Με κινητοποίηση την Τρίτη 23/7 στις 6 μ.μ. στα Προπύλαια και πορεία προς τη βουλή απαντούν το μαχόμενο φοιτητικό κίνημα, η ανυπότακτη νεολαία και το λαϊκό κίνημα στο πρώτο νομοσχέδιο της κυβέρνησης Μητσοτάκη, το οποίο –όπως έχει εξαγγείλει– θα περιλαμβάνει την κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου
Ανάλυση:
Χρίστος Κρανάκης
Σπύρος Χαϊκάλης
Σχεδόν δύο αιώνες κρατάει η δημόσια συζήτηση και σύγκρουση γύρω από το θέμα του ασύλου. Είναι πάρα πολλά τα χρόνια για να τα διαγράψουμε εν μια νυκτί, όπως προσπαθεί το αστικό στρατόπεδο. Και είναι πολύ σημαντικό το θέμα για τη νεολαία και τον λαό για να αφήσουμε την πρωτοβουλία της «ενημέρωσης» σε αυτούς που ετοιμάζονται να το καταργήσουν.
Από τα «Σκιαδικά» ως τον νόμο Διαμαντοπούλου
Στόχος πρώτος: Να καθαρίσει το ναρκοπέδιο
Επιθετικά (και) στο χώρο της παιδείας μπήκε η νεοσύστατη κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας. Ορμώμενη από τη κοινωνική δυναμική του 40 % του εκλογικού σώματος που στήριξε το προεκλογικό πρόγραμμά της, επιχειρεί την επανακατοχύρωση του νεοφιλελευθερισμού σε απόλυτο δόγμα κάθε πτυχής της οικονομικής, πολιτικής και κοινωνικής ζωής στη χώρα. Μία από τις πρώτες μάχες που επιλέγει να δώσει για να φτάσει στον παραπάνω σκοπό, είναι αυτή της συνέχισης των αναδιαρθρώσεων σε ένα χώρο που αποτέλεσε διαχρονικά κόκκινο πανί για τις πιο δεξιές εκφράσεις του πολιτικού συστήματος – την τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Σαν «όχημα» για την επίτευξη των αντιδραστικών οικονομικών και διοικητικών αλλαγών στα πανεπιστήμια που ετοιμάζει, η κυβέρνηση χρησιμοποιεί την κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου ντυμένη με τον επικοινωνιακό μανδύα της «πάταξης της εγκληματικότητας στο πανεπιστημιακό άβατο». Εκατοντάδες άρθρα γράφτηκαν από αστικά μέσα για το πόσο επικίνδυνο για την ασφάλεια των φοιτητών και τα τουριστικά συμφέροντα των γύρω από πανεπιστήμια περιοχών είναι το άσυλο και η αδυναμία της αστυνομίας να επέμβει εντός του. Καλλιεργήθηκε, έτσι, ένα αυτόματο ένστικτο οργής για την «ανιστόρητη και παγκοσμίως πρωτότυπη Ελληνική νομοθεσία που εγκλωβισμένη σε ιδεοληψίες συνεχίζει να κρατά τα πανεπιστήμια έρμαια της ανομίας».
Απέναντι σε αυτά, δεν πρέπει να θεωρήσουμε δεδομένο ότι η κυβερνητική προσπάθεια θα αποτύχει και θα συντριβεί. Οφείλουμε, να φωτίσουμε κάθε πλευρά της ιστορικής αυτής διαμάχης, που αφορά ολόκληρη την κοινωνία. Να συνδέσουμε όσα συμβαίνουν σήμερα με την ιστορική διαδρομή του πανεπιστημιακού ασύλου, να αντικρούσουμε με τα βασικά επιχειρήματα της αστικής πλευράς που εμμονικά επιδιώκει την κατάργησή του και να αναδείξουμε το ποιους και πώς θα ευνοήσει αυτή.
