Covid-19: Κρίση του συστήµατος
Γιώργος Παυλόπουλος
Από το μεσημέρι του προηγούμενου Σαββάτου και για 40 ώρες, η Αλβανία βρέθηκε σε καθεστώς στρατιωτικού νόμου. Η κυβέρνηση των Σοσιαλιστών, σε πλήρη συμφωνία με την αντιπολίτευση του Δημοκρατικού Κόμματος, επέβαλε «προς παραδειγματισμό» την πλήρη απαγόρευση της κυκλοφορίας, χωρίς ουδεμία εξαίρεση — πλην των επειγόντων περιστατικών. Ανέπτυξε, δε, ισχυρές δυνάμεις καταστολής στους δρόμους για την επιβολή της, με εντολή μάλιστα να μην δείχνουν οίκτο απέναντι όποιον δεν υπάκουε. «Όλοι θα μείνουν μέσα μετά τη 1 (το μεσημέρι). Η αστυνομία και οι ένοπλες δυνάμεις θα κάνουν χρήση βίας,φ εναντίον οποιουδήποτε παραβιάζει τον νόμο, συμπεριλαμβανομένων των συνταξιούχων, ενώ θα χρησιμοποιήσουν εκτοξευτήρες νερού και δακρυγόνα εάν χρειαστεί», είπε ο πρωθυπουργός Έντι Ράμα στο διαδικτυακό μήνυμά του — ενώ την ίδια στιγμή στη σελίδα του στο Facebook είχε αναρτήσει ένα βίντεο με αστυνομικούς να κυνηγούν και να χτυπούν αλύπητα διαδηλωτές (πιθανώς σε χώρα της Λατινικής Αμερικής), το οποίο συνόδευε με την απειλή ότι κάτι ανάλογο θα πάθουν και οι συμπατριώτες του, εάν δεν υπακούσουν.
Την ίδια ακριβώς ημέρα, στην Ουγγαρία, η κυβέρνηση του Βίκτορ Όρμπαν παρουσίαζε νομοσχέδιο, το οποίο προβλέπει την παύση της λειτουργίας της βουλής μέχρι το τέλος του έτους και δίνει στον ίδιο τη δυνατότητα να κυβερνά με διατάγματα, χωρίς να ρωτά κανέναν (αναλυτικά σελ. 24). Παράλληλα, ο στρατός έχει επιστρέψει στους δρόμους πολλών πόλεων, στην Ευρώπη και όχι μόνο, θυμίζοντας σκηνές από την περίοδο των πολύνεκρων τρομοκρατικών επιθέσεων και των καταστάσεων έκτακτης ανάγκης που είχαν επιβληθεί για τους πολλούς επόμενους μήνες από τις κυβερνήσεις — με τη Γαλλία του «δημοκρατικού τόξου» να είναι μια από τις πρώτες διδάξασες.
Είναι πλέον φανερό ότι το «έκτακτο» επαναλαμβάνεται τόσο συχνά, ώστε, εάν αυτή η πορεία δεν ανακοπεί, τότε σύντομα θα μετατραπεί σε συνήθεια στη συνείδηση μεγάλου τμήματος της κοινωνίας, ακόμη και μερίδας των αγωνιστών. Με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τα δημοκρατικά δικαιώματα και τις ελευθερίες.
Οι εταιρείες γνωρίζουν πλέον τι και πώς το ψάχνεις, για να σου… διευκολύνουν τη ζωή. Οι κυβερνήσεις θα μπορούν πλέον να γνωρίζουν πού πήγες, τι έκανες και ποιους συνάντησες, για να σου διασφαλίσουν τη ζωή…
«Η ανθρωπότητα βρίσκεται τώρα αντιμέτωπη με μια παγκόσμια κρίση, ίσως τη μεγαλύτερη της γενιάς μας. Οι αποφάσεις που θα λάβουν οι πολίτες και οι κυβερνήσεις […] πιθανώς θα διαμορφώσουν τον κόσμο για τα επόμενα χρόνια — όχι μόνο τα συστήματα υγειονομικής περίθαλψης, αλλά και την οικονομία, την πολιτική και τον πολιτισμό». Αυτά γράφει σε άρθρο του στους Financial Times ο γνωστός Ισραηλινός διανοητής και ιστορικός Γιουβάλ Νόε Χαράρι, με αφορμή τα όσα συμβαίνουν στον «πόλεμο» κατά του νέου κορονοϊού και τα μέτρα που λαμβάνουν με καταιγιστικό ρυθμό οι κυβερνήσεις σε ολόκληρο σχεδόν τον πλανήτη. ο ίδιος συνεχίζει:
«Όταν επιλέγουμε μεταξύ των διάφορων εναλλακτικών, πρέπει να σκεφτόμαστε όχι μόνο πώς θα αντιμετωπίσουμε την άμεση απειλή αλλά και πώς θα είναι ο κόσμος στον οποίο θα ζήσουμε, μόλις περάσει η καταιγίδα. Διότι η καταιγίδα θα περάσει, η ανθρωπότητα θα επιβιώσει, οι περισσότεροι από εμάς θα είμαστε ακόμη ζωντανοί, αλλά θα ζούμε σε έναν αλλιώτικο κόσμο».
