Γεράσιμος Λιβιτσάνος
Πλήρη επιβεβαίωση της εκτίμησης ότι η Συμφωνία των Πρεσπών ήταν μέρος των ΝΑΤΟικών και ευρωενωσιακών σχεδίων για την πρόσδεση των Βαλκανίων στους ιμπεριαλιστικούς τους σχεδιασμούς αλλά και τις αντίστοιχες αντιπαραθέσεις αποτελούν οι τελευταίες εξελίξεις. Δηλαδή το βέτο της Γαλλίας στην ενταξιακή πορεία της Β.Μακεδονίας, που οδηγεί τη χώρα σε εκλογές στις 12 Απριλίου του 2020 και τη συμφωνία σε αμφισβήτηση, αφού δομικό στοιχείο της ήταν η ένταξη στην ΕΕ.
Το γαλλικό βέτο
Το βέτο της Γαλλίας, στην πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ έχει την εξήγησή του. Αυτή δεν συνδέεται με τις «ευρωπαϊκές αξίες» και άλλα τέτοια που επιστρατεύει η γαλλική διπλωματία. Εδράζεται στο γεωπολιτικό παιχνίδι που επιθυμεί να παίξει αυτόνομα η Γαλλία στον χώρο των Βαλκανίων, εξυπηρετώντας τα συμφέροντα του πολυεθνικού κεφαλαίου με το οποίο σχετίζεται. Σε αυτό εντάσσονται και οι ειδικές σχέσεις που επιθυμεί να αναπτύξει με τη Ρωσία. Άλλωστε, σχετικά πρόσφατη είναι η δήλωση του Μακρόν, σύμφωνα με την οποία «έχει έρθει η ώρα η Ευρώπη να βρει ένα νέο κώδικα επικοινωνίας και νέες λειτουργικές ισορροπίες με τη Ρωσία». Η Ρωσία, όπως είναι γνωστό, έχει τις δικές της επιδιώξεις στη Βαλκανική χερσόνησο, που αποτελούν πεδίο ανταγωνισμού με τη «δύση», λόγω των προνομιακών της σχέσεων με τη Σερβία και άλλες χώρες. Φυσικά, η ένταξη της Βόρειας Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ ήταν το μεγάλο βήμα που ενίσχυσε με σαφήνεια την επιρροή των ΗΠΑ στην περιοχή και, φυσικά, έχει αντίστοιχα δημιουργήσει σοβαρές ανησυχίες στη Μόσχα που εξαρχής ήταν αντίθετη στη Συμφωνία των Πρεσπών.
Στον ρυθμό αυτών των γεωπολιτικών συγκρούσεων χορεύει το ελληνικό πολιτικό σκηνικό, συντασσόμενο με τον κυρίαρχο πόλο στο «ευρω-ΝΑΤΟικό» στρατόπεδο — που δεν είναι άλλο από τις ΗΠΑ. Παράλληλα όμως, παρά τις αντεγκλήσεις τους, ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ συμφωνούν στο ότι το «δόλωμα» της ένταξης στην ΕΕ πρέπει να είναι ο άξονας πάνω στον οποίο θα στηριχθούν οι σχέσεις των δύο χωρών.
Η ΝΔ
Έτσι, η κυβέρνηση για πολλοστή φορά έσπευσε να τονίσει τη στροφή 180 μοιρών σε σχέση με την Συμφωνία των Πρεσπών, δηλώνοντας ότι ανεξαρτήτως των εξελίξεων πρέπει να εφαρμοστεί. Ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας ξεκαθάρισε, ενημερώνοντας τη Βουλή, πως «για τη Bόρεια Μακεδονία για εμάς το ζήτημα είναι η πλήρης και συνεπής εφαρμογή της Συμφωνίας των Πρεσπών. Ήδη η ΝΔ, από την εποχή που ήταν στην αντιπολίτευση, είχε τοποθετηθεί για τα προβλήματα που κρίνει ότι υφίστανται στο κείμενο αυτής της Συμφωνίας. Όμως, ξεκάθαρα είχαμε πει από τότε ότι μετά τη θέση σε ισχύ, η χώρα είναι απολύτως υποχρεωμένη να την τηρήσει». Στην ίδια συνεδρίαση η Ντόρα Μπακογιάννη έσπευσε να ξεκαθαρίσει το τοπίο στο εσωτερικό της Νέας Δημοκρατίας, δίνοντας σαφές μήνυμα στους «σκληρούς» του κόμματος πως δεν μπορούν καν να μιλούν ούτε για υπόνοια ανατροπής των δεδομένων με τη Συμφωνία των Πρεσπών. Όπως είπε, «επειδή διάφοροι πανηγυρίζουν και ακούω διάφορα, από διάφορα media, ότι ιδού η ευκαιρία μας να ακυρώσουμε τη Συνθήκη των Πρεσπών», τόνισε ότι «η διάλυση της συμφωνίας σημαίνει ότι τα αποτελέσματα θα είναι τα χειρότερα δυνατά», σημειώνοντας πως «ο λαϊκισμός στην εξωτερική πολιτική ενέχει και κινδύνους».
Ο ΣΥΡΙΖΑ
Στη λογική της υπεράσπισης της Συμφωνίας κινείται ξεκάθαρα και ο ΣΥΡΙΖΑ. Στην τελευταία, άλλωστε, κοινοβουλευτική του αντιπαράθεση με τον Κ. Μητσοτάκη, ο Αλέξης Τσίπρας επισήμανε πως «ειμαστε περήφανοι γι’ αυτήν τη συμφωνία, διότι σήμερα είναι τα ελληνικά πολεμικά αεροσκάφη που επιτηρούν τον εναέριο χώρο της Βόρειας Μακεδονίας και όχι τα τουρκικά». Πρόσθεσε ότι «ακόμα και σήμερα, που βρίσκεται σε δυσκολία η γειτονική χώρα, είμαστε εμείς που αναλαμβάνουμε πρωτοβουλίες προς όφελος της σταθερότητας». Μάλιστα κάλεσε τη ΝΔ «να μην σκέφτεστε και να μην οραματίζεστε την προοπτική να κερδίσουν οι ομοϊδεάτες σας εθνικιστές, γιατί τότε θα βλέπω τον αρχηγό σας να παρακαλάει τον αρχηγό του VMRO μην τυχόν και απορρίψει τη συμφωνία που εμείς υπογράψαμε».