Αιμιλία Καραλή
Πρόσφυγες και μετανάστες αποκαλούνται «μαϊμούδες», «πίθηκοι», «λαθρόνια», «σκόνη», σκουπίδια». Αποθρασυμένοι ένστολοι αποκαλούν περαστικές και περαστικούς «ανάφτρες», «αδερφάρες», «άντρακλες». Η τυφλή άσκηση βίας θεωρείται κάτι φυσικό αφού «δεν τρέχει και τίποτα, αν χυθεί και λίγο αιματάκι».
Ένα λεξιλόγιο βγαλμένο από τα πιο σκοτεινά ένστικτα εκφέρεται χωρίς αιδώ τους τελευταίους μήνες από διάφορους πολιτευτές, δημοσιογράφους και εκπροσώπους των κατασταλτικών μηχανισμών. Βάση του αποτελεί η απαξίωση της ανθρώπινης ιδιότητας σε τέτοιο βαθμό που να επικυρώνει την προσβολή και την αφαίρεση της ζωής.
Οι πρόσφυγες και οι μετανάστες αποκαλούνται «μαϊμούδες», «πίθηκοι», «λαθρόνια», «σκόνη», σκουπίδια». Αποθρασυμένοι ένστολοι -καλυμμένοι με την δύναμη των όπλων, των κλομπ, των χημικών και των δακρυγόνων- «απελευθερώνουν» την καταπιεσμένη σεξουαλικότητά τους, αποκαλώντας, κατά βούληση περαστικές και περαστικούς «ανάφτρες», «αδερφάρες», «άντρακλες» και ό,τι άλλο τους φανεί πρόσφορο εκείνη την στιγμή. Η τυφλή άσκηση βίας θεωρείται κάτι φυσικό αφού «δεν τρέχει και τίποτα, αν χυθεί και λίγο αιματάκι» ενώ ο χλευασμός του διαφορετικού νομιμοποιείται ως χιούμορ και ιδιορρυθμία του λόγου.
Ένα κοινό, διαπαιδαγωγημένο με το μίσος σε κάθε τι που υπερβαίνει τον μικρόκοσμό του, επικροτεί όλα τα παραπάνω. Περιορισμένο στο να κοιτάει μόνο την επιφάνεια, να μην βλέπει την ουσία και την αιτία των πραγμάτων χαίρεται και συμφωνεί με την συνεχώς εξαπλούμενη καταπάτηση στοιχειωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Μοιάζει να επιλέγει μια κοινωνία που να λειτουργεί με τους κανόνες των στρατοπέδων συγκέντρωσης: τάξη και πειθαρχία που στηρίζεται στην εξόντωση του ασθενέστερου, του διαφορετικού · εξάλειψη όποιου θεωρεί ότι απειλεί την επιβίωσή του. Ο «ανθρωπάκος» του Βίλχελμ Ράιχ, αυτός που θεωρεί την υποταγή και την δουλεία φυσική κατάσταση των πραγμάτων, αναδύεται θριαμβευτικά και καθημερινά.
Χαρακτηρίζεται ταυτοχρόνως από μια κουλτούρα εκδικητικότητας και ρεβανσισμού απέναντι σε κάθε συλλογικό όραμα, σε κάθε ιδέα που υποστηρίζει την κοινωνική δικαιοσύνη, σε κάθε πράξη που την διεκδικεί. Λέξεις χαραγμένες από την βία όπως «τσακίζουμε», «τερματίζουμε», «καθαρίζουμε», «συντρίβουμε», «συνθλίβουμε», «εξαφανίζουμε» διανθίζουν ως ένα είδος ιστορικού θριάμβου τον λόγο διαφόρων «εξυγιαντών» της δημόσιας ζωής όταν αναφέρονται σε προθέσεις και δράσεις που υπερασπίζονται την ανθρωπιά, την αλληλεγγύη, την αξιοπρέπεια.
Ο λόγος των κυρίαρχων σφραγίζεται από το μίσος και τη βία και αναπαράγεται με ελαφρότητα με όλους τους τρόπους
«Η σκέψη», έγραφε ο Λεβ Βιγκότσκι, «αντανακλάται στην γλώσσα, όπως ο ήλιος σε μια σταγόνα νερό». Ο τρόπος που σκεφτόμαστε, η παιδεία μας, η κοινωνική μας εμπειρία, τα συναισθήματά μας και οι απόψεις μας για τον κόσμο, η λογική μας εξωτερικεύονται μέσω της γλωσσικής μας έκφρασης. Δεν είναι και λίγες οι μελέτες ούτε και οι εμπειρικές διαπιστώσεις που αποκαλύπτουν το ήθος και τις αξίες ενός ανθρώπου από τον τρόπο με τον οποίο εκφράζεται, από το εύρος των αναφορών του, από τον πλούτο και την ποικιλία του λόγου του.
Όταν σε μια κοινωνία ο λόγος των κυρίαρχων σφραγίζεται από το μίσος και τη βία και αναπαράγεται με ελαφρότητα με όλους τους τρόπους και από όλο και περισσότερους ανθρώπους, είναι εύκολο να αντιληφθούμε το μέλλον που προδιαγράφεται. Η βίαιη και μισάνθρωπη γλώσσα ως αντανάκλαση ανάλογης σκέψης και τρόπου ζωής γίνεται ενδημικό στοιχείο της κοινωνίας μας.
Το έδαφος για να ευδοκιμήσει καλλιεργείται χρόνια τώρα. Οι καρποί που παράγει έχουν μέσα τους τον τρόμο όσο και αν το περίβλημά τους φαντάζει ελκυστικό και φανταχτερό, μέσα από την ανάλογη προβολή τους από τα κυρίαρχα ΜΜΕ και τα απόνερά τους. Είναι ο τρόμος που προκαλεί η μισαλλοδοξία, η ματαιοδοξία, το ατομικό βόλεμα, η επικράτηση της κοινωνικής ανισότητας και της αδικίας ως μοναδικού και αναγκαίου μέλλοντος της ανθρωπότητας.
Στο «1984» του Όργουελ παρουσιάζεται μια κοινωνία της οποίας τα μέλη δεν ξέρουν τις λέξεις δημοκρατία, ελευθερία, αγάπη, δικαιοσύνη, δικαιώματα. Δεν υπάρχουν στην καθημερινότητά τους και γι’ αυτό δεν υπάρχουν οι λέξεις για να τις δηλώσουν. Στη σύγχρονη πραγματικότητα, οι λέξεις αυτές χρησιμοποιούνται από πολλούς για να διακωμωδηθούν και να συνδεθούν με κάτι απαρχαιωμένο και καταστρεπτικό. Όμως στο ίδιο βιβλίο υπάρχει καταγεγραμμένος κι ένας φόβος του βασανιστή-εκπροσώπου του Μεγάλου Αδελφού: «Δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα σε όποιον μας αντιστέκεται. Πρώτα θα τον κάνουμε έναν από μας κι έπειτα θα τον εξαφανίσουμε». Μονόδρομος λοιπόν η αντίσταση για να πραγματοποιηθεί ο φόβος των επιγόνων του.