Αντώνης Δραγανίγος
Το ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση έχει μια δημιουργική πορεία. Όχι μόνο πρωτοστάτησε, με τις σχετικά μικρές δυνάμεις του, σε μια σειρά ταξικούς αγώνες αλλά ανέπτυξε καινοτόμες προγραμματικές και θεωρητικές επεξεργασίες. Παρόλα αυτά, ό,τι έχει ως τώρα κατακτηθεί είναι ανολοκλήρωτο και ανεπαρκές. Σε συνδυασμό με τις προκλήσεις της νέας εποχής απαιτούνται ανώτερα ποιοτικά βήματα.
Πρωτοπόρο στις σκληρές ταξικές αναμετρήσεις
Το ΝΑΡ φτάνει στα 30 χρόνια από την ίδρυσή του, έχοντας πίσω μια πλούσια ιστορία αγώνων και συνεισφοράς στο εργατικό και λαϊκό κίνημα και την κομμουνιστική αριστερά. Με την δράση των μελών του κατάφερε όχι μόνο να υπάρχει για τρεις δεκαετίες αλλά και να επιδρά με ένα σχετικά μαζικό τρόπο. Τα 30 αυτά χρόνια οι δυνάμεις του ΝΑΡ ήταν παρούσες σε όλες τις μεγάλες συγκρούσεις με το κεφάλαιο και τις κυβερνήσεις τους, παρά την αριθμητική τους δύναμη.
Έπαιξαν πρωταγωνιστικό ρόλο στη νεολαιίστικη εξέγερση του ’90-91, αλλά και στα «εξεταστικά» το 1998, πληρώνοντας μάλιστα βαρύ φόρο. Έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην μεγαλειώδη απεργία των δασκάλων για 1.400 ευρώ κατώτερο μισθό, ενώ πήραν μαχητικά μέρος στα αντιπολεμικά κινήματα των επόμενων χρόνων (πόλεμοι Γιουγκοσλαβίας και Ιράκ). Πρωταγωνίστησαν στη δημιουργία και τη δράση της Πρωτοβουλίας Αγώνα Θεσσαλονίκη 2003. Πήραν μέρος με τρόπο συνειδητό στην έκρηξη του Δεκέμβρη του 08, επιδιώκοντας να μπολιαστεί με ριζοσπαστικά αντικαπιταλιστικά αιτήματα. Έπαιξε ρόλο στους μεγάλους αντιμνημονιακούς αγώνες της περιόδου 2010-15, επιδιώκοντας να κυριαρχήσουν στο κίνημα στόχοι του αντικαπιταλιστικού προγράμματος, υπερβαίνοντας τον κυβερνητικό ορίζοντα της αστικορεφορμιστικής πρότασης του ΣΥΡΙΖΑ.
Το ΝΑΡ οικοδόμησε μια σταθερή κομμουνιστική οργάνωση, με πανελλαδικότητα, παρέμβαση σε σημαντικά τμήματα της εργατικής τάξης και ιδιαίτερη αναφορά στην νεολαία, αν και δεν κατόρθωσε να οικοδομήσει τη σταθερή εργατική βάση που ήταν αναγκαία. Έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στη συγκρότηση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, το πιο πετυχημένο μετωπικό εγχείρημα της αντικαπιταλιστικής αριστεράς. Με τη δράση του έχει κατοχυρωθεί σαν μια σημαντική δύναμη της αριστεράς στη χώρα μας και της αντικαπιταλιστικής-επαναστατικής αριστεράς στην Ευρώπη.
Επαναστατική ανανέωση και κομμουνιστική επαναθεμελίωση
Η ιστορική περίοδος μέσα στην οποία γεννήθηκε το ΝΑΡ απαιτούσε μια τομή, καθώς ήταν η περίοδος της οριστικής κρίσης και κατάρρευσης του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος και του «υπαρκτού σοσιαλισμού» από την μια και ολοκλήρωσης της εκφυλιστικής και δεξιάς πορείας του στην χώρα μας με την συμμετοχή του ΚΚΕ στις κυβερνήσεις Τζαννετάκη και Ζολώτα. Έτσι το ΝΑΡ θεμελίωσε την «ταυτότητά του» πάνω στις βασικές ιδέες της «επαναστατικής ανανέωσης» και της «κομμουνιστικής επαναθεμελίωσης».