Σε άρθρο του Τάσου Κωστόπουλου (ΕφΣυν 15/07/2019), πληροφορούμαστε ότι πρώτη φορά το ζήτημα του ασύλου αναδείχθηκε πριν από 180 χρόνια, κατά τη δράση του νεολαιίστικου κινήματος στα γεγονότα που έμεινα γνωστά ως «Σκιαδικά». Τότε, περίπου 100 μαθητές κλείστηκαν – μετά από κυνηγητό της αστυνομίας – στο πανεπιστήμιο Αθηνών. Η «εξωπανεπιστημιακή» κατάληψη, όμως, εκκενώθηκε και για τις επόμενες μέρες στήθηκε στρατιωτικό φρούριο στα πέριξ του πανεπιστημίου, γεγονός που διέκοψε για μερικές μέρες ακόμα και τη διεξαγωγή μαθημάτων.
Το συμβάν αυτό έφερε στην επιφάνεια (κυρίαρχα με αστικούς όρους) την ανάγκη προστασίας των ιερών χώρων της παιδείας και της επιστήμης από εισβολές αστυνομικών ή στρατιωτικών δυνάμεων. Για τα επόμενα χρόνια και μέχρι τα γεγονότα του Πολυτεχνείου, όπως διαβάζουμε στο ίδιο άρθρο, παρ’ ότι ποτέ δεν νομοθετήθηκε η ύπαρξη πανεπιστημιακού ασύλου, ουδέποτε αμφισβητήθηκε δημόσια. Ακόμα και τη μαύρη επέτειο της εισβολής των τανκς στη κατάληψη του Πολυτεχνείου, η χούντα αναγκάστηκε να έρθει αντιμέτωπη με την παραίτηση της συγκλήτου και να δικαιολογήσει την επέμβαση με τα κάτωθεν: «Η μεγάλη πλειονότης των συγκεντρωθέντων εντός του Ιδρύματος αποτελείτο από πρόσωπα διαφόρων κατηγοριών ξένων προς το Πολυτεχνείον», στα οποία αποδόθηκε «η κατίσχυσις των πολιτικών συνθημάτων έναντι των σπουδαστικών».
Από τα παραπάνω φαίνεται πως η ύπαρξη του ασύλου δεν υπήρξε αναγκαία συνθήκη μόνο για το οργανωμένο λαϊκό κίνημα, αλλά εξέφρασε τη βούληση κάθε δημοκρατικού ανθρώπου και του προοδευτικού τμήματος της επιστημονικής – εκπαιδευτικής κοινότητας. Παρά δε τις επιμέρους αντιδράσεις ακραία συντηρητικών στοιχείων στη περίοδο της μεταπολίτευσης, το φοιτητικό κίνημα και το δημοκρατικό αίσθημα πέτυχε την θεσμική κατοχύρωση του ασύλου το 1982 (επί κυβερνήσεως ΠΑΣΟΚ). Ο νόμος 1268 του 1982 αφορά την ακαδημαϊκή ελευθερία, την διδασκαλία, την έρευνα και την ελεύθερη διακίνηση ιδεών. Τονίζει κατηγορηματικά ( παράγραφος 2) πως το πανεπιστημιακό άσυλο «καλύπτει όλους τους χώρους των ΑΕΙ και συνίσταται στην απαγόρευση επέμβασης από δημόσια δύναμη στους χώρους αυτούς χωρίς την την πρόσκληση ή άδεια του αρμόδιου οργάνου του ΑΕΙ». Η μόνη αξιόλογη χρήση της δυνατότητας αστυνομικής επέμβασης σε χώρο ασύλου λαμβάνει χώρα τα ξημερώματα της 19ης Νοεμβρίου με την εκκένωση του Πολυτεχνείου στη Πατησίων, μετά από κατάληψη 700 ατόμων, κυρίως αναρχικών.
Το άσυλο επανέρχεται στη δημόσια συζήτηση όταν το καλοκαίρι του 2011. Η τότε υπουργός Παιδείας του ΠΑΣΟΚ, Άννα Διαμαντοπούλου, εισηγείται ένα νόμο πλαίσιο για τη παιδεία χωρίς να κάνει αναφοορά στην ύπαρξη ακαδημαϊκού ασύλου, κάτι που συνέβαινε για πρώτη φορά μετά το 1982. Ο νόμος – πλαίσιο συνάντησε σθεναρές αντιστάσεις από φοιτητές και εργαζόμενους, ενώ σημαντικό είναι ότι βασικός του στόχος δεν ήταν η κατάργηση του ασύλου, αλλά η προώθηση μιας σειράς αντιεργατικών και αντιεκπαιδευτικών ρυθμίσεων, όπως ακριβώς γίνεται και σήμερα.
