Ανάλυση
Πάνος Παπανικολάου*
Αλήθειες και ψέματα για το κυβερνητικό έργο
Τι ακριβώς συμβαίνει στο ΕΣΥ τρεις μήνες μετά τη λήψη των περιοριστικών μέτρων κι ενώ δεν έχουμε ξεμπερδέψει με τον κορονοϊό; Η αλήθεια των μαχόμενων υγειονομικών γκρεμίζει τους κυβερνητικούς μύθους. Παράδειγμα: απαιτούνται προσλήψεις 8.500 γιατρών και 35.000 νοσηλευτών στο ΕΣΥ. Η κυβέρνηση προσέλαβε 400 γιατρούς και 2.700 νοσηλευτές. «Λεπτομέρεια»: κανένας μόνιμος!
Απεργία την Τρίτη στα νοσοκομεία για δημόσια δωρεάν Υγεία
Με 24ωρη πανελλαδική απεργία την Τρίτη 16 Ιουνίου οι εργαζόμενοι στα νοσοκομεία βγαίνουν ξανά στο προσκήνιο και υψώνουν τη φωνή τους με τα δίκαια αιτήματά τους για αναβάθμιση της δημόσιας υγείας. Στην Αθήνα, η ΟΕΝΓΕ καλεί σε συγκέντρωση στην πλατεία Μαβίλη στις 8.30 π.μ. και σε πορεία στο υπουργείο Υγείας. Ποτέ άλλοτε ο αγώνας των υγειονομικών δεν αποκτούσε τόσο κεντρική σημασία, καθώς εντός μιας πανδημίας εκφράζει τα δικαιώματα και τις ανάγκες όχι μόνο όσων εργάζονται στα νοσοκομεία, αλλά συνολικά των εργαζομένων και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων. Γι’ αυτό και είναι αναγκαίο η απεργία των υγειονομικών να γίνει υπόθεση ευρύτερα του εργατικού λαϊκού κινήματος.
Κεντρικό απεργιακό σύνθημα της ΟΕΝΓΕ είναι ο αγώνας για «ένα αποκλειστικά δημόσιο και απολύτως δωρεάν σύστημα υγείας για όλους!», ανάγκη που αναδείχθηκε περίτρανα σε όλο τον κόσμο, καθώς «η πολιτική που θεωρεί την υγεία ατομική ευθύνη και τις υπηρεσίες υγείας εμπόρευμα χρεοκόπησε». «Αυτή η πολιτική ευθύνεται για το γεγονός ότι τον 21ο αιώνα ένα ολόκληρο ΕΣΥ μετατράπηκε σε κορονοΕΣΥ, για να μπορέσει να ανταπεξέλθει στις ανάγκες της επιδημίας, χωρίς να μπορεί να συνδυάσει τον έλεγχο και τη νοσηλεία των ασθενών από τον κορονοϊό με την περίθαλψη ασθενών με άλλες παθήσεις», σημειώνει εύστοχα η Ομοσπονδία των νοσοκομειακών γιατρών.
Η ΟΕΝΓΕ τονίζει πως η κυβέρνηση, με τις εξαγγελίες για το «Νέο ΕΣΥ», συνεχίζει την ίδια χρεοκοπημένη πολιτική, «ξαναβγάζει από το συρτάρι το σχέδιο για την ολοκληρωτική άλωση του δημόσιου συστήματος υγείας από τους ιδιώτες, για να κάνουν μπίζνες στην υγεία μέσω των ΣΔΙΤ οι διάφοροι επιχειρηματικοί όμιλοι».
Στις 560 κλίνες ΜΕΘ που είχαμε, προστέθηκαν μόνο 160, εκ των οποίων οι 100 υπήρχαν αλλά δεν είχαν προσωπικό. Το ΕΣΥ όμως χρειάζεται 2.000 κλίνες ΜΕΘ και 1.500 κλίνες αυξημένης φροντίδας.
Τις τελευταίες εβδομάδες γίνεται όλο και περισσότερο εμφανές αυτό που αναδεικνύουν εδώ και τρεις μήνες οι μαχόμενοι υγειονομικοί της δημόσιας περίθαλψης: πως στο επίκεντρο της κυβερνητικής στόχευσης, όσον αφορά την πανδημία COVID-19, δεν ήταν η υγειονομική ουσία αλλά επικοινωνιακές και οικονομικές σκοπιμότητες. Η αλήθεια αυτή προκύπτει αβίαστα από τα ίδια τα γεγονότα, παρά το ότι η κυβέρνηση απολαμβάνει μιας πρωτοφανούς πολιτικής ασυλίας στην αστική συναίνεση όχι μόνο από το μεγάλο κεφάλαιο και τα καθεστωτικά ΜΜΕ –χαρακτηριστικό είναι πως από τις αρχές Απριλίου «εν μία νυκτί» «καρατομήθηκε» από τα καθεστωτικά ΜΜΕ κάθε… «ενοχλητική» άποψη– αλλά και από την αστική αντιπολίτευση με εμφατικότερη την πλήρη συμφωνία του ΣΥΡΙΖΑ –όπως κατ’ επανάληψη φροντίζει να δηλώνει η ηγεσία του– στο σύνολο των υγειονομικών χειρισμών της κυβέρνησης και των «επιτροπών εμπειρογνωμόνων» του υπουργείου Υγείας.
