Βασίλης Μηνακάκης
1989-2019: Η πτώση του Τείχους
Ρεαλισμός η κομμουνιστική απελευθέρωση
Το Τζόκερ με μια διαφορετική ματιά
Πριν τριάντα χρόνια, με το προφητικό «έρχεται η δική μας εποχή» ο Γιώργος Γράψας είχε υποδείξει μια διαφορετική στάση. Τότε, ίσως, η φράση του και η γραμμή που εμπεριείχε φάνταζε ουτοπική και εξωπραγματική. Αν την καλοσκεφτούμε όμως, ίσως τη μετατρέψουμε στο «τώρα είναι η δική μας εποχή». Μπορεί οι συσχετισμοί
να είναι δυσμενείς, όμως η εκρηκτική δυναμική της σημερινής πραγματικότητας μπορεί να αποδειχτεί πιο ισχυρή.
Τις ημέρες που η αστυνομία εισέβαλε στα σινεμά που παιζόταν η ταινία Τζόκερ και σε μια σειρά χώρες εκδηλώνονταν κοινωνικές εκρήξεις, η ομοσπονδιακή τράπεζα των ΗΠΑ ανακοίνωνε ότι το πλουσιότερο 1% των αμερικανικών νοικοκυριών κατέχει το 39% του πλούτου της χώρας, έναντι 8% στο τέλος της δεκαετίας του 1960. Αντίστοιχα στοιχεία κάνουν την εμφάνισή τους όλο και πιο συχνά τελευταία. Εξίσου συχνές είναι οι αναφορές στους κινδύνους που εγκυμονεί η αυξανόμενη κοινωνική ανισότητα. Ένα πλήθος βιβλίων που υπογράφονται από «βαριές πέννες» –ιδιαίτερα της κεντροαριστεράς και του νεοκεϊνσιανισμού– συμπληρώνει τη σχετική φιλολογία.
Δεν είναι πρωτοτυπία, συνεπώς, να αναδεικνύει κανείς (και καλλιτεχνικά) το βαθύ χάσμα πλούσιων-φτωχών — το κάνουν πολλοί, όχι μόνο αντικαπιταλιστές. Πρωτοτυπία δεν είναι, επίσης, να δείχνει ότι οι εν λόγω ανισότητες μπορεί να και θα πυροδοτήσουν κοινωνικές εκρήξεις. Κι αυτό το κάνουν πολλοί, ακόμη και οι αστοί που θέλουν να πάρουν τα μέτρα τους γιατί έχουν από τη μια το δεδομένο ότι η κοινωνική ανισότητα θα εντείνεται και, από την άλλη, την εμπειρία των εξεγέρσεων στα προάστια του Παρισιού και του Λονδίνου, των αγανακτισμένων και του πάρκου Γκεζί, του Occupy movement, αλλά και της Αραβικής Άνοιξης.
Το μεγάλο ερώτημα είναι πώς στέκεται κανείς απέναντι σε αυτές τις εκρήξεις. Τις αναδεικνύει για να καλλιεργήσει την επιφυλακτικότητα ή και την εχθρότητα, διότι συνήθως παρεκτρέπονται σε λεηλασίες και πράξεις αυτοδικίας (όπως μοιάζει να κάνει το Τζόκερ); Τις σνομπάρει, γιατί δεν είναι συνειδητές; Τις αποθεώνει ως ελπίδα του κομμουνισμού; Ή εντάσσει το ενδεχόμενο να συμβούν στο πλαίσιο μιας χειραφετητικής τακτικής και στρατηγικής;
Νέα εποχή
Στα τέλη του 1989 ήταν που γκρεμιζόταν το Τείχος και αποκαθηλώνονταν τα αγάλματα του Λένιν, ήταν η εποχή των βελούδινων επαναστάσεων και της Τιεν Αν Μεν, τότε που ο Γκορμπατσόφ ανέμιζε τη σημαία της περεστρόικα κι ο Τσαουσέσκου εκτελούνταν έξω από το Βουκουρέστι κι ακόμη τότε που το ΚΚΕ έκανε πράξη τον «ιστορικό συμβιβασμό» του ευρωκομμουνιστή Μπερλιγκουέρ, συγκυβερνώντας (ως Συνασπισμός) αρχικά με τη ΝΔ και μετά με ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, εκπαραθυρώνοντας την εντός του επαναστατική αναζήτηση. Την εποχή εκείνη, λοιπόν, το πλοίο του καπιταλισμού έμοιαζε να ταξιδεύει πλησίστιο στους ωκεανούς της οικονομικής κερδοφορίας και της πολιτικής σταθερότητας. Κανένας σκόπελος –ούτε καν ύφαλος– δεν φαινόταν ικανός να διακόψει την πορεία του, μηδέ θύελλες φαίνονταν στον ορίζοντα, ούτε καν μικρά κύματα.
