Ανάλυση: Σπύρος Χαϊκάλης. ωκεανογράφος, Γραμματεία Αντικαπιταλιστικής
Ανατροπής στην Αττική
Κόβουν σε «οικόπεδα» τη Μεσόγειο
Ανύπαρκτα για την κοινωνική πλειονότητα τα οφέλη από τις παραχωρήσεις δικαιωμάτων έρευνας και εξόρυξης στις πολυεθνικές ενέργειας. Σοβαροί οι κίνδυνοι, ειδικά στις περιοχές
της χώρας μας που τα βάθη είναι πολύ μεγάλα, ενώ υπάρχει και σοβαρή σεισμική δραστηριότητα. Τουλάχιστον έξι περιβαλλοντικά ατυχήματα κάθε χρόνο σε πλατφόρμες εξόρυξης.
Ελευθέρας από κυβερνήσεις στις πολυεθνικές ενέργειας
Τα τελευταία χρόνια έχουν ενταχθεί για τα καλά στο δημόσιο λόγο όροι όπως «θαλάσσια οικόπεδα», εξορύξεις, πετρελαϊκές εταιρίες. Η αρχή έγινε με την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και συνεχίζεται με αμείωτη ένταση από την παρούσα κυβέρνηση της ΝΔ: οικοπεδοποίηση της θάλασσας και παραχώρησή της σε πετρελαϊκούς/ενεργειακούς κολοσσούς για την έρευνα αρχικά και την εκμετάλλευση σε δεύτερο χρόνο υδρογονανθράκων. Ο αριθμός των θαλάσσιων οικοπέδων αριθμεί τα είκοσι, έντεκα στο Ιόνιο Πέλαγος και εννιά νότια της Κρήτης (Λυβικό Πέλαγος) συνολικής έκτασης 50.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων. Ήδη, οι εταιρείες Exxon Mobil, Total, Repsol και Ελληνικά Πετρέλαια έχουν συνάψει συμβάσεις με το ελληνικό κράτος για διεξαγωγή ερευνών.
Αξίζει να σημειωθεί πως οι παραχωρήσεις που είχαν γίνει από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ για τη διεξαγωγή θαλάσσιας έρευνας για υδρογονάνθρακες ήταν ιδιαίτερα ευνοϊκές για τις πετρελαϊκές εταιρείες, χωρίς να τηρούνται στοιχειώδεις κανόνες σεβασμού της θαλάσσιας βιοποικιλότητας. Χαρακτηριστική είναι η απαλλαγή από τη σύνταξη Στρατηγικών Μελετών Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων για τη χρήση σεισμικών αεροβολών, οι οποίες σε περιπτώσεις είναι πιθανό να επιφέρουν σοβαρά τραύματα σε θαλάσσιους οργανισμούς και η χρήση τους θα έπρεπε να εξετάζεται ανά περιοχή. Η σημερινή κυβέρνηση της ΝΔ, μάλιστα, συνεχίζοντας στον ίδιο δρόμο της υποβάθμισης των όποιων κινδύνων για το θαλάσσιο περιβάλλον, δεν διστάζει να αγνοήσει ακόμα και τις συμβουλευτικές μελέτες θεσμών του κράτους. Σε πρόσφατη μελέτη της επιτροπής ΦΥΣΗ 2000 (Natura 2000) που υπάγεται στο υπουργείο Περιβάλλοντος, επισημαίνεται μια σειρά κινδύνων που προκύπτουν από την έρευνα για υδρογονανθράκων, μελέτη που τελικώς αγνοήθηκε στην πράξη από την πολιτική ηγεσία του υπουργείου και την κυβέρνηση της ΝΔ.
