Την ώρα που τα αστικά ΜΜΕ προσπαθούσαν να στρέψουν την προσοχή του κόσμου στο άτυπο ντιμπέιτ ανάμεσα στον Ντόναλντ Τραμπ και την –επίσημη προσκεκλημένη στο φόρουμ του παγκόσμιου κεφαλαίου και των κυβερνήσεών του– Γκρέτα Τούνμπεργκ, τα στοιχεία που αποκαλύπτουν τα πραγματικά προβλήματα του καπιταλισμού και οι προειδοποιήσεις για τις επερχόμενες κρίσεις πυκνώνουν. Όσο για την «πράσινη ανάπτυξη», που επισήμως αποτέλεσε τον καμβά των φετινών συζητήσεων στο Νταβός, μπορεί για αρκετούς να αντιπροσωπεύει ένα νέο Ελντοράντο κερδών, σε καμία περίπτωση όμως δεν μπορεί να δώσει λύσεις στα βαθιά προβλήματα και τις δομικές αντιφάσεις του συστήματος.
Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, που δύο κορυφαίοι παράγοντες των αγορών και της αστικής διανόησης επέλεξαν αυτήν την εβδομάδα για να χτυπήσουν το καμπανάκι. «Η επόμενη ύφεση θα είναι βαριά», πρόβλεψε ο Γιόακιμ Φελς, επικεφαλής οικονομολόγος της Pimco, μιας από τις μεγαλύτερες εταιρείες διαχείρισης κεφαλαίων παγκοσμίως, τονίζοντας την ίδια στιγμή ότι, καθώς τα επιτόκια οδηγούνται σταδιακά σε αρνητικό προσημο, οι κεντρικές τράπεζες δεν θα έχουν τα απαραίτητα όπλα για να δώσουν ξανά το φιλί ζωής στις οικονομίες. «Το επόμενο κραχ ενδέχεται να είναι τρομακτικό», είπε από την πλευρά του ο Αμερικανός νομπελίστας οικονομολόγος Ρόμπερτ Σίλερ.
Δεν έχουν άδικο, ειδικά εάν συνειδητοποιήσει κανείς τις δύο τρομακτικές δίδυμες «φούσκες» που έχουν δημιουργηθεί: Η μία έχει προκύψει από το συνεχιζόμενο ράλι των χρηματιστηρίων, με αποτέλεσμα η κεφαλαιοποίησή τους να ανέρχεται σήμερα στα 88 τρισ. δολάρια, ξεπερνώντας ήδη το ύψος του παγκόσμιου ΑΕΠ. Όσο για την άλλη, έχει να κάνει με το συνολικό παγκόσμιο χρέος, δημόσιο και ιδιωτικό (επιχειρήσεις και νοικοκυριά), το οποίο έχει φτάσει στα 255 τρισ. δολάρια, κάτι που σημαίνει ότι είναι 3,2 φορές μεγαλύτερο από το ΑΕΠ. Αυτό, μάλιστα, που δεν πρέπει να διαφεύγει από κανέναν είναι ότι οι δύο αυτές «φούσκες» αλληλοτροφοδοτούνται, μιας και τα χρηματιστήρια ανεβαίνουν με την ώθηση που τους δίνει το χρήμα που τυπώνουν οι κεντρικές τράπεζες, το μεγαλύτερο μέρος του οποίου όχι απλώς δεν χρησιμοποιείται για παραγωγικές επενδύσεις, αλλά ανακυκλώνεται σε μετοχές, ομόλογα και παράγωγα. Τόσο απλά.