Αναπληρωτής καθηγητής στο παιδαγωγικό τμήμα δημοτικής εκπαίδευσης του ΑΠΘ
«Σε αυτόν τον πόλεμο ποιος είναι ο εχθρός μας;». Αυτός είναι ο τίτλος του πολύ σημαντικού κειμένου υπογραφών το οποίο υπογράφει ο Παύλος Παυλίδης, μαζί με εκατοντάδες πανεπιστημιακούς δασκάλους από την Ελλάδα, την Τουρκία και άλλες χώρες, που πάει κόντρα στο κλίμα εθνικιστικής, ακροδεξιάς υστερίας και αποδεικνύει ότι υπάρχουν σοβαρές αντιστάσεις στον κόσμο της επιστήμης και της διανόησης.
Συνέντευξη στον Γιώργο Κρεασίδη
Ζούμε μέρες αγριότητας σε βάρος των προσφύγων που βρίσκονται εγκλωβισμένοι στις σκοπιμότητες και τους ανταγωνισμούς συμφερόντων, με την Ελλάδα και την Τουρκία σε ρόλο φυλακής. Πώς κρίνεις αυτή την κατάσταση;
Βρισκόμαστε σε μια ιδιαιτέρως δύσκολη περίοδο. Καταστροφικές συγκρούσεις με πρόσφατη αυτή στη Συρία, έχουν δημιουργήσει τεράστιο αριθμό προσφύγων, οι οποίοι βρίσκονται εγκλωβισμένοι σε καταυλισμούς και στρατόπεδα, εγκαταλελειμμένοι στη μοίρα τους. Η Ευρωπαϊκή Ένωση -μαζί με ΗΠΑ και ΝΑΤΟ- ως θεμελιώδες μέρος του ευρωατλαντικού ιμπεριαλιστικού πόλου, ενώ έχει άμεση ανάμειξη στις συγκρούσεις αυτές, επιδεικνύει κυνική αδιαφορία για την ανθρωπιστική καταστροφή που έχουν προκαλέσει.
Το δράμα χιλιάδων φτωχών και εξαθλιωμένων ανθρώπων, προσφύγων και μεταναστών, που χτυπούν την πόρτα της Ε.Ε., οξύνεται από τους γεωπολιτικούς ανταγωνισμούς μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας. Οι πρόσφυγες γίνονται μπαλάκι μεταξύ των δύο χωρών, με την κυβέρνηση της Τουρκίας να τους εκμεταλλεύεται ως μέσο πολιτικής πίεσης και την κυβέρνηση της Ελλάδας να λειτουργεί ως φρουρός και δεσμοφύλακας του κάστρου των Βρυξελών.
Σε αυτές τις συνθήκες εξαιρετικά επικίνδυνη είναι η προσπάθεια ευρύτατου φάσματος δεξιών, ακροδεξιών, εθνικιστικών δυνάμεων να δημιουργήσουν κλίμα ξενοφοβικής υστερίας και ρατσισμού εναντίον των προσφύγων και μεταναστών. Η προσπάθεια αυτή, όπως τη βλέπουμε να αναπτύσσεται επίμονα τόσα πλέον χρόνια στην Ελλάδα και διεθνώς, εκμεταλλεύεται την αβεβαιότητα και ανασφάλεια των ανθρώπων στο πλαίσιο παρατεταμένης κρίσης της κεφαλαιοκρατικής οικονομίας. Στόχος της είναι να στρέψει τη δυσφορία και οργή σημαντικών τμημάτων της κοινωνίας εναντίον των ξένων, φτωχών και εξαθλιωμένων, και συνάμα να συγκαλύψει την ευθύνη της κυρίαρχης τάξης, των κατόχων του κοινωνικού πλούτου.
