Βρετανία
Νίκος Καπιτσίνης
Στις αρχές Μάρτη, οι επιχειρήσεις λειτουργούσαν, τα σχολεία ήταν ανοικτά και τα γήπεδα του ποδοσφαίρου γεμάτα, οι συναυλίες διεξάγονταν κανονικά, ενώ το αδιαχώρητο υπήρχε στις διάσημες ιπποδρομίες στο Τσέλτεναμ. Κι όλα αυτά, ενώ η χώρα είχε 1.150 κρούσματα του κορονοϊού και μετρούσε ήδη 20 νεκρούς. Σήμερα, εκτυλίσσεται μια τραγωδία, ενώ ο πρωθυπουργός Τζόνσον είναι στην εντατική…
Στις αρχές Μάρτη κι ενώ όλη η Ευρώπη και μέρος της Ασίας κινούνταν στους ρυθμούς της πανδημίας του κορονοϊού, η κατάσταση στο Ηνωμένο Βασίλειο ήταν πολύ διαφορετική. Ένα μήνα μετά, η ίδια χώρα είναι η πέμπτη παγκοσμίως στη λίστα με τους περισσότερους νεκρούς, ενώ τα κρούσματα πολλαπλασιάζονται εκθετικά. Τι έγινε, όμως, μέσα σε μόλις τέσσερις εβδομάδες και χάθηκε ο έλεγχος;
Είναι σίγουρο ότι όλες σχεδόν οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, βάζοντας τα κέρδη πάνω από τις ανθρώπινες ζωές, έχουν αντιδράσει καθυστερημένα. Ειδικά αν υπολογίσουμε πως η Κίνα τους «αγόρασε» πολύτιμο χρόνο 2 μηνών για να ετοιμαστούν (τεστ, αναπνευστήρες, κρεβάτια ΜΕΘ, προσωπικό, προστατευτικός εξοπλισμός). Στη Βρετανία, όμως, εμφανίζεται μία διαφορετικότητα ως προς τον χρόνο και την ποιότητα της αντίδρασης. Η κυβέρνηση, στις 12 Μάρτη, συνιστούσε απλά οι πολίτες να πλένουν τα χέρια τους καθώς ο στόχος ήταν να αποκτήσει η χώρα «ανοσία αγέλης», δηλαδή να νοσήσει περίπου το 65% ώστε ο ιός πλέον να μην μπορεί πλέον να μεταδοθεί εύκολα. Ο πρωθυπουργός Τζόνσον, που τώρα νοσηλεύεται στην εντατική, δήλωνε με κυνισμό (που ιστορικά χαρακτηρίζει τη βρετανική κοινωνία) πως άνθρωποι θα πεθάνουν και πολλοί θα χάσουν δικούς τους…
Η βρετανική κυβέρνηση (αν και όχι μόνο αυτή) επέλεξε ωμά να σώσει τα ιδιωτικά κέρδη έναντι των ανθρώπινων ζωών, ειδικά των πιο ευάλωτων τάξεων και κοινωνικών ομάδων. Η κατάσταση στα νοσοκομεία είχε σαφή χαρακτηριστικά υποτίμησης της πανδημίας – όπως εντολές προς το ιατρικό προσωπικό για συνέχιση της εργασίας μετά από έκθεση σε ασθενή με τον ιό, ενώ πολλά περιστατικά ήταν σε κοινό θάλαμο με άλλους ασθενείς. Επίσης, το ιατρικό προσωπικό δεν διέθετε τον απαραίτητο εξοπλισμό, ενώ τα τεστ για το κορονοϊό δεν έχουν αυξηθεί. Μάλιστα, μόλις στις αρχές Απρίλη δόθηκε οδηγία να φορούν μάσκα σε όλες τις περιπτώσεις. Κι αυτά σε ένα Εθνικό Σύστημα Υγείας το οποίο τις τελευταίες δεκαετίες έχει υποστεί τεράστιες απώλειες στη χρηματοδότησή του κι ενώ η ιδιωτικοποίηση εξελίσσεται αργά αλλά σταθερά.
Δέκα ημέρες μετά, βεβαίως, κι ενώ οι νεκροί είχαν ανέλθει στους 350, η κυβέρνηση αποφάσισε να κλείσει τα σχολεία και να επιβάλει μέτρα περιορισμού στο σπίτι για πολλούς πολίτες, κλείνοντας μόνο τις μη-απαραίτητες επιχειρήσεις. Οι μελέτες που έδειξαν 260.000 θανάτους χωρίς μέτρα επηρέασαν τη δραματική αλλαγή της πολιτικής της. Σίγουρα, στόχος ήταν και να προετοιμαστούν οι επιχειρήσεις που θα έκλειναν, ώστε να υπάρξει μία ομαλή μετάβαση. Παρ’ όλο τον γενικό περιορισμό, ωστόσο, οι περισσότερες έμειναν ανοικτές. Και σαν να μην έφτανε αυτό, μία μία οι μεγάλες κατασκευαστικές εταιρείες, όπως η πολυεθνική Mace, ανακοίνωσαν την επαναλειτουργία τους από τις 7 Απρίλη.
Εξαιρετικά αρνητικές είναι στο μεταξύ οι επιπτώσεις στους εργαζόμενους, με πολλές επιχειρήσεις να προχωρούν σε απολύσεις, κυρίως στις μεταφορές και τον τουρισμό. Οι επιπτώσεις είναι οδυνηρές ειδικά για τους ελαστικά απασχολούμενους, και πολλά συμβόλαια μηδενικών ωρών τερματίζονται, με τρανταχτή την περίπτωση των πανεπιστημίων. Τα δε οικονομικά μέτρα της κυβέρνησης εστίασαν κυρίως στις επιχειρήσεις, με πολλούς εργαζόμενους να λαμβάνουν το 80% του μισθού τους από το κράτος. Άλλες επιχειρήσεις μειώνουν τους μισθούς, με την απειλή της απόλυσης. Η ανεργία υπολογίζεται να φτάσει στο 21% από το 4%, ενώ πάνω από ένα εκατ. πολίτες αιτήθηκαν για το γενικό επίδομα της κυβέρνησης στις δύο πρώτες εβδομάδες.
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, λοιπόν, όπως και σε άλλες χώρες, ο γενικός περιορισμός αναδεικνύει τη χρόνια καταστροφή των συστημάτων υγείας, ειδικά την τελευταία δεκαετία, με σκοπό να σωθούν οι τράπεζες και να αυξηθούν οι πολεμικοί εξοπλισμοί. Αναδεικνύεται πάλι η αγριότητα του καπιταλισμού για αυξανόμενη κερδοφορία και για επίλυση της βαθιάς του κρίσης την τελευταία δεκαετία, απέναντι στην οποία η ανθρώπινη ζωή δεν έχει καμία αξία. Οι ανατρεπτικές σκέψεις που σχηματίζονται ακόμη και σε ανθρώπους που δεν αναμένονταν να εκτιμήσουν με αυτό τον τρόπο την κατάσταση πρέπει να γίνουν πράξη. Το μέλλον μας παίζεται τώρα και η μάχη θα είναι μεγάλη και μακρόχρονη.