Ήταν η εποχή που η κρίση του 1973-75 έμοιαζε μακρινή ανάμνηση, επέλαυνε ο ρηγκανοθατσερισμός –δηλαδή, οι αναδιαρθρώσεις που διαμόρφωναν τον σύγχρονο ολοκληρωτικό καπιταλισμό– και έμπαιναν τα θεμέλια της ΕΕ και του ευρώ. Η εποχή που χτιζόταν μια νέα τεχνολογική βάση για την καπιταλιστική οικονομία, το ψηφιακό περιβάλλον άρχιζε να αναδιαμορφώνει τα πάντα στο επιχειρείν, την εργασία και τις ζωές, ο «τογιοτισμός» γινόταν σύμβολο των ευέλικτων-υπερεκμεταλλευτικών σχέσεων εργασίας, ενώ ο όρος «παγκοσμιοποίηση» ερχόταν με ένταση στο προσκήνιο για να δηλώσει εμφατικά –και ψευδεπίγραφα– την πραγματικότητα της καπιταλιστικής διεθνοποίησης, της νέας δομής του διεθνούς πλέγματος του κεφαλαίου. Τέλος, η εποχή που ο Φουκουγιάμα προφήτευε το «τέλος της ιστορίας» και ο Φρίντμαν μιλούσε για έναν «επίπεδο κόσμο», που σύσσωμος ο αστισμός βαυκαλιζόταν αυτάρεσκα πως «τελειώσαμε με τον κομμουνισμό», τον ενταφιάσαμε οριστικά στο χρονοντούλαπο της ιστορίας, ενώ η Μάργκαρετ Θάτσερ λάνσαρε το There is no alternative (ΤΙΝΑ).
Στα σκουπίδια δείχνουν να καταλήγουν οι πολύκροτες θεωρίες περί του «τέλους της ιστορίας (και του κομμουνισμού)», του «επίπεδου κόσμου», αλλά και της ΤΙΝΑ
Εκείνη την εποχή, όσοι τολμούσαν να κρατήσουν τη σημαία της κομμουνιστικής απελευθέρωσης ψηλά και μάλιστα ως σημαία που κυρίως είχε όχι τα χρώματα του χθες (που ούτως ή άλλως είχαν πλέον ξεθωριάσει) αλλά του αύριο (που ίχνη τους διακρίνονταν μόλις ανεπαίσθητα), όσοι αντιμετώπιζαν τον κομμουνισμό όχι ως «μελαγχολική ουτοπία» (όπως σημειώνει εύστοχα ο Ντ. Μπενσαΐντ) αλλά ως «ρεαλιστική ουτοπία» (κατά την έκφραση του Μπλοχ), όλοι αυτοί, οι πολύ λιγοστοί, αντιμετωπίζονταν είτε ως γραφικοί κι αμετανόητοι είτε ως περιθωριακοί κι απολιθώματα του παρελθόντος που δεν αξίζει κανείς να τους παίρνει στα σοβαρά.