Η αλήθεια είναι πως οι κυβερνήσεις και τα κράτη θέλουν να αποφύγουν ακριβώς αυτό. Δηλαδή, να σκεφτούμε, να κρίνουμε, να επιλέξουμε και να αποφασίσουμε, όχι μόνο με το βλέμμα στο παρόν και τον νου και την ψυχή εγκλωβισμένα ασφυκτικά στον φόβο, αλλά προσπαθώντας να ατενίσουμε και το μέλλον. Και ταυτόχρονα, να κοιτάξουμε στο βάθος, αναζητώντας τις πραγματικές προθέσεις αυτών που αναγγέλλουν και παίρνουν μέτρα παγκόσμιας εμβέλειας, πρωτόγνωρα για την ανθρωπότητα και τις κοινωνίες της μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Διότι, μεταξύ μας, όσο και αν από υγειονομικής πλευράς υπάρχει μια πρωτόγνωρη κατάσταση, ό,τι ζούμε είναι μια χούντα στις χειρότερες και πιο σκοτεινές μέρες της, έχοντας μάλιστα πολύ περισσότερα μέσα στη διάθεσή της, όπως θα μπορούσαν να βεβαιώσουν όσοι έχουν ζήσει ανάλογες καταστάσεις στο παρελθόν. Και για να γίνει αυτό αποδεκτό, για να μην προκληθεί κάποια ανεπιθύμητη εξέγερση, είναι αναγκαίο να υπάρξει η κατάλληλη αιτιολογία και νομιμοποίηση.
Για να το πετύχουν, λοιπόν, επιχειρούν –και σε μεγάλο βαθμό το έχουν καταφέρει, τουλάχιστον μέχρι στιγμής– να επιβάλλουν το απόλυτο δίλημμα: Τι επιλέγετε, τη δημοκρατία, τις ελευθερίες και το απόρρητο των προσωπικών δεδομένων ή την υγεία και την επιβίωση, που απειλούνται σήμερα άμεσα; Δεν θέλει ιδιαίτερη σκέψη για το ποια απάντηση είναι αυτή που θα κυριαρχήσει και μάλιστα συντριπτικά. Το είπαν, άλλωστε, χωρίς περιστροφές ο Μητσοτάκης και η νέα πρόεδρος της δημοκρατίας, την οποία ο ίδιος και το μεγαλύτερο μέρος της αντιπολίτευσης επέλεξαν, στα μηνύματά τους για την 25η Μαρτίου: Να θυσιάσουμε τώρα τις ατομικές μας ελευθερίες, για να κερδίσουμε τον πόλεμο και τις ζωές μας.
Τα παραπάνω είναι ένας ακόμη λόγος για να συνειδητοποιήσουν όλοι –και πρωτίστως η «πρωτοπορία»– ότι σημασία δεν έχει να υποταχθούμε τώρα και να λογαριαστούμε μετά, επαναλαμβάνοντας το γνωστό σχήμα του στρατού «πρώτα εκτελούμε και μετά ρωτάμε». Εξάλλου, το «μετά» μπορεί να είναι τόσο διαφορετικό και συντριπτικά εναντίον των λαών, ώστε οι δυνατότητες αντίδρασης και αντίστασης να έχουν περιοριστεί δραματικά. Και όταν το καταλάβουμε, πιθανώς να είναι πολύ αργά…
Από αυτήν την άποψη, είναι μάλλον προφανές ότι η περίοδος που ζούμε αποτελεί μια καμπή στην προσπάθεια χειραγώγησης των συνειδήσεων και πειθάρχησης των κοινωνιών — με τελικό στόχο να δοκιμαστεί στην πράξη το μοντέλο της «πειθαρχίας της αγέλης», προκειμένου σταδιακά να τελειοποιηθεί. Αυτό που συμβαίνει ισοδυναμεί, στην πράξη, με μια πρόβα τζενεράλε για τις εποχές που έρχονται και τις σκληρές και αδυσώπητες κοινωνικές αναμετρήσεις και τους ταξικούς πολέμους που θα φέρουν. Είναι δε η πρώτη φορά που ο αστικός κοινοβουλευτικός ολοκληρωτισμός αποκαλύπτει με τέτοιο τρόπο το πραγματικό και τρομακτικό του πρόσωπο, μαζί με τις τεράστιες δυνατότητες που διαθέτει — σε επίπεδο μηχανισμών, τεχνολογίας, αλλά και ιδεολογίας.