Θα πρέπει να τονιστεί ότι η καλλιέργεια μίσους απέναντι σε πρόσφυγες και μετανάστες αποτελεί εδώ και χρόνια την αιχμή του δόρατος της δεξιάς, ακροδεξιάς, εθνικιστικής ιδεολογίας και πολιτικής δράσης. Με βάση την ακατάσχετη κινδυνολογία αναφορικά με τους ξένους, διανθισμένη με ασύλληπτα συνομωσιολογικά παραληρήματα, η ακροδεξιά επιχειρεί να κυριαρχήσει ιδεολογικά και πολιτικά, να συσπειρώσει και να κινητοποιήσει δυνάμεις εναντίον του εργατικού και λαϊκού κινήματος, να νομιμοποιήσει και να επιβάλει πολιτικές κοινωνικής καταστολής.
Ενώπιον αυτής της κατάστασης οι αγωνιζόμενες δυνάμεις της Αριστεράς και του κομμουνιστικού κινήματος θα πρέπει να έχουν διαρκές ανυποχώρητο μέτωπο ενάντια στη δεξιά-ακροδεξιά στοχοποίηση προσφύγων και μεταναστών, ενάντια στην ξενοφοβία και τον ρατσισμό. Ο αγώνας κατά της ξενοφοβικής υστερίας είναι άρρηκτα συνδεμένος με την απόκρουση της στηριζόμενης από ευρύτερες συστημικές δυνάμεις -ΜΜΕ, επιχειρηματικούς, πολιτικούς, εκκλησιαστικούς και στρατιωτικούς κύκλους- ανόδου της ακροδεξιάς, ως πολύτιμου στυλοβάτη και διαχειριστή ενός συστήματος που βρίσκεται σε κρίση και αστάθεια.
Ποια θεωρείς σημεία αναφοράς στη σκέψη και πολιτική δράση της Αριστεράς απέναντι σε αυτή την κατάσταση;
Για την αντικαπιταλιστική και κομμουνιστική Αριστερά θεμελιώδες στοιχείο ανάλυσης των κοινωνικών φαινομένων είναι η ταξική θεώρησή τους και ακριβέστερα η θεώρησή τους υπό το πρίσμα των ταξικών συμφερόντων των εργαζομένων και της προοπτικής κοινωνικής χειραφέτησής τους. Υπό αυτό το πρίσμα πρέπει να ερμηνεύονται οι κυρίαρχες πολιτικές, οι διεθνείς σχέσεις και συγκρούσεις, η κυρίαρχη προπαγάνδα.
Αναφορικά με το προσφυγικό και μεταναστευτικό ζήτημα η αντικαπιταλιστική και κομμουνιστική Αριστερά πρέπει πρωτίστως να ξεσκεπάζει τις ταξικές σχέσεις και δυνάμεις που το γεννούν, τις δυνάμεις των κυρίαρχων ιμπεριαλιστικών κέντρων που διεξάγουν ληστρικό οικονομικό και στρατιωτικό πόλεμο εναντίον λαών και περιοχών του πλανήτη.
Πρόκειται για την αυθεντικά διεθνιστική στάση, η οποία προτάσσει αποφασιστικά τη φιλία μεταξύ των λαών, την ταξική αλληλεγγύη μεταξύ των εργαζομένων, την αλληλεγγύη προς όλους τους ξεριζωμένους και εξαθλιωμένους ανθρώπους, τα θύματα των επεμβάσεων και πολέμων της ιμπεριαλιστικής Δύσης.
Η αλληλεγγύη προς τους πρόσφυγες και μετανάστες που βρίσκονται ή έρχονται στη χώρα μας έχει σαφώς ορισμένες πολύ σημαντικές πρακτικές διαστάσεις, όσον αφορά τη διασφάλιση συνθηκών αξιοπρεπούς διαβίωσης και ικανοποίησης των θεμελιωδών αναγκών τους. Η αλληλεγγύη όμως προς αυτούς έχει ευρύτερη πολιτική σημασία, αγγίζει άμεσα και το κοινωνικό ζήτημα στη χώρα μας, το πώς θέλουμε να διαμορφώσουμε την κοινωνία μας, το τι σχέσεις θέλουμε να αναπτύξουμε μεταξύ μας.