Σήμερα, όμως, τριάντα χρόνια μετά από το «φοβερό» ‘89; Σήμερα, σχεδόν τίποτα δεν φαίνεται να θυμίζει την εποχή εκείνη. Τουναντίον, τρεις δεκαετίες μετά τις τυμπανοκρουσίες για την «κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού» και τους θριαμβευτικούς παιάνες για την πλήρη νίκη της αγοράς και της δημοκρατίας δυτικού τύπου, πυκνώνουν οι φωνές που κάνουν λόγο για «ρέκβιεμ του υπαρκτού καπιταλισμού». Όχι προφανώς για κατάρρευση ούτε πολύ περισσότερο για ανατροπή (απαιτούνται άλλα πράγματα για κάτι τέτοιο), αλλά πάντως για ένα γερό και παρατεταμένο κρας τεστ, από το οποίο δυσκολεύεται να βγει έχοντας στο ρεζερβουάρ του αξιόλογα ιδεολογικά, πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά καύσιμα.
Εν αρχή ην η οικονομία. Το πεδίο, δηλαδή, στο οποίο ευελπιστούσε ο καπιταλισμός να καταδείξει την υπεροχή του. Οι αναπτυξιακοί δείκτες της δεκαετίας του 1990 –πολύ περισσότερο του ’50 και του ’60– μοιάζουν σήμερα εξωπραγματικοί και κυρίως άπιαστοι. Η Lehman Brothers πυροδότησε το 2008 μια κρίση στην οποία δεν έχει δοθεί ακόμη αξιόπιστη απάντηση, ενώ αντιθέτως πυκνώνουν τα σύννεφα μιας νέας ύφεσης. Όσο για το παγκόσμιο χρέος, τον Ιούλιο του 2019, σύμφωνα με το Διεθνές Χρηματοπιστωτικό Ινστιτούτο (IIF), ανέρχονταν στο 320% του παγκόσμιου ΑΕΠ!
Ο «επίπεδος κόσμος» της «παγκοσμιοποίησης» αποδεικνύεται κόσμος σκληρών ενδοκαπιταλιστικών ανταγωνισμών, εμπορικών και στρατιωτικών πολέμων. Ένας κόσμος που αναβιώνει το τέρας του φασισμού, του εθνικισμού, του ρατσισμό και τροφοδοτεί διαρκώς τις μεταναστευτικές και προσφυγικές ροές. Το ελιξίριο της ανάπτυξης και η «αόρατη χειρ» της αυτορρυθμιζόμενης αγοράς, που δήθεν θα μείωναν την ανεργία, θα εξασφάλιζαν καλύτερους μισθούς και θα βελτίωναν τις συνθήκες διαβίωσης, έχουν οδηγήσει εκατομμύρια ανθρώπους –ιδιαίτερα νέους– σε μακροχρόνια ανεργία, εργασία λάστιχο και ακραία φτώχεια. Αλλά και οι «λαγοί» που κατά καιρούς βγήκαν από το καπέλο –η «πράσινη ανάπτυξη» και τα βιοκαύσιμα, η «4η βιομηχανική επανάσταση» και η ρομποτική– όχι μόνο δεν δικαίωσαν τις διακηρύξεις και τις προσδοκίες αλλά, αντιθέτως, κατέδειξαν τις άλυτες αντιφάσεις που εμπεριέχει εγγενώς ο καπιταλισμός. Η περίπτωση του Αμαζονίου, που αποψιλώνεται για να παραχθούν μη ρυπαντικά βιοκαύσιμα, με συνέπεια να μειώνεται το παραγόμενο οξυγόνο της ατμόσφαιρας, είναι ενδεικτική των αντιφάσεων αυτών.
Το κεφάλαιο και οι εκπρόσωποί του αντιλαμβάνονται αυτή την πραγματικότητα και τους μεγάλους κινδύνους που περικλείει για το στρατόπεδό τους. Νιώθουν, επίσης, ασφυκτικά γιατί υπό τις σημερινές συνθήκες της καπιταλιστικής οικονομίας τα περιθώρια παραχωρήσεων είναι ουσιαστικά ανύπαρκτα — πολύ περισσότερο που δεν υπάρχει ένα απαιτητικό κι επικίνδυνο κίνημα. Σε αυτόν ακριβώς τον κυματοθραύστη της καπιταλιστικής ανελαστικότητας είναι που προσκρούουν όχι μόνο οι «κοινωνικά ευαίσθητες» και νεοκεϊνσιανές γραμμές της λεγόμενης κεντροδεξιάς, αλλά και οι κάθε λογής διαχειριστικές γραμμές αριστερής απόχρωσης ή οι γραμμές που επιμένουν να αντιμετωπίζουν τη σχέση στρατηγικής-τακτικής με τους χρεοκοπημένους και εκτός εποχής όρους του χθες. Οι εξελίξεις στη Λατινική Αμερική αλλά και η περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ, από τη μια, καθώς και η εμφανής αδυναμία και αμηχανία όσων –με την όποια ιδιαιτερότητα– μιλούν στο όνομα του αντικαπιταλισμού και του κομμουνισμού, από την άλλη, πιστοποιούν του λόγου το αληθές.
