Δημήτρης Γρηγορόπουλος
▸ Το ζήτημα είναι κυρίως ταξικό παρά εθνικό, προτεραιότητα έχουν τα δικαιώματα των εργαζομένων και όσων κατοικούν στη χώρα
Λευκός καπνός βγήκε απ’ τη συνεδρίαση της διακομματικής επιτροπής για την ψήφο των Ελλήνων του εξωτερικού, με συμφωνία σε τέσσερις βασικούς άξονες:
Πρώτο, η ψήφος των Ελλήνων του εξωτερικού θα προσμετράται στο γενικό εκλογικό αποτέλεσμα και θα υπολογίζεται για την κατανομή των 300 εδρών. Δεύτερο, οι Έλληνες του εξωτερικού θα ψηφίζουν το ψηφοδέλτιο Επικρατείας του κόμματος της αρεσκείας τους. Τρίτο, απορρίπτεται η επιστολική ψήφος. Το εκλογικό δικαίωμα των αποδήμων Ελλήνων θα ασκείται μόνο με αυτοπρόσωπη παρουσία. Τέταρτο, οι Έλληνες του εξωτερικού θα πρέπει να αποδεικνύουν τουλάχιστον δύο χρόνια παραμονής στην Ελλάδα συνεχόμενα ή κατά διαστήματα και για οποιουσδήποτε λόγους.
Η διακομματική συμφωνία παρά τις οξείες διαφωνίες που είχαν διατυπωθεί οφείλεται σε συμβιβασμούς των κομμάτων και στην ανησυχία τους ότι τυχόν ναυάγιο θα μπορούσε να τους προσάψει την κατηγορία της κομματικής ιδιοτέλειας σ’ ένα μείζον «εθνικό θέμα» όπως η ψήφος των Ελλήνων του εξωτερικού. Πιο ζημιωμένος φαίνεται ο ΣΥΡΙΖΑ, που αντιστεκόταν σθεναρά στην προσμέτρηση των ψήφων του εξωτερικού στο γενικό εκλογικό αποτέλεσμα του εσωτερικού. Ωφελείται σχετικά, επειδή οι ομογενείς ψηφίζουν το ψηφοδέλτιο Επικρατείας και έτσι μειώνονται πιθανόν οι έδρες που θα εξασφάλιζαν, αν ψήφιζαν στο σύνολο της επικράτειας. Ο αποκλεισμός της επιστολικής ψήφου, επίσης, δεν ωφελεί τη ΝΔ, αφού μειώνει σημαντικά τον αριθμό των ψηφοφόρων του εξωτερικού, στους οποίους η ΝΔ έχει σαφώς μεγαλύτερη επιρροή. Και το ΚΚΕ ωφελείται γενικά απ’ την αύξηση των ψηφοφόρων Ελλήνων του εξωτερικού, στους οποίους έχει μεγαλύτερο ποσοστό επιρροής απ’ ό,τι στο εσωτερικό. Τα αστικά κόμματα και το ΚΚΕ και στη φάση της «συμφωνίας», όπως και στη φάση της διαφωνίας, ενήργησαν με ιδιοτέλεια πολιτική, αμβλυμένη όμως, για ν’ αποφύγουν τη ρετσινιά της μικροκομματικής πολιτικής σ’ ένα «ευαίσθητο εθνικό θέμα». Η ΝΔ απέστη απ’ το «δίκαιο του αίματος», το οποίο αρχικά πρυτάνευε στη στάση της για την ψήφο των ομογενών, αλλά επέμεινε ανυποχώρητα στην προσθήκη της ψήφου των ομογενών στις ψήφους των γηγενών Ελλήνων. Τον μεγαλύτερο συμβιβασμό έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ που αποδέχτηκε την ισοτιμία της ψήφου των Ελλήνων του εξωτερικού, άμβλυνε όμως, όσο μπορούσε τις επιπτώσεις της υποχώρησής του. Αμφότεροι κερδοσκόπησαν πολιτικά, καλλιεργώντας την αυταπάτη των πολιτικά και εθνικά υπεύθυνων δυνάμεων.
Τα αστικά κόμματα και προ συμφωνίας αλλά και στη συμφωνία κινήθηκαν με γνώμονα το κομματικό τους συμφέρον: Πώς θα ωφεληθούν περισσότερο, πώς θα ωφεληθούν έστω λιγότερο, πώς δεν θα ζημιωθούν ή πώς θα ζημιωθούν το λιγότερο δυνατό, περιορίζοντας και την ωφέλεια του πολιτικού τους αντιπάλου.