Η αλληλεγγύη προς ανθρώπους ξεριζωμένους και καταδιωγμένους, προς τα θύματα του καπιταλισμού και του ιμπεριαλισμού, σημαίνει αναγνώριση των κοινών προβλημάτων και εχθρών των λαών, των κοινών αναγκών και συμφερόντων τους ενάντια στις δυνάμεις της ταξικής εκμετάλλευσης και του ανταγωνισμού.
Αλληλεγγύη και διεθνισμός σήμερα σημαίνουν αναγνώριση των κοινών προβλημάτων, αναγκών και συμφερόντων, ενάντια στις δυνάμεις της εκμετάλλευσης.
Σε εποχές οξύτατων διεθνών αντιπαραθέσεων και ιδιαιτέρως της σφοδρής σύγκρουσης μεταξύ του κυρίαρχου ιμπεριαλιστικού πόλου της Δύσης και νέων ανερχόμενων καπιταλιστικών δυνάμεων που αμφισβητούν αυτή την κυριαρχία, η αλληλεγγύη προς τους πρόσφυγες και μετανάστες συνδέεται οργανικά με την ανάπτυξη διεθνούς αλληλεγγύης μεταξύ των λαών ενάντια στον πόλεμο και το σύστημα που τον γεννά.
Βεβαίως κομβικό ζήτημα, όσον αφορά τη στάση των δυνάμεων της Αριστεράς απέναντι στους πρόσφυγες και τους μετανάστες, αποτελεί η αντίληψη για το εφικτό και αναγκαίο υπέρβασης της κεφαλαιοκρατίας, στην κατεύθυνση μιας χειραφετημένης σοσιαλιστικής κοινωνίας.
Υπό το πρίσμα ακριβώς της αντίληψης για το εφικτό και αναγκαίο μιας κοινωνίας χωρίς εκμετάλλευση και ανταγωνισμό -θεμελιωμένης στις σύγχρονες δυνατότητες της εργασίας να ικανοποιεί ανθρώπινες ανάγκες- μπορούν να αποκρουστούν αποτελεσματικά τα ιδεολογήματα της ξενοφοβίας και του μισανθρωπισμού που οι δεξιές-ακροδεξιές δυνάμεις στρέφουν εναντίον των προσφύγων και μεταναστών.
Και δεν είναι τυχαίο ότι η ήττα των πρώτων σοσιαλιστικών καθεστώτων, η παγκόσμια υποχώρηση του κομμουνιστικού και αντικαπιταλιστικού κινήματος, με τον επακόλουθο ισχυρό κλονισμό της ελπίδας σε μια χειραφετημένη σοσιαλιστική κοινωνία ήταν οι κρίσιμοι παράγοντες που, από κοινού με την παγκόσμια καπιταλιστική κρίση και τη βαθύτατη αποσταθεροποίηση όλων των συνθηκών του βίου, δημιούργησαν κατάλληλο έδαφος για την επέλαση των δυνάμεων της ακροδεξιάς και του εθνικισμού. Και μάλιστα για τη διείσδυση του λόγου τους και σε τμήματα των εργαζομένων που παραδοσιακά στήριζαν την Αριστερά.
Όταν η αντικαπιταλιστική και κομμουνιστική Αριστερά περιορίζει ή και εγκαταλείπει τις αναφορές της στο στρατηγικό στόχο της σοσιαλιστικής κοινωνίας, όταν αδυνατεί να αναφερθεί στον στόχο αυτό με όρους σαφούς και σύγχρονης θεμελίωσής του, όταν στην καθημερινή πολιτική της προδίδει διαρκώς τον στόχο αυτό, τότε ακούσια στέλνει στην κοινωνία ένα πολύ συγκεκριμένο μήνυμα, ότι η κατάσταση του καθολικού ανταγωνισμού είναι η μόνη εφικτή και, συνεπώς, δεν απομένει παρά να αποδεχτεί κανείς τους κυρίαρχους κανόνες του παιχνιδιού και να λειτουργήσει με αυτούς.