Αυτή η καπιταλιστική ανελαστικότητα, σε συνδυασμό με τους χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και τη συμπίεση του επιπέδου ζωής, έχει αναδείξει σε κυρίαρχο αστικό ιδεολόγημα τις μειωμένες προσδοκίες, το «ο καπιταλισμός δεν είναι ίσως το καλύτερο σύστημα, είναι όμως το μόνο βιώσιμο» — εν ολίγοις είναι ο μοναδικός ορίζοντας της ανθρωπότητας. Στην Αριστερά, έχει οδηγήσει σε μια ψοφοδεή γραμμή που αρκείται στο «να σώσουμε οτιδήποτε και αν σώζεται» ή σε κάποια μεταρρυθμιστικά ψίχουλα (που ούτε αυτά εξασφαλίζονται), η οποία κάποτε μπορεί να επενδύεται με διακηρύξεις για ένα κομμουνιστικό επέκεινα που χάνεται στο νεφελώδες υπερπέραν.
Πριν 30 χρόνια, με το προφητικό «έρχεται η δική μας εποχή» ο Γιώργος Γράψας είχε υποδείξει μια διαφορετική στάση. Τότε ίσως η φράση του και η γραμμή που εμπεριείχε φάνταζε ουτοπική. Αν την καλοσκεφτούμε όμως, ίσως τη μετατρέψουμε στο «τώρα είναι η δική μας εποχή». Γιατί μπορεί οι κοινωνικοπολιτικοί συσχετισμοί να είναι δυσμενείς, όμως η εκρηκτική δυναμική που εμπεριέχει η σημερινή πραγματικότητα μπορεί να αποδειχτεί ακόμη πιο ισχυρή. Αυτή η δυναμική είναι που φέρνει στο προσκήνιο την κομμουνιστική απελευθέρωση ως υπαρκτή δυνατότητα και τη συνδέει με τις αναζητήσεις και την κινηματική πράξη εκατομμυρίων.
Μονόδρομος η επαναστατική ανατροπή
▸ Ο σύγχρονος καπιταλισμός και ο μύθος με το… μαρτύριο του Ταντάλου
Ο μυθικός Τάνταλος είχε υποβληθεί σε μια μαρτυρική τιμωρία: Καταδικάστηκε να είναι σε μια λίμνη που γύρω της υπήρχαν δέντρα κατάφορτα με καρπούς, όταν, όμως, προσπαθούσε να κόψει κάποιον καρπό, τα κλαδιά των δέντρων απομακρύνονταν. Κι όταν έσκυβε να πιει νερό, αυτό εξαφανιζόταν. Με άλλα λόγια, στέρηση εν μέσω αφθονίας.