X.K
Η υποκρισία των αστικών κομμάτων
ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, παρά τις διαφορές τους, έχουν υπηρετήσει τον στόχο της κατάργησης του ασύλου
Ο λόγος που η κυβέρνηση βιάζεται είναι για να χτυπήσει έγκαιρα την πραγματική αντιπολίτευση που θα βρει απέναντί της
Ο ΣΥΡΙΖΑ νομίζει ότι, όντας αξιωματική αντιπολίτευση, μπορεί να αναδειχθεί σε εγγυητής του πανεπιστημιακού ασύλου. Η αλήθεια είναι όμως πως εγγύηση για την πραγματική διάσταση του ασύλου δεν αποτελεί η επαναφορά μιας τυπικής νομοθετικής ρύθμισης, στην οποία όντως προχώρησε ο ΣΥΡΙΖΑ. Το φοιτητικό κίνημα δεν ξεχνάει πως η κυβέρνησή του προχώρησε σθεναρά στην σύνδεση πανεπιστημίων με το τοπικό κεφάλαιο, στην εναρμόνιση των προγραμμάτων σπουδών με τις επιταγές των επιχειρήσεων, σε συγχωνεύσεις σχολών για να καλύψει τις ανάγκες της εργοδοσίας σε φτηνό εργατικό δυναμικό και μάλιστα την ίδια ώρα είχε κλειστά τα αυτιά της στις αντιδράσεις του κινήματος. Η παραπάνω στάση ήταν και αυτή που έδωσε την αναγκαία ώθηση στη Νέα Δημοκρατία να προχωράει κατακαλόκαιρο στην περαιτέρω συνέχιση της αντιεκπαιδευτικής αναδιάρθρωσης.
Στη προσπάθεια της αυτή, η κυβέρνηση της ΝΔ επιστρατεύει μια σειρά επιχειρημάτων που δεν είναι μόνο επικίνδυνα για την συντηρητική τους φύση, αλλά συνιστούν πρόκληση για την κοινή λογική. Ας τα δούμε αναλυτικά:
Επιχείρημα πρώτο: «Τα πανεπιστημιακά Ιδρύματα έχουν μετατραπεί σε άσυλο ναρκεμπόρων».
Το αβάσιμο του συγκεκριμένου επιχειρήματος αποδεικνύεται εύκολα. Αν κάποιος κάνει μια βόλτα στο κέντρο της Αθήνας θα δει πως γεμάτο ναρκεμπόρους είναι εκείνο το κομμάτι του που δεν πλαισιώνεται από πανεπιστημιακά ιδρύματα (π.χ Ομόνοια). Αλλά επειδή όντως αναγνωρίζουμε πως ορισμένες πιάτσες ναρκωτικών έχουν «σπρωχτεί» (και με ιστορική ευθύνη της αστυνομίας) γύρω από πανεπιστημιακούς χώρους, οφείλουμε να θέσουμε το ερώτημα γιατί η κυβέρνηση δεν στοχεύει στην ρίζα του προβλήματος, που όλοι γνωρίζουμε πως δεν είναι οι χρήστες, αλλά οι μεγαλέμποροι; Μήπως έχει να κάνει με το γεγονός πως επιφανείς επιχειρηματίες που έχουν κατηγορηθεί για διακίνηση μεγάλων ποσοτήτων ναρκωτικών φιγουράρουν ανάμεσα στα ονόματα που έκαναν δωρεές υπέρ του κυβερνώντος κόμματος; Αν λοιπόν κόπτεται τόσο πολύ η ΝΔ για την πάταξη του ναρκεμπορίου, ας το πατάξει από τη μήτρα του. Ας προστατεύσει τα χιλιάδες νέων παιδιών που ως επί το πλείστον προέρχονται από λαϊκές γειτονιές, και δεν συχνάζουν μόνο στη Σόλωνος ή την Πατησίων, και αντιμετωπίζουν τον δηλητηριώδη εθισμό στα ναρκωτικά.