Δεν είναι επίσης τυχαίο ότι δυνάμεις και παράγοντες της Αριστεράς που παραιτούνται από τον στρατηγικό στόχο του σοσιαλισμού, περνούν σταδιακά στην υιοθέτηση της ιδεολογίας και των πολιτικών στόχων του αστικού στρατοπέδου, συμπεριλαμβανομένων και αρκετών σημείων της αστικοπατριωτικής και εθνικιστικής ιδεολογίας. Βεβαίως, η μετατόπιση αυτή (συχνά με ισχυρή δόση πολιτικού καιροσκοπισμού, ως επιδίωξη σύμπλευσης με τις κυρίαρχες διαθέσεις), τοποθετώντας την οπτική των εθνικών συμφερόντων στη θέση της ταξικής οπτικής των κοινωνικών σχέσεων αλλοιώνει θανάσιμα τις όποιες αριστερές δυνάμεις και τις καταργεί ως τέτοιες.
Ειδικά στο ιδεολογικό μέτωπο και την ενορχηστρωμένη προσπάθεια να εδραιωθεί ο ρατσισμός, οι ακροδεξιές και φασιστικές αντιλήψεις στην κοινωνία ποιος μπορεί να είναι ο αντίλογος;
Οι διάφορες ακροδεξιές και φασιστικές αντιλήψεις για την κοινωνία, με τις ξενοφοβικές και ρατσιστικές ιδέες που τις διακρίνουν, καταλήγουν, στον ένα ή τον άλλο βαθμό, στην ιδεολογία του εθνικισμού. Στον πυρήνα τους βρίσκεται ο εθνικισμός, η αναφορά στη μοναδικότητα και ανωτερότητα του «ημέτερου» έθνους ως μιας φαντασιακά υπερταξικής κοινότητας των ιδιωτών-ιδιοκτητών. Ο εθνικισμός αποτελεί ιδεολογία που αποσκοπεί στη μαζική συσπείρωση γύρω από την κυρίαρχη τάξη ευρύτερων κοινωνικών στρωμάτων, ως συσπείρωση πολέμου εναντίον εσωτερικών και εξωτερικών εχθρών.
Ο εθνικισμός υπονομεύει καίρια την ταξική συσπείρωση των εργαζομένων, καλλιεργώντας την υποταγή στα αφεντικά, το μίσος για άλλους λαούς, για κάθε άνθρωπο που δεν αντιστοιχεί στα πρότυπα της «εθνικής καθαρότητας».
Απέναντι στον εθνικισμό και γενικά στα ιδεολογήματα των ακροδεξιών-φασιστικών δυνάμεων η αντικαπιταλιστική-κομμουνιστική Αριστερά δεν μπορεί παρά να προτάξει την προοπτική μιας κοινωνίας αυθεντικής συντροφικότητας και αλληλεγγύης.
Στον σύγχρονο κόσμο, όπου το σύστημα υλικής παραγωγής τείνει σε ολοένα μεγαλύτερη κλίμακα να αποτελεί κατεξοχήν τεχνολογική εφαρμογή της επιστημονικής γνώσης, των δημιουργικών ικανοτήτων των εργαζομένων, όπου η παραγωγή του πλούτου σε ολοένα μικρότερο βαθμό εξαρτάται από τον χρόνο άμεσης-αναγκαίας εργασίας των ανθρώπων, αποτελεί πρώτιστο καθήκον της Αριστεράς να αναδεικνύει το εφικτό και αναγκαίο ενός άλλου κόσμου.
Αν έχει λόγο ύπαρξης η Αριστερά, ακριβώς ως αντικαπιταλιστική-κομμουνιστική Αριστερά, είναι για να καλλιεργεί στους «κολασμένους της Γης», ντόπιους και ξένους εργαζόμενους, την πεποίθηση ότι ο κόσμος της εκμετάλλευσης και του ανταγωνισμού δεν είναι αήττητος, ότι μια κοινωνία καθολικής συντροφικότητας -θεμελιωμένη στις απελευθερωμένες από την εξουσία του κεφαλαίου σύγχρονες παραγωγικές δυνάμεις της εργασίας- είναι οπωσδήποτε εφικτή.