Επαναστατικής ανανέωσης γιατί τοποθέτησε τον εαυτό του στον χώρο της «επαναστατικής αριστεράς» διεκδικώντας ταυτόχρονα την «ανανέωση» της επαναστατικής προοπτικής, σε αντίθεση με τις διάφορες εκδοχές των «δεξιών» και ρεφορμιστικών «ανανεώσεων» του κομμουνιστικού κινήματος. Και «κομμουνιστικής επαναθεμελίωσης» γιατί εντάχθηκε στρατηγικά στον χώρο της κομμουνιστικής αριστεράς, ορίζοντας όμως την ανάγκη ριζικής τομής και επαναθεμελίωσης/επανίδρυσης αυτού που κληρονομήσαμε και όχι απλής συνέχειάς του. Το ΝΑΡ λοιπόν έβαλε στον εαυτό του το δύσκολο καθήκον να συμβάλλει σε μια επαναθεμελίωση του κομμουνιστικού προτάγματος και του επαναστατικού δρόμου.
Έτσι μέσα στο χάος των καταρρεύσεων επεδίωξε να ερμηνεύσει την πορεία των χωρών του «υπαρκτού», τη διαμόρφωση του ταξικού τους χαρακτήρα και των αντιθέσεων τους, τις μορφές που πήρε η ταξική πάλη και την τελική ανάπτυξη των όρων της κατάρρευσής τους και της ανοιχτά καπιταλιστικής τους πορείας. Αξιοποίησε την προϋπάρχουσα εμπειρία και θεωρητικές επεξεργασίες, τη συνεισφορά άλλων επαναστατικών ρευμάτων, με βάση τη μαρξιστική ανάλυση.
Ταυτόχρονα, προσπάθησε να ανιχνεύσει τα νέα ποιοτικά χαρακτηριστικά του καπιταλισμού στην παραγωγική βάση, στις διεθνείς σχέσεις, στο πολιτικό σύστημα, στη σχέση με την φύση, στις πολιτιστικές και ιδεολογικές σχέσεις. Αντίληψη που συμπυκνώθηκε στον όρο του ολοκληρωτικού καπιταλισμού.
Βασικό στοιχείο των επεξεργασιών του ΝΑΡ στάθηκε η ανάγκη αποκατάστασης της διαλεκτικής, λενινιστικής σχέσης τακτικής-στρατηγικής με την ηγεμονία της στρατηγικής, κομμουνιστικής στόχευσης πάνω στην τακτική.
Η προσπάθεια υπέρβασης του απόλυτου διχασμού ανάμεσα σε μια κομμουνιστική στρατηγική που συνήθως αφορά το μακρινό μέλλον και αναπαύεται στα κομματικά γραφεία και μια τακτική που δεν είναι παρά ένας τακτικισμός «άμεσων στόχων», ξεκομμένων και χωρίς σύνδεση με την κομμουνιστική στρατηγική αποτέλεσε σοβαρό ζήτημα συζήτησης για το ΝΑΡ, και μάλιστα στην πολύ δύσκολη περίοδο που η κομμουνιστική στρατηγική αντικειμενικά μπήκε σε κρίση. Η λογική αυτή αποκρυσταλλώθηκε στην επαναστατική τακτική της «αντικαπιταλιστικής ανατροπής της επίθεσης» και το «αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα πάλης» σε σύνδεση με τη στρατηγική της κομμουνιστικής απελευθέρωσης.
To ΝΑΡ τοποθετήθηκε εξ αρχής υπέρ της εργατικής τάξης σαν το βασικό, καθολικό επαναστατικό υποκείμενο απορρίπτοντας άλλες αντιλήψεις περί ενσωμάτωσης ή και εξαφάνισης της εργατικής τάξης, νέων «υποκειμένων», «πλήθους» κλπ., ανιχνεύοντας ταυτόχρονα τη διαρκή διαπάλη στο εσωτερικό της τάξης ανάμεσα στην τάση της χειραφέτησης και την τάση της υποταγής, των όρων για την νίκη της πρώτης πάνω στην δεύτερη (νέο, πολιτικό εργατικό κίνημα, λογική της ρήξης και υπέρβασης της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας).