Όσον αφορά τη δημόσια περίθαλψη, το κυβερνητικό αφήγημα εξαρχής είναι πως τάχα «θωρακίστηκε το ΕΣΥ». Η αλήθεια είναι όμως πως η δημόσια περίθαλψη όχι μόνο δεν «θωρακίστηκε», αλλά παραμένει ανοχύρωτη και ό,τι θετικό έγινε στην περίθαλψη των κρουσμάτων της πρώτης φάσης της επιδημικής έξαρσης οφείλεται, σχεδόν αποκλειστικά, στην αυταπάρνηση και στην αυτοθυσία των υγειονομικών λειτουργών.
Όσον αφορά την πρόληψη και τον περιορισμό της μετάδοσης, περάσαμε από το τυφλό οριζόντιο ασφυκτικό «lockdown» στο «όσα πάνε κι όσα έρθουν», με λογικές τύπου «στις πλατείες τζάμπα στα όρθια κολλάει, στα τραπεζοκαθίσματα δεν κολλάει», «στο μετρό κολλάει, στο αεροπλάνο δεν κολλάει», «από φουκαρά και πρόσφυγα κολλάει, από τουρίστα δεν κολλάει» κλπ. Αυτό γιατί, απλούστατα, δεν εφαρμόστηκε από την αρχή ένα επιδημιολογικό μοντέλο που να υπακούει σε σοβαρά υγειονομικά κριτήρια: πολλά τεστ σε μεγάλες ομάδες πληθυσμού δωρεάν και υπό πλήρη κρατικό έλεγχο, στοχευμένη ιχνηλάτηση με συνθήκες αξιοπρέπειας και υγειονομικής ασφάλειας για τους «θετικούς». Αντίθετα, μετά το «κρυφτούλι» από τον ιό το τρίμηνο Μάρτιος-Απρίλιος-Μάιος και την ταυτόχρονη «αξιοποίηση» της πανδημίας για θεσμοθέτηση πλήθους αντιδραστικών μέτρων «επ’ ευκαιρίας» (π.χ. τα αντιδραστικά νομοσχέδια για περιβάλλον και εκπαίδευση, το πισωγύρισμα του εργατικού δικαίου 70 χρόνια πίσω κ.λπ.), ήρθε το ισχυρό «θέλω» των μεγαλοξενοδόχων και των αεροπορικών εταιρειών.
Ας τα δούμε αυτά λίγο πιο αναλυτικά και συγκεκριμένα.
Η κυβέρνηση στις αρχές Μαρτίου ζήτησε «υπεύθυνη στάση» από τον λαό, ώστε να αποφευχθεί η μαζική μετάδοση της επιδημίας –«του αόρατου εχθρού» όπως έλεγε ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης– και να «δοθεί χρόνος στην κυβέρνηση να ενισχύσει το ΕΣΥ». Ο λαός, πράγματι, με την υπεύθυνη στάση του, έδωσε χρόνο και με το παραπάνω. Όμως τι έκανε η κυβέρνηση για να αξιοποιήσει αυτό τον χρόνο που η ίδια είχε ζητήσει;
- Πριν την πανδημία οι ελλείψεις μόνιμου προσωπικού στο ΕΣΥ ήταν 5.000 ειδικευμένοι γιατροί και 25.000 νοσηλευτικό και λοιπό υγειονομικό προσωπικό, σύμφωνα με τα ισχύοντα οργανογράμματα του 2012, τα οποία μάλιστα κατά κοινή ομολογία είναι «πετσοκομμένα» και πολύ πίσω από τις πραγματικές ανάγκες. Στην πραγματικότητα τα κενά σε δημόσια νοσοκομεία, Κέντρα Υγείας και ΕΚΑΒ είναι 8.500 ειδικευμένοι γιατροί και 35.000 νοσηλευτές και λοιποί υγειονομικοί. Το τελευταίο τρίμηνο, σύμφωνα με τα στοιχεία που δίνει η ίδια η κυβέρνηση. διορίστηκαν 400 ειδικευμένοι γιατροί (όλοι επικουρικοί-συμβασιούχοι με μονοετή σύμβαση, κανένας μόνιμος) και 2.700 νοσηλευτές και λοιποί υγειονομικοί (όλοι επικουρικοί-συμβασιούχοι με διετή σύμβαση, κανένας μόνιμος). Μάλιστα, η κυβέρνηση υπαναχωρεί από τη δημόσια δέσμευση του ίδιου του πρωθυπουργού στις αρχές Μαρτίου που χαρακτηριστικά είχε υποσχεθεί πως οι επικουρικοί υγειονομικοί που θα έδιναν τη μάχη της πανδημίας θα μονιμοποιούνταν.
