Αρετή Σκουνάκη
Οι ρίζες της σημερινής νομοθεσίας προστασίας της τέλεσης πλειστηριασμών βρίσκονται στα χρόνια μετά την Γαλλική Επανάσταση. Στην εποχή μας όμως πήρε τελείως διαφορετικό χαρακτήρα, ειδικά μετά την απόφαση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ να αφήσει την πρώτη κατοικία εντελώς απροστάτευτη, για πρώτη φορά στην ιστορία του νεοελληνικού κράτους.
Είναι γνωστό πως η νομοθεσία και η δικαιοσύνη δεν είναι ουδέτεροι θεσμοί αλλά ταξικοί με σχετική αυτοτέλεια. Προσδίδουν χαρακτήρα δικαίου στην κοινωνική αδικία, ανάλογα με τις κάθε φορά ανάγκες του καπιταλιστικού συστήματος, όμως παράλληλα αποτυπώνουν και τον εκάστοτε συσχετισμό των ταξικών δυνάμεων, τις νίκες ή τις υποχωρήσεις του εργατικού και λαϊκού κινήματος. Έτσι έγινε και στη δίκη του Ηλία Σμήλιου στις 4 Φεβρουαρίου, όπου το αδίκημα περί παρακώλυσης πλειστηριασμού αποδομήθηκε πλήρως στο ακροατήριο του Δ’ Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης.
Για την ιστορία, αλλά και ως πληροφορία και γνώση για το σήμερα, καλό είναι να ξέρουμε τα παρακάτω: Η ποινική διάταξη (396 και σήμερα 395 του Ποινικού Κώδικα) που χρονολογείται από το 1950, αντέγραψε σχεδόν επί λέξει προηγούμενη διάταξη του 1836! Η μήτρα του νόμου αυτού βρίσκεται στον γαλλικό Ποινικό Κώδικα, από την εποχή της γαλλικής επανάστασης και των περιστατικών που έλαβαν χώρα κατά τη διάρκειά της, όταν με δημοπρασίες εκποιούνταν εθνικά κτήματα και κτήματα των φεουδαρχών στους αστούς, οπότε βεβαίως η λειτουργική σημασία της ήταν τελείως διαφορετική, όπως και η ίδια η επίκληση «γενικού συμφέροντος» για την ελεύθερη διεξαγωγή και τη μη παρακώλυση των δημοπρασιών αυτών. Βλέπουμε, λοιπόν, τη σχετική αυτοτέλεια της συγκεκριμένης διάταξης περί παρακώλυσης πλειστηριασμού: αρχικά με θετικό πρόσημο και στη συνέχεια με απολύτως αρνητικό.
Πέρα από αυτά και δεδομένου ότι ο Ποινικός Κώδικας ρυθμίζει κάθε φορά εκείνη μόνο την ύλη που ανάγεται σε αδικήματα που εμφανίζουν πιο μόνιμο χαρακτήρα, όλοι καταλαβαίνουμε πως το 1950 δεν ήταν δυνατό ο νομοθέτης να προβλέψει και να τιμωρεί ως αδίκημα τη μαζική λαϊκή αντίσταση και διαμαρτυρία σε δημόσιους πλειστηριασμούς και δη πρώτης κατοικίας, πόσο μάλλον που ο τότε Π.Κ. (του 1950) προετοιμαζόταν επί σειρά ετών μέχρι να ψηφισθεί και αντικαταστήσει τελικά τον Ποινικό Νόμο του 1836. Κι αυτό γιατί τότε η πρώτη κατοικία προστατευόταν απολύτως από το σύνταγμα και ήταν ακατάσχετη, ως εκ τούτου δεν υπήρχε λόγος για ανάλογες λαϊκές παρεμβάσεις.
Το πρόβλημα ανέκυψε μετά την 1η Ιανουαρίου 2016. Για πρώτη φορά από τη σύσταση του νεοελληνικού κράτους, το 1834, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ήταν αυτή που άφησε την πρώτη κατοικία εντελώς απροστάτευτη, γεγονός που πυροδότησε ένα λαϊκό και συνεχώς διογκούμενο κίνημα διαμαρτυρίας και αγώνα ενάντια στην απελευθέρωση των πλειστηριασμών και την αρπαγή της λαϊκής κατοικίας και περιουσίας από τις τράπεζες, το κράτος και τα κοράκια της αγοράς. Το ίδιο εξαγγέλθηκε πως θα ισχύσει από 1η Μαΐου 2020, απελευθερώνοντας κύμα πλειστηριασμών και εξώσεων. Πάντως μετά την 1/1/2016 επιχειρήθηκε να εφαρμοσθεί και μάλιστα σε μαζική κλίμακα και η σχεδόν ξεχασμένη μέχρι τότε διάταξη για παρακώλυση συναγωνισμού (πλειστηριασμού), σε μια προσπάθεια να κατασταλεί κάθε κίνημα διαμαρτυρίας και αντίστασης στην απελευθέρωση των πλειστηριασμών, στην κοινωνική βαρβαρότητα της συντριπτικής ανεργίας, της μερικής απασχόλησης, της εμφάνισης νεοαστέγων και της ισόβιας φτώχειας και ανασφάλειας για το σύνολο του λαού, προκειμένου να πληρωθεί ένα χρέος πέρα ως πέρα ληστρικό προς την ΕΕ και το ΔΝΤ. Όμως η κοινωνικοπολιτική διαμαρτυρία ενάντια στην απελευθέρωση των πλειστηριασμών και την αρπαγή της λαϊκής στέγης και περιουσίας δεν είναι δυνατό να τιμωρηθεί (ακόμη και με τους δικούς τους αστικούς όρους) με τη διάταξη που ισχύει. Μεταξύ άλλων, αυτό καταδείξαμε στο Δ’ Μονομελές Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης και καλούμαστε να το επαναλάβουμε στις μάχες που ακολουθούν.
Μετά την 1/1/2016 επιχειρήθηκε να εφαρμοσθεί και μάλιστα σε μαζική κλίμακα η σχεδόν ξεχασμένη μέχρι τότε διάταξη για παρακώλυση συναγωνισμού (πλειστηριασμού).
Πάντως η στροφή από τον καπιταλισμό του κράτους πρόνοιας στον καπιταλισμό της αισχρής λεηλασίας και της ισόβιας ανασφάλειας με την ταυτόχρονη σταθερή αύξηση των αδικημάτων περί προσβολών της πολιτειακής εξουσίας και της δημοσίας τάξεως (αντίσταση, απείθεια, διέγερση, διατάραξη κοινής ειρήνης κ.λπ.), δεν αντανακλά μόνο την αδυναμία του συστήματος να ενσωματώσει με ομαλά αστικοδημοκρατικά μέσα τις δικές του αντιθέσεις και τα αδιέξοδά του. Αναδεικνύει και την επιτακτική ανάγκη εμείς από την πλευρά μας να αγωνιστούμε για να δώσουμε ένα άλλο περιεχόμενο στις σύγχρονες ελευθερίες και τη δημοκρατία της εποχής μας. Το στοίχημα είναι μπροστά μας!