Τέλος το ΝΑΡ επεδίωξε να οικοδομήσει μια άλλη διαλεκτική αντίληψη για το «υποκείμενο», δηλαδή για τη σχέση «κόμματος-μετώπου-κινήματος», να αποκαταστήσει μια επαναστατική αντίληψη για την μετωπική πολιτική. Να συμβάλλει στο ξεπέρασμα του δίπολου «σεχταρισμού-οπορτουνισμού», με άλλα λόγια τόσο της λογικής του «κόμματος-φρουρίου» που έχει δίπλα του μόνο εχθρούς όσο και της «ενότητας για την ενότητα», με υποτίμηση ή και λοιδορία του αναγκαίου περιεχομένου. Καρπός αυτών των επεξεργασιών ήταν και η ίδρυση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ το 2009 (με την συνεισφορά και των άλλων δυνάμεων φυσικά) αλλά και πριν από την ΑΝΤΑΡΣΥΑ. άλλες μετωπικές πολιτικές προσπάθειες καθώς και η δημιουργία των εργατικών, φοιτητικών πολιτικοσυνδικαλιστικών σχημάτων και των αντικαπιταλιστικών κινήσεων σε πόλεις και περιφέρειες, που αποτελούν κατακτήσεις της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς και του ρεύματός μας.
Παρά τα παραπάνω επιτεύγματα αυτό που έχουμε έως τώρα κατακτήσει πολιτικά και οργανωτικά είναι ανολοκλήρωτο και ανεπαρκές. Είναι ανολοκλήρωτο γιατί οι πολιτικές και θεωρητικές κατακτήσεις του ΝΑΡ δεν ήταν απαλλαγμένες από όρια και αντιφάσεις που για να τα υπερβούμε πρέπει να τα αναγνωρίσουμε και να μιλήσουμε ανοιχτά για αυτά.
Και είναι ανεπαρκές γιατί έχουμε μπει σε μια νέα περίοδο οξυμένων αντιθέσεων και αναμετρήσεων, όπου η προοπτική μιας νέας ύφεσης είναι ορατή, οι πολεμικοί κίνδυνοι δυναμώνουν, η οικολογική βόμβα έχει απασφαλίσει, ενώ το ζήτημα μιας αντικαπιταλιστικής ρήξης ήδη μπαίνει στην ημερήσια διάταξη μέσα από τους μεγάλους αγώνες που ξεσπούν διεθνώς. (Λ. Αμερική, Γαλλία κλπ).
Το ΝΑΡ θέτει ως στόχο να κάνει το ίδιο βήματα στην ανάπτυξη της κομμουνιστικής του φυσιογνωμίας, ώστε να συμβάλει στην οργάνωση της κομμουνιστικής απελευθέρωσης
Έτσι το ΝΑΡ έχει θέσει τον εαυτό του στην «βάσανο» μιας νέας τομής, ενός άλματος στη συγκρότησή του 30 χρόνια μετά την ίδρυσή του. Θέτει ως στόχο να κάνει το ίδιο βήματα στην ανάπτυξη της κομμουνιστικής του φυσιογνωμίας («κομμουνιστικός μετασχηματισμός») ώστε να συμβάλλει στην οργάνωση της κομμουνιστικής απελευθέρωσης που έχει ανάγκη η εποχή μας. Ποια μπορεί να είναι βασικά στοιχεία αυτής της πορείας;
Πρώτα απ΄ όλα η πιο βαθιά πολιτική προγραμματική «ωρίμανση» της κομμουνιστικής στρατηγικής, της επαναστατικής τακτικής και της μεταξύ τους σχέσης, στις νέες συνθήκες της ταξικής πάλης. Η ριζική αλλαγή του κοινωνικού πεδίου μέσα από τις «πυρηνικές» αλλαγές στις σχέσεις εργασίας που προκαλεί, για παράδειγμα, η 4η βιομηχανική επανάσταση, οι καπιταλιστικές αντιθέσεις και ο πόλεμος, η περιβαλλοντική κρίση απαιτούν μια ανώτερη προγραμματική προσέγγιση. Αλλά πάνω απ’ όλα το ζήτημα των