- Πριν την πανδημία λειτουργούσαν μόνο 560 κλίνες ΜΕΘ, ενώ θα έπρεπε να λειτουργούν 2.000 κλίνες ΜΕΘ + άλλες 1.500 κλίνες ΜΑΦ (Αυξημένης Φροντίδας), που εξ ορισμού ανά πάσα στιγμή μπορούν να μετατρέπονται σε κλίνες ΜΕΘ, σύνολο 3.500. Τώρα λειτουργούν περίπου 720 κλίνες (στην πράξη άνοιξαν οι 100 κλίνες που ήταν εξοπλισμένες αλλά επί χρόνια δεν λειτουργούσαν λόγω έλλειψης προσωπικού + 60 ακόμα που αναπτύχθηκαν με εξοπλισμό από ιδιωτικές δωρεές).
Στους αριθμούς που προβάλλει η κυβέρνηση προπαγανδιστικά, τεχνηέντως προσθέτει: α) πρόχειρες κλίνες σε κοινούς θαλάμους με μετακίνηση εξοπλισμού που ΔΕΝ είναι κλίνες ΜΕΘ, β) κλίνες ΜΕΘ που έχει εξαγγελθεί πως «ΘΑ» λειτουργήσουν, γ) κλίνες ΜΕΘ μεγάλων ιδιωτικών θεραπευτηρίων που προϋπήρχαν και που δεν περιέθαλψαν σχεδόν ούτε ένα περιστατικό COVID-19. Οι 160 παραπάνω κλίνες που πραγματικά λειτούργησαν χρησιμοποιούν και προσωπικό «εκ των ενόντων» που μετακινήθηκε εκεί από άλλα τμήματα και όχι μόνο αυτές τις νέες λίγες προσλήψεις επικουρικών υγειονομικών.
- Η Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας (Κέντρα Υγείας και Περιφερειακά Ιατρεία) όχι μόνο δεν ενισχύθηκε, αλλά αποδυναμώθηκε περαιτέρω, καθώς μεγάλο μέρος του προσωπικού μετακινήθηκε προς τα νοσοκομεία για να καλύψει κάποια από τα εκεί μεγάλα κενά.
- Μόλις τέλειωσαν τα «χειροκροτήματα από τα μπαλκόνια» επανήλθαν στο τραπέζι τα σχέδια ακόμα περισσόερης ιδιωτικοποίησης με ΣΔΙΤ και εφαρμογή των ΚΕΝ-DRGs (νομοθεσία ΣΥΡΙΖΑ, ΕΚΠΥ-ΕΟΠΥΥ 1/11/18).
Ο κεντρικός υγειονομικός σχεδιασμός πρόληψης της πανδημίας γενικά κινήθηκε στην «α λα καρτ» υιοθέτηση οδηγιών από διεθνείς οργανισμούς (WHO, ECDC). Για την ακρίβεια, υιοθετούνταν οδηγίες, όταν ήταν «αρεστές» και «βολικές», ενώ άλλες δεν υιοθετούνταν. Π.χ. η λάθος οδηγία πως δήθεν το Ισραήλ ως αρχές Μαρτίου ήταν «ασφαλής χώρα χωρίς κρούσματα» είχε υιοθετηθεί τυφλά, ενώ αντίθετα η σωστή οδηγία για πολλά επανειλημμένα τεστ σε μεγάλες ομάδες πληθυσμού («test, test and test again») ουδέποτε υιοθετήθηκε. Το περίφημο «τηλεφωνικό κέντρο ενημέρωσης» (σύμπραξη ΕΟΔΥ-Teleperformance) σημείωσε παταγώδη αποτυχία. Το δόγμα «αν έχετε συμπτώματα της νόσου, χωρίς έντονη δύσπνοια, μείνετε σπίτι χωρίς τεστ και χωρίς επίσκεψη στο νοσοκομείο», επίσης δημιούργησε τεράστια προβλήματα. Όλα τα παραπάνω –λήψη αποφάσεων χωρίς υγειονομικά επιστημονικά κριτήρια αλλά με άλλες σκοπιμότητες– είχαν έγκαιρα επισημανθεί στην ανοικτή επιστολή προς τους εμπειρογνώμονες του υπουργείου Υγείας που την είχαν υπογράψει πάνω από 500 υγειονομικοί. Επίσης, οι εμπειρογνώμονες και ο ΕΟΔΥ δεν τόλμησαν να αρθρώσουν ούτε μία λεξούλα για διάφορα δημόσια αντιεπιστημονικά παραληρήματα θρησκοληψίας όπως π.χ. πως δήθεν «καμιά νόσος δεν μπορεί να μεταδοθεί με την μετάληψη» κλπ…
Μάλιστα, το κυβερνητικό επιτελείο επέβαλε και μια σειρά άλλα μέτρα πίσω από την πλάτη και της ίδιας της επιτροπής εμπειρογνωμόνων και του ίδιου του υπουργείου Υγείας. Χαρακτηριστικά παραδείγματα η εκκένωση των φοιτητικών εστιών και το αίτημα της Ελλάδας προς την Κομισιόν να μην υπάρχουν κενές θέσεις ασφαλείας στα αεροπορικά ταξίδια, το οποίο και υιοθετήθηκε.