Τα σημεία που προορίζονται για εξορύξεις δεν είναι καθόλου «καμένη γη», απεναντίας γειτνιάζουν με 90 προστατευόμενες περιοχές και είναι υψηλής περιβαλλοντικής αξίας
Είναι προφανές πως το ελληνικό κεφάλαιο και κράτος επιχειρούν να πάρουν μια ισχυρή γεωπολιτική θέση στη σκακιέρα της ευρύτερης περιοχής, μέσω της παραχώρησης θαλάσσιων οικοπέδων προς έρευνα και ενδεχόμενη αξιοποίηση κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου. Για να το κατορθώσει αυτό το αστικό κράτος ξεπουλάει –ακόμα και με αστικούς όρους– τα όποια δικαιώματά του σε καπιταλιστικούς κολοσσούς της πετρελαιοβιομηχανίας, ενώ διαμορφώνει και ένα ιδιαίτερα ευνοϊκό νομικό πλαίσιο για τις εν λόγω εταιρείες. Σε αυτά τα πλαίσια δεν θα μπορούσαν να μην υπάρχουν και οι απαραίτητες διευκολύνσεις στο επίπεδο των περιβαλλοντικών μελετών με γνώμονα την «παράκαμψη της γραφειοκρατίας» προς όφελος των «νόμων της αγοράς». Κι αυτό παρότι με τα οικόπεδα που έχουν παραχωρηθεί στις εταιρείες για έρευνα και εξόρυξη σε Ιόνιο και Κρήτη γειτνιάζουν συνολικά 90 προστατευόμενες περιοχές (4 εθνικά πάρκα, 2 εθνικοί δρυμοί, 21 καταφύγια άγριας ζωής και 63 περιοχές του δικτύου Natura). Όπως γίνεται αντιληπτό, οι περιοχές μελέτης μόνο ως «καμένη γη» δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν. Αντίθετα είναι περιοχές υψηλής περιβαλλοντικής αξίας. Συγκεκριμένα, η Ελληνική Τάφρος αποτελεί σπίτι για δεκάδες παγκοσμίως σπάνια είδη που βρίσκονται υπό καθεστώς προστασίας, όπως είναι οι φάλαινες (πτεροφάλαινες), τα κητώδη (φυσητήρες, ζιφιοί), τα δελφίνια (ρινοδέλφινα, σταχτοδέλφινα, ζωνοδέλφινα), οι θαλάσσιες χελώνες και οι μεσογειακές φώκιες (πηγή WWF).
Μια από τις σημαντικότερες πλευρές, η οποία προκαλεί την ανησυχία των περισσότερων επιτροπών κατοίκων και ευρύτερου κόσμου είναι η απειλή ενός ατυχήματος. Το βασικό επιχείρημα των πετρελαϊκών εταιρειών απέναντι σε αυτή την ανησυχία είναι η σημαντική μείωση σε τέτοιου τύπου ατυχήματα. Κάτι τέτοιο είναι στατιστικά σωστό, όντως υπάρχει σημαντική μείωση του αριθμού των ατυχημάτων από το 1970 μέχρι σήμερα. Εντούτοις, αυτή η πλευρά αρκεί; Κατά μέσο όρο την τελευταία δεκαετία λαμβάνουν χώρα τουλάχιστον έξι ατυχήματα το χρόνο σε πλατφόρμες εξόρυξης πετρελαίου, εκ των οποίων τουλάχιστον τα μισά εναποθέτουν στο θαλάσσιο περιβάλλον πάνω από 700 τόνους πετρελαίου. Ο παραπάνω αριθμός είναι μικρός ή μεγάλος άραγε; Μάλιστα στη σχετική λίστα με τα πιο επιζήμια ατυχήματα για το θαλάσσιο περιβάλλον στη θέση νο 9 (για ατυχήματα από το 1970-2019) βρίσκεται ατύχημα που έγινε στο όχι και τόσο μακρινό 2018, εναποθέτοντας πάνω από 100.000 τόνους πετρελαίου στο θαλάσσιο περιβάλλον. Σε αυτό θα πρέπει να συνυπολογιστεί επίσης πως στη διεθνή επιστημονική βιβλιογραφία αναφέρεται συχνά πως το ενδεχόμενο ατυχήματος αυξάνεται τόσο σε περιπτώσεις γεωτρήσεων σε βαθιά νερά όσο και σε σεισμογενείς περιοχές, δηλαδή ακριβώς ό,τι συμβαίνει στα θαλάσσια «οικόπεδα», που έχουν παραχωρήσει οι ελληνικές κυβερνήσεις.
