Οι υπεραυταρχικές τάσεις του ολοκληρωτικού καπιταλισμού δεν χρειάζονται μια απροκάλυπτη δικτατορία για να επιβληθούν στην κοινωνία. Η θεωρία και η πολιτική της κατάστασης έκτακτης ανάγκης (κυρίως Αγκάμπεν) και της βιοπολιτικής ρύθμισης και ασφάλειας (κυρίως Φουκώ), από διαφορετικούς αλλά και κοινούς δρόμους, συγκλίνουν στην επιβολή της πειθαρχίας και στην αναπαραγωγή μιας ακόμη πιο αυταρχικής κοινωνίας
Δημήτρης Γρηγορόπουλος
Η έκτακτη ανάγκη γίνεται κανονικότητα Η πανδημία του κορονοϊού δρομολογεί σειρά μετασχηματισμών του καπιταλισμού στη βάση και το εποικοδόμημα, όχι ως πρωτογενής αιτία αλλά ως αφορμή ενεργοποίησης των εγγενών αντιθέσεών του. Στο κρατικό εποικοδόμημα βασική αντίθεση συνιστά η αποστολή του κράτους ως διαχειριστή του συστήματος και των συμφερόντων του κεφαλαίου, αλλά και η γενική κοινωνική λειτουργία του (π.χ. υγεία, παιδεία) στα όρια και τις μορφές που καθορίζει το κεφάλαιο. Αυτή η αναγκαία λειτουργία, σε συνδυασμό με τη διευθέτηση των ενδοκαπιταλιστικών αντιθέσεων, συγκροτεί τη σχέση της σχετικής αυτοτέλειας του κράτους από το κεφάλαιο. Χαρακτηριστικό γνώρισμα του αστικού κράτους στην περίοδο της νεοφιλελεύθερης διαχείρισης, από τα μέσα της δεκαετίας του ‘70 και έπειτα, είναι η συρρίκνωση της λεγόμενης σχετικής αυτοτέλειάς του — αφενός στην κατεύθυνση της έντασης της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης και των μεσαίων στρωμάτων και αφετέρου στην άμεση, σχεδόν αδιαμεσολάβητη, παρέμβαση του κεφαλαίου στις λειτουργίες του κράτους. Η ένταση της ταξικής εκμετάλλευσης, καθώς και των ενδοκαπιταλιστικών και ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων καθιστά ζωτική ανάγκη για το σύστημα την ενίσχυση της κατασταλτικής λειτουργίας και της ακραίας επιτήρησης, τη συρρίκνωση των δικαιωμάτων και ελευθεριών, την ηγεμονία του ανταγωνισμού-προστατευτισμού, την οιονεί υποκατάσταση της κοινοβουλευτικής διαδικασίας –που θεωρείται πεμπτουσία της αστικής δημοκρατίας– από μια υδροκεφαλική εκτελεστική εξουσία. Αυτά είναι τα βασικά χαρακτηριστικά της σύγχρονης υπεραυταρχικής αστικής δημοκρατίας, του κράτους έκτακτης ανάγκης ή εξαίρεσης. Αυτό το κράτος υπερενισχύεται σε συνθήκες κρίσεων, όπως η τρέχουσα, με νέα αυταρχικά χαρακτηριστικά. Με πρόσχημα, δε, τις επιπτώσεις της συγκεκριμένης κρίσης αλλά και την όξυνση άλλων (παράλληλων ή προϋπαρχόντων) κρίσεων, από κράτος έκτακτης ανάγκης θα μετατρέπεται σε «κανονικό» κράτος.