Αυτός ο μύθος ταιριάζει απολύτως στον σύγχρονο καπιταλισμό, που μοιάζει να υποβάλλει εκατομμύρια ανθρώπων σε ένα μαρτύριο αντίστοιχο με εκείνο του Ταντάλου. Από τη μια, λοιπόν, οι δυνατότητες της εποχής κι από την άλλη η θλιβερή καπιταλιστική πραγματικότητα και το ακόμη πιο θλιβερό της μέλλον, σε μια αντίφαση που δεν είχε ποτέ άλλοτε εμφανιστεί με τέτοια οξύτητα. Από τη μια τα τρισεκατομμύρια των υπερπλουσίων και από την άλλη τα δισεκατομμύρια φτωχών και πεινασμένων. Από τη μια οι δυνατότητες των νέων τεχνολογιών να απελευθερώσουν χρόνο και δημιουργικότητα και από την άλλη η αξιοποίησή τους για εντατικοποίηση της δουλειάς, παράταση του ωραρίου, ασφυκτικό έλεγχο, ελαστικοποίηση της εργασίας. Από τη μια οι δυνατότητες του νέου ψηφιακού περιβάλλοντος και από την άλλη η ιδιοποίηση αυτών των δυνατοτήτων από γίγαντες όπως η Google και το Facebook για τη δημιουργία ενός «πανοπτικού» που έχει τον έλεγχο και «των πιο κρυφών κυττάρων» μας, για το καναλιζάρισμα της συμπεριφοράς και των καταναλωτικών συνηθειών, για τη διαμόρφωση συνολικά του τρόπου ζωής και των ανθρώπινων σχέσεων.
Όσο κι αν ψάξει κανείς, όσες «ρεαλιστικές» λύσεις ή ευέλικτες γραμμές τακτικής κι αν έχουν προταθεί, η αλήθεια είναι μία: άλλος τρόπος για να λυθούν αυτές οι αντιφάσεις πέρα από την επαναστατική ανατροπή του καπιταλισμού δεν υπάρχει.
Ο κομμουνισμός ως μαζικό κοινωνικό ρεύμα
Ο μυθικός Τάνταλος είχε υποβληθεί σε μια μαρτυρική τιμωρία: Καταδικάστηκε να είναι σε μια λίμνη που γύρω της υπήρχαν δέντρα κατάφορτα με καρπούς, όταν, όμως, προσπαθούσε να κόψει κάποιον καρπό, τα κλαδιά των δέντρων απομακρύνονταν. Κι όταν έσκυβε να πιει νερό, αυτό εξαφανιζόταν. Με άλλα λόγια, στέρηση εν μέσω αφθονίας.
Αυτός ο μύθος ταιριάζει απολύτως στον σύγχρονο καπιταλισμό, που μοιάζει να υποβάλλει εκατομμύρια ανθρώπων σε ένα μαρτύριο αντίστοιχο με εκείνο του Ταντάλου. Από τη μια, λοιπόν, οι δυνατότητες της εποχής κι από την άλλη η θλιβερή καπιταλιστική πραγματικότητα και το ακόμη πιο θλιβερό της μέλλον, σε μια αντίφαση που δεν είχε ποτέ άλλοτε εμφανιστεί με τέτοια οξύτητα. Από τη μια τα τρισεκατομμύρια των υπερπλουσίων και από την άλλη τα δισεκατομμύρια φτωχών και πεινασμένων. Από τη μια οι δυνατότητες των νέων τεχνολογιών να απελευθερώσουν χρόνο και δημιουργικότητα και από την άλλη η αξιοποίησή τους για εντατικοποίηση της δουλειάς, παράταση του ωραρίου, ασφυκτικό έλεγχο, ελαστικοποίηση της εργασίας. Από τη μια οι δυνατότητες του νέου ψηφιακού περιβάλλοντος και από την άλλη η ιδιοποίηση αυτών των δυνατοτήτων από γίγαντες όπως η Google και το Facebook για τη δημιουργία ενός «πανοπτικού» που έχει τον έλεγχο και «των πιο κρυφών κυττάρων» μας, για το καναλιζάρισμα της συμπεριφοράς και των καταναλωτικών συνηθειών, για τη διαμόρφωση συνολικά του τρόπου ζωής και των ανθρώπινων σχέσεων.
Όσο κι αν ψάξει κανείς, όσες «ρεαλιστικές» λύσεις ή ευέλικτες γραμμές τακτικής κι αν έχουν προταθεί, η αλήθεια είναι μία: άλλος τρόπος για να λυθούν αυτές οι αντιφάσεις πέρα από την επαναστατική ανατροπή του καπιταλισμού δεν υπάρχει.
Αφιέρωμα του Πριν στα 30 χρόνια από την πτώση του τείχους του Βερολίνου
Ο καπιταλισμός μοιάζει ανίκητος όσο στόχος δεν είναι η ανατροπή του