Οι παραπάνω στατιστικές έλαβαν υπ’ όψη τους όσα δήλωσαν οι πετρελαϊκές εταιρείες. Είναι όμως μόνο αυτά; Εδώ δεν επιχειρείται να μιλήσουμε για κρυφές στατιστικές και μυστικοπάθεια, κάθε άλλο. Ατυχήματα όμως που συμβαίνουν σε πλοία που μεταφέρουν πετρέλαιο από πλατφόρμα σε πλατφόρμα είναι ατυχήματα που τεχνικά δεν υπολογίζονται στην εξορυκτική δραστηριότητα, είναι όμως όντως ολότελα ανεξάρτητα; Τα ελληνικά λιμάνια είναι ήδη πρωταθλητές στη Μεσόγειο θάλασσα σε απόρριψη πετρελαίου στις ακτές. Η αντικειμενική αύξηση της κυκλοφορίας, η οποία θα είναι επακόλουθο των πλατφορμών εξόρυξης, θα δράσει θετικά ή αρνητικά σε αυτό το στατιστικό στοιχείο;
Βέβαια τα βασικά (και «δυνατά») επιχειρήματα από πλευράς κυβέρνησης και πετρελαϊκών εταιρειών δεν είναι τόσο η περιβαλλοντική προστασία όσο οι θέσεις εργασίας. Ας δούμε τι ισχύει στην πράξη.
Αλήθεια μπορεί να αντιμετωπιστεί αυτό το «επιχείρημα» με κάποιον άλλο τρόπο πέρα από το ότι είναι μια χυδαία υποκρισία στα μούτρα του δοκιμαζόμενου λαού και της νεολαίας; Αλήθεια υπάρχει κάποιος-α που να πιστεύει ότι θα μας σώσουν οι επενδύσεις των πετροδολαρίων; Και από τι θα μας σώσουν αλήθεια; Όταν όλες οι βασικές κρατικές δομές ασφυκτιούν από την υποστελέχωσή τους. Όταν τα σχολεία τελειώνουν σχολικές χρονιές χωρίς να διδάσκονται όλα τα μαθήματα, όταν στα νοσοκομεία γιατροί εργάζονται 32 ώρες συνεχόμενα για να καλυφθούν οι εφημερίες, για ποιες θέσεις εργασίας καυχιούνται;
Είναι προφανές πως όλα τα παραπάνω επιχειρήματα, είναι τεχνάσματα για να χρυσώσουν το χάπι και να καλύψουν τις βαθύτερες πολιτικές επιδιώξεις του ελληνικού κράτους και κεφαλαίου σε πλήρη συντονισμό με τους καπιταλιστικούς κολοσσούς της πετρελαιοβιομηχανίας.
Και αφού εξαντληθούν όλα τα παραπάνω επιχειρήματα, έρχεται το φαινομενικά ατράνταχτο επιχείρημα: «μα και καλά τι θέλετε; Να μείνουμε χωρίς ενέργεια;». Εδώ ανοίγει ένα συνολικότερο θέμα το οποίο ξεπερνά τους σκοπούς τους παρόντος άρθρου, εντούτοις επιγραμματικά αξίζουν να αναφερθούν ορισμένες πλευρές. Μια σύγχρονη ανατρεπτική πολιτική γραμμή δεν αναζητά τρόπους κάλυψης των αναγκών ενέργειας υπό το πρίσμα των καπιταλιστικών νόμων της αδιάκοπης μεγέθυνσης, αλλά αντίθετα κινείται για την κάλυψη των πραγματικών αναγκών της ανθρωπότητας, με σεβασμό στην ενεργειακή, περιβαλλοντική και κλιματική ισορροπία του πλανήτη. Άρα αναζητούμε τρόπους μείωσης της ενεργειακής κατανάλωσης, παρέχοντας ταυτόχρονα αξιοβίωτη ζωή. Πώς οι μετακινήσεις με μέσα μαζικής μεταφοράς θα βελτιστοποιηθούν και θα αποτελέσουν τη βασική μορφή μετακίνησης, μειώνοντας έτσι δραματικά την ενέργεια που σπαταλάται με χρήση ιδιωτικών μέσων. Πώς, εντέλει, η ανάπτυξη της επιστήμης και της τεχνολογίας δεν θα γίνεται με σκοπό την αύξηση της κερδοφορίας αλλά θα εξυπηρετεί την κάλυψη των κοινωνικών αναγκών και την προστασία της φύσης. Από αυτήν την άποψη, ούτε οι Βιομηχανικές ΑΠΕ (ΒΑΠΕ) των πολυεθνικών μπορούν να αποτελέσουν βιώσιμη λύση. Αντίθετα, αποτελούν μια άλλη μορφή καπιταλιστικής κερδοφορίας. Εδώ θα πρέπει να διευκρινιστεί πως δεν καταδικάζεται η μορφή παραγωγής ενέργειας (π.χ. αιολική) αλλά οι δρόμοι άντλησης της (π.χ. βιομηχανικές αιολικές εγκαταστάσεις).