Για ποια ισοτιμία της ψήφου κόπτονται, όταν ισχύει ο «κόφτης» του 3% και το bonus των 50 ή 40 εδρών;
Η ιδιοτέλεια και η υποκρισία των αστικών κομμάτων ήταν πιο εξόφθαλμη στη φάση της διαφωνίας. Οι εταίροι του δικομματισμού αλληλοκατηγορούνταν ότι παραβίαζαν την ισοτιμία της ψήφου. Η μεν ΝΔ κατηγορούσε τον ΣΥΡΙΖΑ ότι δεν σεβόταν την ισότιμη αξία της, αφού απαιτούσε κατά ένα ποσοστό μόνο να προστίθεται στο εκλογικό αποτέλεσμα του εσωτερικού. Ο ΣΥΡΙΖΑ, εξάλλου, κατηγορούσε τη ΝΔ για το αντίθετο. Ότι με την ισότιμη αξία της ψήφου των ομογενών παραβιάζονται δικαιώματα των γηγενών, αφού οι ομογενείς δεν επηρεάζονταν απ’ την οικονομία και την πολιτική της χώρας ούτε θα πλήρωναν το τίμημα της ψήφου τους, αφού κατοικούν στην αλλοδαπή.
Σε κάθε περίπτωση τα αστικά κόμματα ενεργούν με γνώμονα το κομματικό συμφέρον τους και όχι τα δικαιώματα και την ισοτιμία της ψήφου των ομογενών και γηγενών Ελλήνων παρά τους όρκους τους στη δημοκρατία και το εθνικό συμφέρον. Τη δημοκρατική δήθεν ευαισθησία τους για τα δικαιώματα των ομογενών απομυθοποιεί το γεγονός ότι πολύ σοβαρά προβλήματα και κατάφωρη ανισότητα υφίσταται στα εκλογικά δικαιώματα των Ελλήνων πολιτών. Ασφαλώς δεν παραγνωρίζει κανείς την ανάγκη να εξασφαλίζονται τα εκλογικά δικαιώματα των Ελλήνων του εξωτερικού. Προτεραιότητα όμως έχει η εξασφάλιση των εκλογικών και πολιτικών δικαιωμάτων των Ελλήνων του εσωτερικού, που ζουν και εργάζονται στην Ελλάδα και πληρώνουν άμεσα τις συνέπειες της ψήφου τους. Το ζήτημα δεν είναι κυρίως εθνικό, είναι κυρίως ταξικό, προτεραιότητα έχει η προστασία και διεύρυνση των δικαιωμάτων των εργαζομένων και όσων κατοικούν στη χώρα.
Τα αστικά κόμματα παριστάνουν ότι κόπτονται για τα πολιτικά δικαιώματα, τη διεύρυνση του δικαιώματος ψήφου και την ισοτιμία της, όταν στο εσωτερικό της χώρας διαπράττουν αντιδημοκρατικά όργια σε βάρος των πολιτών. Τι να πρωτοαναφέρει κανείς; Το τερατώδες bonus των 50 εδρών για το πρώτο κόμμα, που καθιερώθηκε το 2007, ισχύει ως σήμερα και θα ισχύει και αύριο, αφού το εκλογικό νομοσχέδιο που θα φέρει προς ψήφιση στη Βουλή η ΝΔ διατηρεί το bonus των 50 ή των 40 εδρών, αν τελικά μειωθούν; Άκρως αντιδημοκρατική ρύθμιση, με καθολική δυστυχώς ισχύ στον σύγχρονο υπεραυταρχικό καπιταλισμό, αποτελεί η ελληνική εκλογική ρύθμιση εξασφάλισης ποσοστού 3% για την είσοδο ενός κόμματος στη Βουλή. Το ποσοστό των κομμάτων που μένουν εκτός βουλής μ’ αυτήν τη λεόντεια ρύθμιση υπερβαίνει και το 10% των ψηφιζόντων. Αντιδημοκρατική στάση που νοθεύει το εκλογικό αποτέλεσμα, αφού η εκλογική μάχη διεξάγεται με εξαιρετικά άνισους όρους, είναι ο αποκλεισμός σχεδόν της ριζοσπαστικής Αριστεράς απʹ τα ΜΜΕ. Επίσης, ζήτημα στοιχειώδους δημοκρατικότητας για την ελληνική πολιτεία και τα κόμματά της αποτελεί η παροχή εκλογικών και πολιτικών γενικότερα δικαιωμάτων στους μετανάστες που διαβιούν και εργάζονται στην Ελλάδα και ασφαλώς στους γόνους των μεταναστών που έχουν γεννηθεί, ζουν, σπουδάζουν και εργάζονται στη χώρα μας.
Απορία προκαλεί η στάση του ΚΚΕ στη διαπραγμάτευση των αστικών κομμάτων για την ψήφο των Ελλήνων του εξωτερικού. Αντί να υιοθετεί μια στάση διαιτητή που διευκολύνει τη συναίνεση (κατά ομολογία τους) των αστικών κομμάτων και αντί να προσχωρήσει στη μεμονωμένη εξέταση του δικαιώματος ψήφου των Ελλήνων του εξωτερικού, θα έπρεπε να θέσει ως όρο και προϋπόθεση τη δημοκρατική κατάργηση πρώτα των αντιδημοκρατικών ρυθμίσεων για το εκλογικό δικαίωμα των Ελλήνων και των μόνιμων κατοίκων της χώρας.