυτοί κατέσφαξαν τον πληθυσμό της, λεηλάτησαν τους ναούς της και μετέφεραν στη Δύση πλήθος κειμηλίων και πολιτιστικών θησαυρών — μεταξύ αυτών και τα περίφημα χάλκινα άλογα του Ιπποδρόμου, που σήμερα κοσμούν την πρόσοψη της βασιλικής του Αγίου Μάρκου στη Βενετία.
Αντίστοιχα ερωτήματα εγείρονται, αν σκεφτούμε την τύχη που επιφύλαξαν οι Ισπανοί και οι Πορτογάλοι στα μνημεία του πολιτισμού των Μάγιας και των Ίνκας, οι κατακτητές της Βόρειας Αμερικής στα μνημεία του πολιτισμού των Ινδιάνων ή πολλοί οπαδοί της ελεύθερης αγοράς στα μνημεία που αντιστοιχούν στη «σοσιαλιστική» περίοδο μιας σειράς χωρών — όλα αυτά, μιλώντας μόνο για τα υλικά μνημεία, γιατί στα άυλα, η κατάσταση είναι ακόμη χειρότερη.