συγκεκριμένων δρόμων προσέγγισης με επαναστατικό τρόπο του ζητήματος της εξουσίας, ώστε να μην βρεθεί η επαναστατική αριστερά σε θέση αδυναμίας, όπως στην περίοδο των μεγάλων αντιμνημονιακών αγώνων που έλεγε «τι» πρέπει να γίνει, αλλά όχι «πώς», με αποτέλεσμα να μην διαμορφωθεί μια συγκεκριμένη «επαναστατική τακτική» που να θέτει ως συνολική απάντηση στο πρόβλημα της εξουσίας την εργατική αντικαπιταλιστική επανάσταση, να προτείνει τους συγκεκριμένους για την περίοδο δρόμους προσέγγισής της. Έτσι η ανολοκλήρωτη τομή στην σχέση τακτικής-στρατηγικής, και ιδιαίτερα στον σκληρό πυρήνα της δηλαδή στο ζήτημα της «εξουσίας», των δρόμων και των φάσεων για την προσέγγισή της, δεν εξόπλισαν συγκεκριμένα τους αγωνιστές για να αντιμετωπίσουν την «κυβερνητική λύση» του ΣΥΡΙΖΑ.
Ένα τέτοιος κομμουνιστικός φορέας όχι μόνο δεν θα λειτουργεί ανασχετικά, αλλά αντίθετα θα αποτελεί δύναμη κρούσης στην οικοδόμηση ενός πλατιού, μαζικού αλλά και συνεκτικού αντικαπιταλιστικού μετώπου, στόχου στον οποίο στρατεύεται αποφασιστικά το ΝΑΡ και στον οποίο πρέπει να συμβάλει και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Θα συμβάλλει στην ανασυγκρότηση της πρωτοπορίας συνολικά.
Ενίσχυση της αυτοτελούς παρέμβασης του ΝΑΡ
▸ Το «κόμμα» συμβάλλει στο μέτωπο, αλλά δεν λειτουργεί μόνο εντός του
Το ΝΑΡ υποβάθμισε αποφασιστικά όλα αυτά τα χρόνια την αυτοτελή πολιτική και θεωρητική παρέμβαση «απευθείας» στην εργατική τάξη και τη νεολαία. Χωρίς όμως μια βαθιά, με στρατηγική χαρακτηριστικά παρέμβαση πάνω στο «σύνολο των αντιθέσεων» δεν μπορεί να συγκροτηθεί ένα βαθύτερο, συνεκτικότερο κομμουνιστικό πολιτικό ρεύμα ούτε το αντικαπιταλιστικό μέτωπο που απαιτούν οι συνθήκες. Η αδυναμία αυτή, συνδέεται με τον ανολοκλήρωτο και τελικά λαθεμένο τρόπο που καθορίστηκε πολιτικά και θεωρητικά η σχέση κόμματος-μετώπου, παρά το ότι η μετωπική πολιτική του είχε και εξαιρετικά δημιουργικά στοιχεία.
Το ΝΑΡ θεωρούσε το «κόμμα» σαν πλευρά του μετώπου. Το «μέτωπο» αποτελούσε βασικά τον φορέα άσκησης της πολιτικής. Έτσι «καταμερίζοντας» στο μέτωπο το πολιτικό πεδίο, το ΝΑΡ σε σημαντικό βαθμό «αυτοεξορίστηκε» στη σφαίρα της ιδεολογίας, ενώ η πολιτική του παρέμβαση περιορίστηκε αποκλειστικά στο πλαίσιο και τα όρια του μετώπου. Το ΝΑΡ απευθυνόταν σχεδόν αποκλειστικά εντός των πολιτικών μετώπων ή και σε άλλο επίπεδο αποκλειστικά εντός των πολιτικοσυνδικαλιστικών σχημάτων και μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις κυρίως στα τελευταία καθώς η δουλειά μας παραμένει σε μεγάλο βαθμό «συνδικαλιστική» και πάνω στα οικονομικά ζητήματα. Έτσι το «μέτωπο» αντί να είναι ένα δρόμος παρέμβασης και αλληλεπίδρασης με ευρύτερες δυνάμεις, έγινε σε σημαντικό βαθμό όριο για την παρέμβαση του ίδιου του ΝΑΡ.