Η μάχη ενάντια στις θαλάσσιες εξορύξεις αντικειμενικά παίρνει ευρύτερες διαστάσεις, που σήμερα ξεπερνούν τα όρια του περιβάλλοντος και συνδέονται με την αναγκαία αντιπολεμική-αντιιμπεριαλιστική πάλη για την ειρήνη στη περιοχή. Αυτή όμως είναι και η ουσία της πολιτικής πάλης στη σημερινή εποχή. Καμία μάχη δεν μπορεί να δοθεί από μια μόνο πλευρά (π.χ. εν προκειμένω περιβαλλοντική). Για να είναι τελικά ουσιαστικά διεκδικητική απέναντι στους κοινωνικούς και πολιτικούς φορείς του κεφαλαίου θα πρέπει να αντιπαρατίθεται με το σύνολο των πολιτικών επιδιώξεων των καπιταλιστικών ολοκληρώσεων. Αν η μάχη για το περιβάλλον δεν γίνει συνολική πολιτική μάχη τότε είναι καταδικασμένη να εξαντληθεί σε κραυγές αγωνίας στους αστικούς θεσμούς, όπως αυτή της Γκρέτα. Για να γίνει επικίνδυνη οφείλει να αναπτυχθεί πέρα από τον στενό ορίζοντα του καπιταλιστικά εφικτού και να αναζητήσει άλλους δρόμους δόμησης της κοινωνίας και της σχέσης ανθρώπου-φύσης.
▸ Μεγαλώνει ο κίνδυνος ρύπανσης της θάλασσας από τις εξορύξεις
Σημαντικό θέμα, το οποίο έχει άμεση σχέση με την επιχειρούμενη εξορυκτική δραστηριότητα σε Ιόνιο και Λυβικό Πέλαγος, και η οποία θα επιβαρύνει την παράκτια ζώνη, είναι τα ατυχήματα των πλοίων. Σε έκθεση της WWF (2017), με αφορμή το ναυάγιο του «Αγία Ζώνη ΙΙ», αναφέρεται πως στα καταγεγραμμένα ατυχήματα στη Μεσόγειο Θάλασσα για τη χρονική περίοδο από 1977-2010, στα οποία η διαρροή πετρελαίου υπερέβαινε τους 100 τόνους, η Ελλάδα είναι αρνητική πρωταθλήτρια, με το 30% αυτών των ατυχημάτων να καταγράφεται στις ελληνικές θάλασσες! Δεύτερη είναι η Ιταλία με ποσοστό 18%, τρίτη η Ισπανία με 14%, ενώ οι υπόλοιπες χώρες της Μεσογείου έχουν ποσοστό κάτω του 10%.
