Στάθης Ντούρος
▸ Το κίνημα εμφανίζεται έτοιμο να ξεπεράσει τα όρια της διαχείρισης και της διαμαρτυρίας και να θέσει στο στόχαστρο τα συμφέροντα των πολυεθνικών ομίλων
Η διαδήλωση της 13ης Ιουνίου, ενάντια στην καύση σκουπιδιών στο Βόλο, θα χαραχτεί βαθιά στη συλλογική μνήμη του αγωνιζόμενου λαού της περιοχής και θα στοιχειώσει τους σχεδιασμούς του κεφαλαίου. Δεν είναι μόνο οι χιλιάδες που κατέβηκαν για μία ακόμη φορά στο δρόμο που αποτυπώνουν την αντοχή του κινήματος ενάντια στην καύση σκουπιδιών. Δεν είναι μόνο η δράση της αστυνομίας ως στρατού κατοχής στην πόλη του Βόλου που έφερε στη θύμηση στιγμές από τις μάχες στις Σκουριές. Είναι ο πανικός που δημιούργησε στα αστικά επιτελεία η τόλμη ενός κινήματος να ξεπεράσει τα όρια της διαχείρισης και της διαμαρτυρίας και να θέσει στο στόχαστρο τα ίδια τα συμφέροντα των πολυεθνικών ομίλων. Είναι το σύνθημα που σιγοψιθυριζόταν χρόνια στο λαό της πόλης και αυτές τις ημέρες ακούστηκε εκκωφαντικά σε όλη τη χώρα: «Να φύγει η Lafarge».
Το Σάββατο το κίνημα για τη γη και την ελευθερία εισήλθε σε μια νέα φάση συνολικά. Μια φάση που κυοφορείται καιρό τώρα και επιτάσσει την πολιτική κλιμάκωση των στόχων πάλης και τη δημιουργία γεγονότων σπασίματος της κανονικότητας, ως βασικές προϋποθέσεις για το μπλοκάρισμα των γραναζιών της καταστροφικής καπιταλιστική ανάπτυξης. Το Σάββατο το κατάλαβαν όλοι αυτό. Το κατάλαβαν τα κυβερνητικά κέντρα, γι’ αυτό και εξαπέλυσαν λυσσασμένες επιθέσεις στον αγωνιζόμενο λαό σε ολόκληρη την πόλη του Βόλου, έστειλαν στο νοσοκομείο δεκάδες τραυματίες –πολλούς από αυτούς βαριά– και έστησαν δίκες και υπό επεξεργασία διώξεις. Το κατάλαβαν οι κεφαλές του τοπικού κράτους και γι’ αυτό η περιφερειακή αρχή την Τρίτη, κατά την διάρκεια του συμβουλίου το οποίο περιφρουρούσε το σύνολο των αστυνομικών δυνάμεων της Λάρισας, έστησε μια επικοινωνιακή απάτη για να εκτονώσει τις κοινωνικές αντιδράσεις. Ενώ έδωσε το πράσινο φως, ψηφίζοντας την εν λόγω Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ) για την κατασκευή του εργοστασίου SRF που θα τροφοδοτεί με δωρεάν καύσιμο την ΑΓΕΤ, βάφτισε το εργοστάσιο «εργοστάσιο ανακύκλωσης», επιχειρώντας να εξαπατήσει την κοινωνική πλειοψηφία και να διασκεδάσει της εντυπώσεις. Το κατάλαβε ο αστικοποιημένος εργοδοτικός συνδικαλισμός του σωματείου της ΑΓΕΤ, που ως άλλοι δικαστές ζητούν τα κεφάλια των «υποκινητών» του συλλαλητηρίου επί πινάκι. Το κατάλαβε η θεσμική αριστερά των ΚΚΕ-ΠΑΜΕ που έσπευσαν να καταγγείλουν, όπως όλη η «καλή» κοινωνία της πόλης, τους προβοκάτορες που τόλμησαν να φωνάξουν «Να φύγει η Lafarge».
Ο μεγάλος αγώνας για το δικαίωμα στον αέρα, για το δικαίωμα στην πόλη μας για την ελευθερία στη ζωή μας δεν τελείωσε. Άλλαξε, όμως, το βασικό ερώτημα και αυτό αποτελεί μεγάλη κατάκτηση για τον αγωνιζόμενο λαό. Το ερώτημα, πλέον, δεν είναι αν υπάρχει διαδικασία που να «ορολογικοποιήσει» τη λειτουργία της ΑΓΕΤ και την καύση σκουπιδιών. Το ερώτημα είναι αν τα κοινωνικά συμφέροντα, η ανάγκη μας για ζωή μπορεί να συμβιβαστεί με τα συμφέροντα ενός πολυεθνικού κολοσσού και με το τερατούργημα που διαχειρίζεται εντός του αστικού ιστού της πόλης του Βόλου. Είναι το ίδιο ερώτημα που διαπερνά χιλιάδες κατοίκους και αγωνιστές από κάθε άκρη της χώρας, που ακριβώς γι’ αυτόν το λόγο ένωσαν το Σάββατο τις φωνές τους με το λαό της πόλης του Βόλου.
Με αυτό τον τρόπο αρχίζει να σφυρηλατείται στους δρόμους του αγώνα μια αναγκαία ενότητα και ενοποίηση των διάσπαρτών τοπικών κινημάτων σε ένα κίνημα που δε θα παλεύει για την τοπική εξαίρεση αλλά για την ήττα των επενδυτικών σχεδιασμών. Που θα κατορθώνει να ορίσει για νέα αφήγηση για τις κοινωνικές ανάγκες, για το πώς μπορούμε να ζούμε σε αρμονία με τη φύση, για το πώς μπορούμε να χτίσουμε μια νέα κοινωνία, έξω από τους κανόνες τους κέρδους. Τα επόμενα στιγμιότυπα αυτής της μάχης θα είναι και στο Βόλο, αλλά και σε κάθε γωνιά που οι κοινωνικές ανάγκες αντιμετωπίσουν τις μπουλντόζες της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Στα Άγραφα, στη Θεσσαλονίκη, στην Ήπειρό, τον πόλεμο κηρύσσουμε στις πολυεθνικές.