Το «κόμμα» έχει συνολικό πολιτικό, ιδεολογικό και κοινωνικό ρόλο και απευθύνεται στην εργατική τάξη και τη νεολαία με το σύνολο της γραμμής του, συμβάλλοντας αποφασιστικά στην αλλαγή του συσχετισμού δυνάμεων. Με βάση αυτό μπορεί να επιδρά σε ευρύτερα αντιφατικά ριζοσπαστικά ρεύματα (πράγμα αναγκαίο), να συμβάλλει στη συγκρότηση αντικαπιταλιστικών μετωπικών μορφών, με επιδίωξη ηγεμονίας της επαναστατικής γραμμής.
Για μια άλλης ποιότητας κομμουνιστική οργάνωση
Σημαντική πλευρά του βαθέματος του κομμουνιστικού χαρακτήρα του ΝΑΡ είναι η αντιμετώπιση του οργανωτικού ζητήματος, καθώς τα προηγούμενα χρόνια υπήρξε μια σημαντική υποτίμηση του ρόλου της οργάνωσης. Σπάνια ασχοληθήκαμε όπως έπρεπε με την πολιτικο-ιδεολογική της συγκρότηση, τον σχεδιασμό της αυτοτελούς πολιτικής και θεωρητικής της παρέμβασης, τον σχεδιασμό της οικοδόμησής της, ιδιαίτερα στην εργατική τάξη και τα πληβειακά στρώματα της νεολαίας.
Το ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση επιδιώκει να ενισχύσει την κυριαρχία του συλλογικού πάνω στο ατομικό, του συνολικού πάνω στο επιμέρους. Να κατακτηθεί μια νέα στράτευση και μια πιο συνειδητή «κομματικότητα» και «αυτοεκτίμηση». Μια ανώτερη σύνδεση με την εργατική τάξη.
Σε αυτή την πορεία μετασχηματισμού του το ΝΑΡ ήδη συναντά εκατοντάδες αγωνιστές της «νέας» αλλά και της «παλιότερης» πολιτικοποίησης. Συντρόφισσες και σύντροφοι που έχουν πάρει μέρος στις επιτροπές, στις ημερίδες, που έχουν υπογράψει το κείμενο. Ο καθένας με τη δική του συνεισφορά, εμπειρία και λόγο.
Ακόμα πιο ελπιδοφόρα είναι η μάχη βαθέματος του κομμουνιστικού χαρακτήρα της νΚΑ και οικοδόμησης ενός πλατύτερου αντικαπιταλιστικού και κομμουνιστικού ρεύματος στην νεολαία.
Σήμερα είμαστε σε μια νέα πολιτική περίοδο, που οι ανάγκες της αντίστασης δυναμώνουν, ενώ τα ρεφορμιστικά σχέδια έχουν δείξει τα όρια τους και έχουν μπει σε κρίση. Αναδεικνύεται η ανάγκη μιας σύγχρονης κομμουνιστικής πρωτοπορίας που να μπορεί με ελκτικό τρόπο να ανανεώσει την κομμουνιστική προοπτική, ενός πλατιού συνεκτικού αντικαπιταλιστικού μετώπου και ενός ανατρεπτικού κινήματος.
Στα 30 χρόνια του ΝΑΡ ας δώσουμε την μάχη μιας νέας τομής, ξεκινώντας από τον ίδιο μας τον εαυτό.
Όταν «σκληροί» και «ανανεωτές» μαζί διέγραφαν την αριστερή διαφωνία