Χρίστος Κρανάκης
Σοκ προκάλεσε η απόφαση του συνταγματικού δικαστηρίου της Γερμανίας που αμφισβητεί ευθέως την πολιτική της ΕΚΤ και τις αποφάσεις του δικαστηρίου της ΕΕ. Οξύνονται οι αντιθέσεις, κυριαρχεί το ερώτημα «ποιος πληρώνει». Εξανεμίζονται και τα τελευταία, λίγα απομεινάρια της «ευρωπαϊκής αλληλεγγύης». Η πανδημία του κορονοϊού επιβεβαίωσε πως οι κυβερνήσεις των «27» «βγάζουν τα μαχαίρια» μεταξύ τους με την ίδια ευκολία που συμμαχούν απέναντι στους εργαζομένους. Η αδυναμία χάραξης μιας κοινής στρατηγικής για την υγειονομική και οικονομική διαχείριση της κρίσης δεν αποτελεί επιχειρησιακό «φιάσκο» –όπως συχνά διαβάζουμε στα κυρίαρχα ΜΜΕ– αλλά νομοτελειακή συνέχεια του ιστορικού ρόλου της ΕΕ! Οι κάθε τύπου φαρσοκωμωδίες στα Eurogroup και τα Συμβούλια δεν αποτελούν αυτοτελή περιστατικά, αλλά αντιθέτως ακολουθούν τις «ράγες» των αντιδραστικών εξελίξεων που έχουν συντελεστεί σε ευρωπαϊκό έδαφος, τα τελευταία χρόνια. Η αποχώρηση της Βρετανίας, η συνεχής αποδυνάμωση της ευρωπαϊκής οικονομίας απέναντι σε αναβαθμιζόμενα οικονομικά κέντρα (κυρίως Κίνα), οι εμπορικές κυρώσεις που επιβλήθηκαν από τον Τραμπ και τέλος η ενίσχυση ακροδεξιών — ευρωσκεπτικιστικών φωνών «πλήγωσαν» το «όνειρο» της Ενωμένης Ευρώπης.
Έτσι, λοιπόν, η πανδημία του Covid-19 ήρθε όχι μόνο σαν τομή αλλά και σαν συνέχεια της πολιτικής κρίσης. Το πιο χαρακτηριστικό, ίσως, παράδειγμα είναι το ζήτημα με την έκδοση των αποκαλούμενων ευρωομολόγων. Ο ευρωπαϊκός Νότος και οι «προοδευτικοί» μεταρρυθμιστές ζήτησαν να υπάρξουν δάνεια στα οποία εγγυητής δεν θα είναι το κάθε κράτος ξεχωριστά, αλλά η ΕΕ συνολικά. Η ιδέα ήταν ότι μέσω των ευρωομολόγων θα διαμοιραστεί το χρέος και θα διασφαλιστεί ο δανεισμός των πιο αδύνατων και όσων έχουν μεγαλύτερη ανάγκη. Η προοπτική αυτή όμως «ναυάγησε» μετά τη σθεναρή αντίδραση των πιο ισχυρών κρατών και οικονομιών της Ευρώπης, της Γερμανίας και των συμμάχων της. Η συνέχεια είναι γνωστή: Ο Μακρόν συμβιβάστηκε με την άρνηση του Βορρά και ο Ιταλός Κόντε έμεινε σαν «γραφική φιγούρα» να επιμένει στην ανάγκη ευρωομολόγων, χωρίς αποτέλεσμα. Η εικόνα αυτή θορύβησε αρκετούς, οι οποίοι έκρουσαν το καμπανάκι κινδύνου για το επικείμενο «τέλος» της ΕΕ, επιτυγχάνοντας έναν φραστικό συμβιβασμό στην τελευταία σύνοδο κορυφής, με τη συμφωνία για συγκρότηση ενός Ταμείου Ανάκαμψης. Η κατάσταση επιδεινώθηκε εκ νέου, όμως, μετά την πρωτόγνωρη απόφαση που έλαβε το συνταγματικό δικαστήριο της Γερμανίας ενάντια στην… ΕΚΤ! Στην πράξη, το Βερολίνο αμφισβητεί το νομικό υπόβαθρο του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης και εκτύπωσης χρήματος της κεντρικής τράπεζας, βάσει του οποίου η ΕΚΤ έχει αγοράσει μέχρι σήμερα πάνω από 2 τρισ. ευρώ δημοσίου χρέους.
Ύφεση-ρεκόρ για το 2020 προβλέπει η Κομισιόν, βαθαίνει το ρήγμα Βορρά-Νότου
«Πρώτα η Γερμανία», λοιπόν και πρωτοφανής επίδειξη δύναμης του προστατευτισμού και του εθνοκεντρισμού απέναντι στις «συλλογικές» αποφάσεις. Έτσι, πιθανότατα, ανοίγει μια νέα πολιτική φάση εντός ΕΕ, όπου όλα τα εθνικά κράτη θα αμφισβητούν τις κεντρικές οδηγίες και επιλογές, ιεραρχώντας υψηλότερα τους εθνικούς τους νόμους και τα εγχώρια συμφέροντά τους. Και όλα αυτά, φυσικά, από μια νέα αντιδραστική σκοπιά που διαθέτει πολλές ομοιότητες με την πολιτική Τραμπ στις ΗΠΑ, την οποία τόσο έχουν επικρίνει οι Γερμανοί… Το κλίμα επιδεινώνεται περαιτέρω από την πρωτόγνωρη ύφεση, η οποία εντείνει τους κραδασμούς και θέτει το μέλλον της ΕΕ υπό ακόμα μεγαλύτερη αμφισβήτηση. Σύμφωνα με την έκθεση που δημοσιοποίησε η Κομισιόν αυτήν την εβδομάδα, ο μέσος όρος της ύφεσης για το 2020 θα ξεπεράσει το 7 %, ενώ οι αντιθέσεις θα ενταθούν κι άλλο από το γεγονός ότι «πρωταθλήτριες» θα αναδειχθούν και πάλι οι χώρες του Νότου (Ελλάδα -9,7%, Ιταλία -9,5%, Ισπανία -9,4%). Να σημειωθεί, επίσης, πως το εντυπωσιακό οικονομικό «comeback» που προβλέπει η ίδια έκθεση θα εξαρτηθεί άμεσα και ριζικά από την –αβέβαιη μέχρι τώρα– εξέλιξη της πανδημίας. Όσο για το πρόγραμμα οικονομικής στήριξης ύψους 1,5 τρισ. ευρώ, που κάποιοι θεωρούσαν ότι θα μπορούσε να έχει οριστικοποιηθεί ως τον Ιούνιο, παραμένει για την ώρα στα «χαρτιά» και δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα υλοποιηθεί — και με ποιους όρους θα γίνει αυτό. Τα παραπάνω παραπέμπουν σε μια ΕΕ η οποία μοιάζει με το φίδι που τρώει την ουρά του. Το όραμα της ένωσης αργοσβήνει και η «μάχη της επιβίωσης» μεταξύ των κρατών παίρνει τη θέση του. Η ανάδειξη και η όξυνση των αντιθέσεων και το ζήτημα της αντικαπιταλιστικής αποδέσμευσης ίσως φαίνεται πως δεν έχουν τη δυναμική του 2012, συνεχίζουν όμως να αποτελούν την πιο ορθολογική, τεκμηριωμένη και φιλολαϊκή πρόταση των ημερών μας.