Σύμφωνα με την ίδια έκθεση, για την ίδια περίπου χρονική περίοδο των καταγεγραμμένων ατυχημάτων που έχουν λάβει χώρα στην Ελλάδα, αυτά ανέρχονται στα 12, ενώ οι ποσότητες πετρελαίου που συνολικά απορρίφθηκαν στη θάλασσα έφτασαν περίπου τους 120 χιλιάδες τόνους. Εξ αυτών τα μισά σχεδόν έλαβαν χώρα στον Κόλπο του Σαρωνικού, απορρίπτοντας πάνω από 4 χιλιάδες τόνους πετρελαίου. Ενώ σε επίπεδο εμβαδού που εναποτέθηκε πετρέλαιο, τα περισσότερα εκ των προαναφερθέντων απέρριψαν πετρέλαιο που κάλυψε 100 τετραγωνικά μέτρα.
Όπως γίνεται αντιληπτό, η αναμενόμενη αύξηση της κυκλοφορίας πλοίων (κυρίως τάνκερ) στην περιοχή, θα αυξήσει δραματικά τον κίνδυνο ατυχημάτων τέτοιου τύπου. Η πρώτη θέση που καταλαμβάνουν ήδη οι ελληνικές ακτές σε ρύπανση από πετρελαιοκηλίδες όχι απλά θα διατηρηθεί αλλά θα εκφράζει αύξηση των περιβαλλοντοκτόνων ατυχημάτων σε απόλυτους αριθμούς.
Ανατρεπτική παρέμβαση και γονιμοποίηση των αντιδράσεων
Είναι βέβαιο πως η προσπάθεια για εξόρυξη υδρογονανθράκων σε είκοσι θαλάσσια οικόπεδα, έχει ανοίξει τη συζήτηση εντός των κατοίκων των περιοχών. Αυτή η συζήτηση αντικειμενικά ξεκινά από πολλές και διαφορετικές αφετηρίες. Από προφανείς λόγους εναντίωσης στη λεγόμενη «οπτική όχληση» που αναμφίβολα θα προκαλέσει το «ξεφύτρωμα» πλατφορμών εξόρυξης, από πηγαία πρωτόλεια ανάγκη «υπεράσπισης» του περιβάλλοντος από το ενδεχόμενο ενός ατυχήματος (άλλωστε ο ελέφαντας υπάρχει μέσα στο δωμάτιο και λέγεται Κόλπος του Μεξικού στο όχι και τόσο μακρινό παρελθόν) είτε ακόμα (αν και μειοψηφικά) από ιδιοτελείς σκοπούς ανταγωνιστικού κεφαλαίου, όπως αυτό του τουριστικού που φοβάται την πτώση της αξίας του προϊόντος του.
Σε κάθε περίπτωση, ένα σύγχρονο αντικαπιταλιστικό πολιτικό ρεύμα οφείλει αφενός να αφουγκραστεί τα αυθόρμητα αντανακλαστικά εναντίωσης και αφετέρου να τα γονιμοποιήσει με συνολικότερες ανατρεπτικές πολιτικές θέσεις ενάντια στις καταστροφικές εξορύξεις, τη λεηλασία από το κεφάλαιο, τους επικίνδυνους αστικούς ανταγωνισμούς , αλλά και γενικότερα για την αρμονική σχέση ανθρώπου φύσης και τη συνολική εναντίωση στην περιβαλλοντική κρίση που προκαλεί ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής. Χθες ήταν οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, σήμερα είναι οι εξορύξεις πετρελαίου, αύριο θα είναι οι αιολικές εγκαταστάσεις, μεθαύριο και προχθές ήταν και θα είναι τα πυρηνικά εργοστάσια. Μόνο η απαλλαγή της ανθρωπότητας από το βάρβαρο νόμο της αύξησης του κέρδους της αστικής τάξης θα μπορέσει να εξορθολογήσει τις ενεργειακές ανάγκες της ανθρωπότητας, με σεβασμό στους ρυθμούς παραγωγής ενέργειας του πλανήτη. Και όχι αντίθετα η ματαιότητα, εν τέλει, της μεγέθυνσης του καπιταλιστικού κέρδους να δρα σε βάρος ακόμα και της ίδιας της ύπαρξης του πλανήτη και του ίδιου του ανθρώπου κατ’ επέκταση.