Μαριάννα Τζιαντζή
Ο τζόγος επεκτείνεται: με την «εμβληματική» επένδυση στο Ελληνικό, με τη μεταφορά του Μον Παρνές στο Μαρούσι, στα σύνορα με Χαλάνδρι. Οι κάτοικοι αντιδρούν, αλλά η κυβέρνηση προχωρά σε μια ανάπτυξη που μοιάζει περισσότερο με «αβανοποίηση», με την εικόνα της Κούβας πριν την επανάσταση.
Το φάντασμα του τζόγου δεν πλανιέται απλώς πάνω από την Ελλάδα. Έχει εγκατασταθεί κανονικά. Τουλάχιστον η πρέφα στο καφενείο του χωριού απαιτούσε από τους παίχτες κάποια σκέψη και κάποια κοινωνικότητα (και ας είχαν χαθεί κι εδώ περιουσίες, κι ας είχαν ρημαχτεί κι εδώ ζωές): οι άνθρωποι έπαιζαν «μαζί», όχι ο καθένας μόνος του, όπως συμβαίνει στη βιομηχανία του τζόγου.
Νέες λέξεις μπαίνουν στο λεξιλόγιό μας. Άλλες από επίσημα χείλη, όπως η «γκριζοποίηση» για την οποία μίλησε αυτή την εβδομάδα ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας με αφορμή τις τουρκικές διεκδικήσεις στο Αιγαίο. Άλλες έρχονται σιωπηρά και ύπουλα ή μάλλον πρώτα έρχεται το φαινόμενο και ακολουθούν οι λέξεις που το περιγράφουν. Σε αυτή τη δεύτερη κατηγορία ανήκουν νεόκοπες λέξεις, όπως η «τζογοποίηση», δηλαδή η επέκταση του τζόγου όπως εκφράζεται όχι μόνο με την «εμβληματική» επένδυση στο Ελληνικό αλλά και τη σχεδιαζόμενη μεταφορά του καζίνου της Πάρνηθας στο Μαρούσι, στα σύνορα με το Χαλάνδρι. Θα μπορούσαμε επίσης να μιλήσουμε για «αβανοποίηση», αφού η Ελλάδα μοιάζει να ακολουθεί το μοντέλο της Κούβας της προ του Κάστρο εποχής.
Από τη μια γκρουπιέρηδες, θυρωροί, σεκιουριτάδες, καθαρίστριες, διοικητικοί υπάλληλοι. Από την άλλη κάτοικοι που δικαιολογημένα ανησυχούν για τις σοβαρές επιπτώσεις που θα έχει αυτή η γιγαντιαία «ψυχαγωγική-τουριστική» εγκατάσταση στην περιοχή τους.
Πηγαδάκια στις παρυφές των δύο συγκεντρώσεων. Προς τους κατοίκους: «Δεν εκπροσωπείτε κανέναν», «Υπηρετείτε άλλα συμφέροντα» (επιχειρηματικά εννοείται), «Θα πάρουν αξία τα σπίτια σας, δεν το βλέπετε;» «Θέλετε να χάσουμε τη δουλειά μας;» «Εσείς μιλάτε εκ του ασφαλούς». Και όταν κάποια κυρία μιλάει για «μπορντέλα», ένας εργαζόμενος εξανίσταται: «Θα πεις εμένα μπορντέλο; Μπορντέλο είσαι και φαίνεσαι!» Κάποιοι ψύχραιμοι επεμβαίνουν, η ένταση εκτονώνεται.
Ο μεγάλος και ο μικρός τζόγος (online τυχερά παιχνίδια και καταστήματα ΟΠΑΠ της γειτονιάς) γίνεται το νέο όπιο του λαού
Στη συγκέντρωση των εργαζομένων μοιράζονταν τετρασέλιδα φυλλάδια του ομίλου Regency με επιχειρήματα υπέρ της μετεγκάστασης κι επέκτασης: υψηλή αισθητική, βιοκλιματική αρχιτεκτονική, διατήρηση και αύξηση των θέσεων εργασίας, έσοδα για το δημόσιο κ.λπ. Εδώ επιχείρηση και εργαζόμενοι μια φωνή, μια γροθιά. Όμως η αγωνία των εργαζομένων –έστω και με τις ευλογίες ή την παρακίνηση των εργοδοτών τους– είναι υπαρκτή και σεβαστή. Όπως υπαρκτή και σεβαστή είναι η αντίθεση των κατοίκων στην προσθήκη άλλης μιας υπερτοπικής λειτουργίας σε έναν ήδη βεβαρυμένο οδικό άξονα, τη λεωφόρο Κηφισίας, η αντίθεση σε όλα τα γνωστά παρεπόμενα που ένα καζίνο συνεπάγεται.
Λίγες δεκάδες χιλιόμετρα πιο μακριά, στο Κερατσίνι και τη Δραπετσώνα, κάποιοι άλλοι κάτοικοι δεν αγωνίζονται ενάντια στην εγκατάσταση του καζίνου, αλλά ενάντια στα ήδη εγκατεστημένα καζάνια, τις πάμπολλες δεξαμενές των εταιρειών πετρελαιοειδών που ξερνούν μέρα νύχτα το θάνατο σε μικρές αλλά σταθερές δόσεις κι εύστοχα τα έχουν ονομάσει «τα καζάνια του θανάτου». Ντίζελ, μαζούτ, ορυκτέλαια, τοξικές πτητικές ουσίες. Αφόρητη δυσοσμία, λιποθυμίες μαθητών στα σχολεία. Άλλης κατηγορίας καταστροφή, όμως οι δράστες και οι προστάτες τους ανήκουν στην ίδια καπιταλιστική οικογένεια.
Την «γκριζοποίηση» της ζωής μας φέρνουν οι επιχειρηματικές και οι κυβερνητικές πρακτικές. Η πλειονότητα του λαού ζει στις γκρίζες ζώνες της ανεργίας, της προσωρινής μερικής απασχόλησης, της ανασφάλειας, του φόβου για το αύριο. Και καθώς η ανατροπή της σημερινής κατάστασης δεν φαίνεται και τόσο άμεση, ο μεγάλος και ο μικρός τζόγος (online τυχερά παιχνίδια και καταστήματα ΟΠΑΠ της γειτονιάς) γίνεται το νέο όπιο του λαού. Η «γκριζοποίηση» δεν περιορίζεται μόνο στο τοπίο αλλά απλώνεται στις συνειδήσεις σιωπηρά και ύπουλα —
όχι όμως αμετάκλητα.