Ωμή και διαρκής χειραγώγηση της κοινωνίας
Η έντονη αυταρχικοποίηση που αναπτύσσεται στην παρούσα κρίση (υγειονομική και οικονομική) αποτελεί παράδειγμα για το πως το κράτος μπορεί να εξοπλίζεται με ισχυρά άλλοθι — την προστασία-ασφάλεια της υγείας και της ζωής, μιας στοιχειώδους έστω οικονομικής επιβίωσης, που αποτελούν βασική αρχή της σύγχρονης κρατικής βιοπολιτικής. Με αυτό τον τρόπο μπορεί να δράσει σε μια μελλοντική κρίση ή να μιλήσει για τη δήθεν αποτροπή της. Η «βιοπολιτική επιστήμη» θεωρεί ότι η κοινωνία εξαρτάται απ’ τους νόμους της ζωής: νοσηρότητα, θνητότητα, υγεία, αναπαραγωγή, αμοιβαία σχέση του ανθρώπινου είδους με το φυσικό περιβάλλον, διατροφή, κατανάλωση, ψυχολογία κοκ. Μελετώντας αυτά τα φαινόμενα, πραγματοποιεί προβλέψεις και εκτιμήσεις, υποδεικνύοντας ρυθμιστικά μέτρα, για τα οποία στο κράτος ανατίθεται ο ρόλος του ρυθμιστή. Αναλαμβάνει να οικοδομήσει μηχανισμούς άμυνας και ασφάλειας απέναντι σ’ αυτούς τους κινδύνους, με τη συνδρομή ειδικών επιστημόνων που θα προσδιορίζουν τον χαρακτήρα τους. Η συχνότητα των κινδύνων για την υγεία και η επίταση των επιπτώσεών τους επιτρέπουν ή μάλλον επιβάλλουν, κατά τους θιασώτες αυτής της αντίληψης, την καθολική πειθαρχία, δηλαδή την καταστολή και την ιδεολογική χειραγώγηση του πληθυσμού. Συμβάλλουν έτσι στην αναπαραγωγή ενός καπιταλισμού πιο αυταρχικού και στεγανοποιημένου στη ριζοσπαστική κριτική. Μήπως δεν είναι αυτή η εικόνα της χιλιοπαινεμένης, στο εσωτερικό και το εξωτερικό, συνεργασίας λοιμωξιολόγων και κυβερνώντων, που ευλαβικά υποτίθεται εφαρμόζουν τις προτάσεις τους; Στην πραγματικότητα, τόσο η αβασάνιστη προτίμηση της ανοσίας της αγέλης όσο και η εσπευσμένη, τουλάχιστον σε ορισμένους τομείς, άρση του lockdown εξυπηρετούν –όπως απερίφραστα παραδέχτηκαν οι κυβερνώντες– την οικονομία, δηλαδή το κεφάλαιο. Η επίκληση του κύρους της επιστήμης για τη δήθεν αναγκαιότητα πειθάρχησης της κοινωνίας στην αστική πολιτική της λιτότητας, της ανεργίας, του αυταρχισμού, καθιστά πιο πειστική την «αναγκαιότητα» αυτής της πολιτικής στη συνείδηση ευρύτερων μαζών, σε αντιδιαστολή με τη γυμνή αστική ιδεολογία και πολιτική. Το σύστημα, αντί να αντιμετωπίζει αποτελεσματικά την έντονη διαταραχή της ισορροπίας βιολογικού και κοινωνικού παράγοντα από την ένταση της φτώχειας και της ανεργίας, το άγχος, την ανθυγιεινή διατροφή, την περιβαλλοντική καταστροφή, τις επιπτώσεις και στην υγεία από την αναπόφευκτη έξαρση του προσφυγικού, θα καλεί και θα υποχρεώνει την κοινωνία να αρκείται στα λίγα, στην απλή επιβίωση (γυμνή ζωή κατά τον Αγκάμπεν), για να μην τα χάσει όλα — για να μην κλονιστεί η οικονομία, η δημοκρατία, η ασφάλεια, η ειρήνη από μια κινηματική έξαρση. Σε μια οργουελική κοινωνία του φόβου και της «γυμνής ζωής» θα καλλιεργείται, λοιπόν, ως αυτονόητη η αντίληψη, ότι μια εναλλακτική κομμουνιστική κοινωνία είναι ουτοπική ή δυστοπική. Όσο για τις αστικές δημοκρατίες, «καλού-κακού» περιλαμβάνουν στο σύνταγμά τους άρθρα για την κήρυξη κατάστασης πολιορκίας, που ισοδυναμεί με δικτατορία, όπως είναι το άρθρο 48 στο ελληνικό σύνταγμα. Όποτε χρειαστεί, η «κατάσταση εξαίρεσης» μετατρέπεται σε γενίκευση. http://prin.gr/?p=31530