Χωρίς αυτή την πεποίθηση των εργαζομένων δεν μπορεί να υπάρξει ελπίδα, και χωρίς ελπίδα δεν μπορεί να υπάρξει αποφασιστική αγωνιστικότητα και μαζική αντικαπιταλιστική πολιτική κινητοποίηση.
Συμμετέχεις σε μια πρωτοβουλία πανεπιστημιακών που προκάλεσε αίσθηση με το κείμενο υπογραφών «Σε αυτόν τον πόλεμο ποιος είναι ο εχθρός μας;». Δεν ήταν τελικά αυτονόητη η σύνδεση του προσφυγικού με τον σύγχρονο καπιταλισμό…
Μόνο διά της αναφοράς στον σύγχρονο καπιταλισμό, στις οξύτατες κρίσεις, ανακατατάξεις και συγκρούσεις του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος και στις ανθρωπιστικές καταστροφές που προκαλούν, μπορούν να εξηγηθούν τα προσφυγικά και μεταναστευτικά ρεύματα. Ειδάλλως, υπάρχει ο κίνδυνος να παραδοθούμε σε απύθμενης ανοησίας θεωρίες συνωμοσίας, που ευδοκιμούν σε ευρύ φάσμα των δυνάμεων της δεξιάς και ακροδεξιάς.
Η στάση απέναντι στο προσφυγικό ζήτημα συνάπτεται άμεσα με τη στάση απέναντι στον σύγχρονο καπιταλισμό. Κάθε μορφής δαιμονοποίηση και ενοχοποίηση των προσφύγων συνιστά ντε φάκτο απολογητική των καταστροφικών δυνάμεων της κεφαλαιοκρατίας. Απολογητική ενός κόσμου εξαιρετικά ανοιχτού για τις δραστηριότητες του πολυεθνικού κεφαλαίου, την κίνηση του χρήματος και των εμπορευμάτων και συνάμα κλειστού, εχθρικού κι επικίνδυνου για ανθρώπους ξεκληρισμένους και εξαθλιωμένους.
Θα πρέπει να τονιστεί ότι ο κόσμος της επιστήμης, της διανόησης και της τέχνης δεν μπορεί να μένει αδιάφορος σε φαινόμενα ξενοφοβικής υστερίας, στην παρουσίαση των προσφύγων ως εθνικής απειλής και δημόσιου κινδύνου, στην παράδοση της κοινωνίας σε μια μαζικότατη προπαγάνδα ανορθολογισμού, παραπληροφόρησης και συνωμοσιολογίας, που παραλύει τη σκέψη, δημιουργεί φοβίες και οδηγεί στην πολιτική χειραγώγηση των ανθρώπων.
Στις υπογραφές βλέπει κανείς ακαδημαϊκούς και από το εξωτερικό, ειδικά από την Τουρκία και μάλιστα ανθρώπων που βρίσκονται σε σύγκρουση με την κυβέρνηση Ερντογάν πληρώνοντας κόστος. Πώς σχολιάζεις την απήχηση της πρωτοβουλίας;
Η πρωτοβουλία αυτή, από όσο μπορώ να γνωρίζω, είχε σημαντική και θετική απήχηση, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Δεν είναι τυχαίο ότι την αγγλική μετάφραση του κειμένου υπέγραψαν αρκετοί αλλοδαποί πανεπιστημιακοί, συμπεριλαμβανομένων Τούρκων συναδέλφων, οι οποίοι, σημειωτέον, υφίστανται σκληρές διώξεις και καταστολή από την κυβέρνηση Ερντογάν. Αυτό δείχνει ότι το κείμενο-δήλωση των πανεπιστημιακών δεν προβάλλει κάποια εκκεντρική, αφ’ υψηλού προσέγγιση του προσφυγικού ζητήματος, αλλά εκφράζει θεμελιώδεις αρχές και αξίες της Αριστεράς, διεθνώς.