Η υποταγή σε άλλες σκοπιμότητες, πλην επιστημονικών και υγειονομικών, γίνεται περισσότερο εμφανής τώρα με την άρση του «lockdown»: υπέρ πάντων η «ισχυρή βιομηχανία της χώρας», ο τουρισμός, και τα συμφέροντα μεγαλοξενοδόχων, μεγαλοπρακτόρων, αεροπορικών εταιρειών, εφοπλιστών της ακτοπλοΐας.
Κρυφτούλι με τον ιό και με την… ΟΕΝΓΕ
Η κυβέρνηση κλείνει τα αυτιά στα δίκαια αιτήματα των νοσοκομειακών γιατρών
Από όλα τα παραπάνω γίνεται προφανές το γιατί η κυβέρνηση που επί τρεις μήνες «κρυβόταν από τον ιό» τώρα … κρύβεται από την ΟΕΝΓΕ: από πριν το Πάσχα υπήρχε ανοικτή επιστολή στον πρωθυπουργό με αίτημα για συνάντηση, καμιά απάντηση. Μετά το Πάσχα, ανοικτή επιστολή προς την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Υγείας με αίτημα για συνάντηση, καμία απάντηση. Απόλυτα λογικό και αναμενόμενο που η κυβέρνηση 1.000 φορές προτιμά να «αναμετριέται» στη βουλή και στα τηλεοπτικά πάνελς με την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία διά των Τσίπρα, Ξανθού, Πολάκη δηλώνει πως συμφωνεί πλήρως με τον κυβερνητικό υγειονομικό σχεδιασμό και μιλά μόνο για άλλα θέματα (οικονομία κ.λπ.), παρά να «αναμετρηθεί» με τους εκπροσώπους των νοσοκομειακών γιατρών της χώρας που όλους αυτούς τους μήνες απέδειξαν και πως ξέρουν πολύ καλά τι λένε και πως δεν κάνουν καμία υποχώρηση στην υπεράσπιση της Υγείας του λαού.
Όμως το «κρυφτούλι» έχει «κοντά ποδάρια». Στις 16 Ιούνη οι υγειονομικοί της δημόσιας περίθαλψης δίνουν πάλι το αγωνιστικό «παρών» με πανελλαδική πανυγειονομική απεργία. Όπως το είχαν δώσει με διάφορες δράσεις στις 7 και 28 Απριλίου, τότε που οι εργοδοτικές γραφειοκρατικές συνδικαλιστικές ηγεσίες επίσης «κρύβονταν». Τα αιτήματα είναι τα ίδια και αυτονόητα: μόνιμες προσλήψεις και μονιμοποίηση των συμβασιούχων, τέρμα στο αίσχος της προσωρινής-επικουρικής-ελαστικής εργασίας, ανατροπή των ιδιωτικοποιήσεων, ένταξη στα βαρέα και ανθυγιεινά για μείωση των ηλικιακών ορίων συνταξιοδότησης.
Ό,τι και να κάνουν η κυβέρνηση και συνολικά το σύστημα δεν μπορούν να κρύβονται για πολύ από αυτές τις δίκαιες διεκδικήσεις. Γίνεται ευρύτερα κατανοητό, ενόψει του δεύτερου κύματος της επιδημικής έξαρσης (όποτε κι αν έρθει αυτό), πως μόνο ο ίδιος ο λαός μπορεί να σώζει τον λαό. Η αλληλεγγύη προς τους υγειονομικούς της δημόσιας περίθαλψης που με αυτοθυσία κράτησαν όρθιο το ΕΣΥ το προηγούμενο τρίμηνο, διαρκώς θα αυξάνεται μέσα στην κοινωνική πλειονότητα.
*ΓΓ ΟΕΝΓΕ, μέλος ΔΣ ΕΙΝΑΠ, εκπρόσωπος Ενωτικού Κινήματος για την Ανατροπή,
μέλος της ΠΕ του ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση