Γιάννης Ελαφρός
Αφιέρωμα 30 χρόνια ΝΑΡ: Μια πορεία μάχης
Το ΝΑΡ, πέρα από τη συμβολή του στους αγώνες εργαζομένων και νεολαίας, κράτησε ζωντανή όλα αυτά τα χρόνια τη φλόγα ενός σύγχρονου κομμουνιστικού κινήματος, όχι με τη νοσταλγία ενός δογματικού πιστού αλλά με το ασίγαστο πάθος όσων βλέπουν στον κομμουνισμό «τη νιότη του κόσμου».
Εκείνο το Σαββατοκύριακο, 10-11 Φλεβάρη του 1990, έκανε κρύο. Δεν ξέρω εάν ο «νεοσυντηρητικός χειμώνας» για τον οποίο προειδοποιούσαμε έδειχνε τα δόντια του, αλλά το μεγάλο αμφιθέατρο στη φοιτητική εστία του ΕΜΠ ήταν παγωμένο, αν και καυτό από πλευράς συζήτησης. Η ιδρυτική συνδιάσκεψη του Νέου Αριστερού Ρεύματος, με 413 εκλεγμένους αντιπροσώπους και εκατοντάδες παρατηρητές, είχε όλα τα στοιχεία μιας νέας απόπειρας που φτιάχνεται «χειροποίητα» και δεν είναι γραφειοκρατικά ελεγχόμενη, «του κουτιού». Πολλές ομιλίες μέχρι μετά τα μεσάνυχτα (κι όποιος αντέξει), πάθος και ελπίδα, αντιφάσεις, λάθη. Σημαντική η κοινωνική αναφορά του Ρεύματος, καθώς 40% των αντιπροσώπων ήταν εκλεγμένοι σε σωματεία, ομοσπονδίες και άλλους φορείς, καταλυτική η παρουσία της νεολαίας, με δύο στους πέντε αντιπροσώπους κάτω των 27 ετών. Τα άσπρα μαλλιά σπάνιζαν, ενώ μόλις το 5% ήταν άνω των 40 ετών! Κι όταν προς το τέλος ψηφίστηκε να αποχωρήσουν οι παρατηρητές μέλη της νεοσύστατης οργάνωσης από τη διαδικασία των αποφάσεων, προκλήθηκε μεγάλη αντίδραση, με αποτέλεσμα να αλλάξει η αρχική τοποθέτηση.
Το ΝΑΡ γεννήθηκε έχοντας τα σημάδια της εποχής του. Η πορεία κατάρρευσης του ανύπαρκτου σοσιαλισμού έριχνε βαριά σκιά στην κομμουνιστική προσπάθεια, ενώ η αριστερή διαφωνία εντός του ΚΚΕ δεν ήταν ενιαία: υπήρχε ένα δυναμικό που επιζητούσε τίμια μια επιστροφή σε ένα παλιό καλό ΚΚΕ και δεν άργησε να αποχωρήσει από το ΝΑΡ. Υπήρχαν τάσεις που θαμπώνονταν από το «νέο» γενικά (και όχι το επαναστατικό), που με λογικές αγνωστικισμού ζητούσαν «να τα δούμε όλα από την αρχή» και έφυγαν μετά τις πρώτες ήττες. Υπήρχε και ένα μαχητικό κομμάτι, που αναζητούσε ένα νέο κύμα του κομμουνιστικού κινήματος, μια τομή μέσα στη συνέχεια της επαναστατικής ταξικής πάλης, όχι χωρίς παλινωδίες, και το οποίο βασικά συγκρότησε το μετέπειτα ΝΑΡ. Η συνύπαρξη αυτών των τριών τάσεων αποτυπώθηκε στον τίτλο της οργάνωσης που σύντομα συνδέθηκε με πιο ριζοσπαστικό νόημα.
Στην ιδρυτική συνδιάσκεψη υπήρξε αντιπαράθεση για τη στάση στις επερχόμενες βουλευτικές εκλογές. Υπήρξε πρόταση για συνεργασία με την ΑΚΟΑ (προερχόμενη από το ΚΚΕ εσωτ.) σε αντισυναινετική βάση. Η συνδιάσκεψη, με καθοριστική την παρέμβαση του Κ. Τζιαντζή, απέρριψε με συντριπτική πλειοψηφία αυτή την πρόταση εκλογικής συμμαχίας με μίνιμουμ περιεχόμενο. Οι όποιες αυταπάτες για γρήγορη ανάπτυξη του ρεύματος κατέπεσαν στις εκλογές της 8ης Απρίλη 1990, όπου τα ψηφοδέλτια της Λαϊκής Αντιπολίτευσης, που συμμετείχε το ΝΑΡ, πήραν 14.365 ψήφους (0,22%). Ο συσχετισμός αναδεικνυόταν πια ανάγλυφος και καταθλιπτικός. Έγινε φανερό πως ο δρόμος θα ήταν μακρύς και δύσκολος και η «απεραντοσύνη των σκοπών μας» περισσότερο τρόμαζε παρά ενέπνεε σε εκείνη τη φάση.
Το ΝΑΡ ξεπέρασε την παιδική θνησιμότητα των περισσότερων διασπάσεων, άντεξε δημιουργικά και αναπτύχθηκε, γιατί από ένα σημείο και μετά κινήθηκε συνειδητά, αν και με μεγάλα ελλείμματα, στην κατεύθυνση της επαναθεμελίωσης του κομμουνιστικού κινήματος, προς το όλον μιας στρατηγικής απάντησης στον ολοκληρωτικό καπιταλισμό. Ο στόχος βέβαια που είχαμε θέσει, ξεπερνούσε τα όρια (κοινωνικά-ταξικά, προγραμματικά-θεωρητικά και επαναστατικής στράτευσης) του ΝΑΡ και το ξέραμε. Αλλά «το ζήτημα είναι να μην παραδίνεσαι»…
Κι είναι η συνειδητή απόφασή μας να υπερβούμε το ΝΑΡ σε μια ανώτερη κομμουνιστική οργάνωση, μαζί με όσους εμπνέονται από τον ίδιο στόχο, η πιο μάχιμη αυτοκριτική για όσα δεν κάναμε, για τις ευθύνες που αναλαμβάνουμε. Για ένα «άλμα πιο γρήγορο από τη φθορά».
Όταν «σκληροί» και «ανανεωτές» μαζί διέγραφαν την αριστερή διαφωνία
Το μεγάλο στοίχημα του ΝΑΡ: Από τη ρήξη του ΄89 στο άλμα της εποχής μας