Θα υπάρξουν, ενδεχομένως, κάποιοι που θα ισχυριστούν ότι δεν είναι η πρώτη φορά που βλέπουμε ανάλογες πρακτικές τα τελευταία χρόνια. Δεν έχουν δίκιο. Όσο κι αν μπορεί κανείς να επικαλεστεί ορισμένες στιγμές, σε κάποιες χώρες, που εμφανίζουν ομοιότητες με αυτό που συμβαίνει και ζούμε σήμερα, η αλήθεια είναι πως πρόκειται για κάτι πρωτόγνωρο, τόσο σε διάρκεια όσο και σε έκταση. Διότι, από τη μία, κανένα έκτακτο μέτρο ή απαγόρευση κυκλοφορίας, τόσο στον ανεπτυγμένο δυτικό καπιταλισμό όσο και σε άλλες χώρες, δεν έχει κρατήσει παραπάνω από μερικές ημέρες. Από την άλλη, δεν υπήρξε καμία περίπτωση που αυτό να έχει παγκόσμια διάσταση.
Όσοι προτείνουν να «λογαριαστούμε μετά», μάλλον αγνοούν πώς
θα είναι το «μετά»…
Για να το διατυπώσουμε διαφορετικά: Εάν μέχρι σήμερα είχαμε γνωρίσει και μάθει για χώρες ολόκληρες και τους λαούς τους που είχαν μετατραπεί σε πειραματόζωα για να δοκιμαστούν νέα πολιτικά και οικονομικά μοντέλα, όπως η Χιλή τη δεκαετία του ’70 και του ’80 και η Ελλάδα τη δεκαετία του 2010, τώρα είναι ο κόσμος ολόκληρος που έχει γίνει ένα εργαστήρι στο οποίο πραγματοποιείται η κλινική δοκιμή του σύγχρονου Μεσαίωνα, ο οποίος μέχρι σήμερα υπήρχε μόνο στα χαρτιά που βρίσκονταν στα συρτάρια και στα σενάρια του Χόλιγουντ.
Η αλήθεια είναι πως δεν πρόκειται για κεραυνό εν αιθρία, αλλά για το τρίτο και πιο ολοκληρωμένο στάδιο ενός σχεδίου που υλοποιείται μεθοδικά εδώ και δύο δεκαετίες. Το πρώτο στάδιο σηματοδοτείται από τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου και τα μέτρα που ακολούθησαν, νομιμοποιώντας την παρουσία και τη δράση του Μεγάλου Αδελφού στις κοινωνίες — ενώ συμπληρώθηκε με το μπαράζ των χτυπημάτων που εκδηλώθηκαν πριν από μια πενταετία στην Ευρώπη και σε άλλες περιοχές του πλανήτη. Το δεύτερο έκανε πρεμιέρα με τη μεγάλη και ιστορικών διαστάσεων οικονομική κρίση που εκδηλώθηκε το 2008, ανοίγοντας τον δρόμο για την αποψίλωση της ασκούμενης πολιτικής (κυρίως οικονομικής, αλλά όχι μόνο) από κάθε είδους δημοκρατικό έλεγχο, με τις κρίσιμες αποφάσεις να μετατίθενται πλήρως από τα εκλεγμένα όργανα σε διορισμένους «θεσμούς», όπως είναι το Γιούρογκρουπ και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Και τώρα, αφού το έδαφος προετοιμάστηκε μεθοδικά, ήρθε η ώρα για το τρίτο και πιο αποφασιστικό χτύπημα. Κι αυτό δεν δικαιούνται να μην το αναγνωρίζουν ή να το παρακάμπτουν όσοι –ακόμη και αριστεροί– σφυρίζουν αδιάφορα απέναντι στα όσα συμβαίνουν και επιδιώκονται με την επιβολή του «Μένουμε Σπίτι» και την κυκλοφορία συνοδεία εγγράφων και δικαιολογητικών.