Σαφώς το κείμενο αυτό δεν δίνει απαντήσεις –ούτε θα μπορούσε άλλωστε να το κάνει– σε όλα τα ζητήματα που άπτονται του προσφυγικού προβλήματος.
Αυτό που επιχείρησε να κάνει είναι να αντιπαρατεθεί στην κλιμακούμενη ξενοφοβική προπαγάνδα από τη σκοπιά των συμφερόντων του κόσμου της εργασίας, των ανθρώπων του μόχθου. Από τη σκοπιά της ανάγκης να διατηρηθεί και να ενισχυθεί η αλληλεγγύη μεταξύ των «ταπεινών και καταφρονεμένων» του κόσμου αυτού, ενάντια στις κραυγές μισανθρωπισμού και πολέμου των αφεντικών τους.
Σαφώς το κείμενο αυτό δεν άρεσε σε όλους. Κι αυτό νομίζω ήταν αναμενόμενο. Σε συνθήκες οξύτατης αντιπαράθεσης μεταξύ των κυρίαρχων τάξεων Ελλάδας και Τουρκίας, με την κατάσταση να αγγίζει συχνά το ενδεχόμενο θερμού επεισοδίου και τον εθνικιστικό παροξυσμό να γνωρίζει μεγάλη εξάπλωση, η διεθνιστική οπτική του κειμένου δεν μπορούσε να μην προκαλέσει τη δυσαρέσκεια ορισμένων.
Πέραν όμως του πώς σκέφτονται και ενεργούν οι δυνάμεις της δεξιάς και ακροδεξιάς, πέραν του πώς παραμορφώνει την πραγματικότητα η κυρίαρχη προπαγάνδα, η ζωή των ανθρώπων στην Ελλάδα και διεθνώς θα συνεχίσει να καθορίζεται από ένα εξαιρετικά πολύπλοκο πλέγμα παγκόσμιων αλληλεξαρτήσεων, υποταγμένων στην ανεξέλεγκτη-χαώδη κίνηση των δυνάμεων της κεφαλαιοκρατίας, οι οποίες γενούν κρίσεις, συγκρούσεις, πρωτόγνωρες προκλήσεις και κινδύνους. Σε αυτές τις συνθήκες κανείς δεν μπορεί να είναι ασφαλής μόνος τους, σκεφτόμενος μόνο τον εαυτό του και σε ανταγωνιστική σχέση με τους άλλους.
Σ’ έναν κόσμο που ανακυκλώνει με τον πλέον καταστροφικό τρόπο τα αδιέξοδά του, όπου εκατομμύρια ανθρώπων κατακρημνίζονται σε αβύσσους δυστυχίας και ολέθρου, η μαχητική αλληλεγγύη προς τους πρόσφυγες-θύματα του ιμπεριαλισμού και του πολέμου και προς τους μετανάστες-προλετάριους των τριτοκοσμικών εσχατιών της κεφαλαιοκρατίας συνιστά έμπρακτη αντίσταση στον ρατσισμό και τον εθνικισμό-φασισμό, στο σύστημα του κοινωνικού ανταγωνισμού και της ταξικής εκμετάλλευσης. Αποτελεί δε κρίσιμο τρόπο διαφύλαξης της ανθρώπινης υπόστασής μας, διατήρησης της ελπίδας ότι η γενικευμένη αποκτήνωση δεν είναι αναπόφευκτη, ότι ένας κόσμος καθολικής συντροφικότητας είναι εφικτός. Γιατί αν χαθεί αυτή η ελπίδα, δεν θ’ απομείνει τίποτε άλλο από την κυνική υποταγή στους κυρίαρχους κανόνες ενός πολέμου όλων εναντίον όλων!