Επιχείρημα δεύτερο: «Το πανεπιστημιακό άσυλο είναι άσυλο ιδεών και όχι άσυλο για παράνομες δραστηριότητες».
Αλήθεια, η βουλευτική ασυλία και ο νόμος περί ευθύνης υπουργών τι ακριβώς είναι; Πόσα είναι τα σκάνδαλα στα οποία οι ύποπτοι δεν κάθισαν πότε στο σκαμνί κρυμμένοι πίσω από τις ευεργετικές γι’ αυτούς διατάξεις περί ευθύνης υπουργών, τα οποία παρέγραψαν αδικήματα μιζών και ανταλλαγής μαύρου χρήματος μεταξύ υπουργών, βουλευτών και μεγάλων καπιταλιστικών κολοσσών; Λίστα Λαγκάρντ, Νοβάρτις, Siemens και η λίστα δεν έχει τέλος. Ας ασχοληθεί η ΝΔ (και τα άλλα αστικά κόμματα) με τα στελέχη της, που πλούτισαν παράνομα και με την ανομία την οποία προστατεύουν η βουλευτική ασυλία και ο νόμος περί ευθύνης υπουργών και μετά ας έρθει να κουνήσει το δάκτυλο στους ακαδημαϊκούς, δασκάλους και φοιτητές. Διότι δύο μέτρα και δύο σταθμά δεν μπορεί να υπάρχουν.
Επιχείρημα τρίτο: Οι γνωστοί – άγνωστοι πρέπει να παταχθούν, επειδή αξιοποιούν το πανεπιστημιακό άσυλο ως εφαλτήριο.
Εδώ, πριν φτάσουμε στην υποκρισία του κυβερνώντος κόμματος, απαιτείται μια ξεκάθαρη διαπίστωση και εκτίμηση. Το «παιχνίδι» που παίζεται κάθε Παρασκευή και Σάββατο στη Πατησίων δεν έχει καμία σχέση με τις μορφές πάλης του κινήματος και καμία υπηρεσία δεν προσφέρει στην υπεράσπιση των αναγκών του λαού και της νεολαίας. Πριν λοιπόν βιαστεί η ΝΔ να μιλήσει για γνωστούς – αγνώστους, μήπως να μας μιλήσει για τους γνωστούς – γνωστούς της, που έβγαιναν φορώντας κουκούλα μέσα από τις κλούβες των ΜΑΤ; Γι’ αυτούς που έπαιρναν οδηγίες από κάποιο βαθμοφόρο αστυνομικό και έπειτα παρεισφρέανε μέσα στο πλήθος μιας πορείας και υποδύονταν τους «μπαχαλάκηδες» για να προκαλέσουν την καταστολή της. Αυτοί οι γνωστοί – άγνωστοι, που τους «συνέλαβε» μέχρι και ο τηλεοπτικός φακός τόσο το 2008 όσο και το 2011, θα μας γνωστοποιήσει η πολιτική τους ηγεσία ποιοι ήταν και τι ρόλο είχαν; Και ακόμη, για τους έτερους παρίγνωστους διμοιρίτες που στη Χαριλάου Τρικούπη ξυλοκόπησαν βάναυσα άστεγο και ποτέ δεν μάθαμε ποιοι ήταν, η κυβέρνηση έχει να δώσει κάποια εξήγηση;
Το κυβερνόν κόμμα, λοιπόν, φαίνεται πως είναι ιδιαίτερα ευαίσθητο στη νομιμότητα, μόνο όταν ο κατηγορούμενος δεν είναι κάποιος που έχει οικονομικές ή πολιτικές διασυνδέσεις μαζί του. Η πραγματική αιτία που θέλει να καταργήσει το άσυλο και με διαδικασίες τόσο fast – track μέσα στο καλοκαίρι είναι ώστε από πιο ευνοϊκή θέση να χτυπήσει την πραγματική αντιπολίτευση. Ξέρει πως ο μόνος που μπορεί να βρεθεί απέναντί της και να την αντιπολιτευτεί είναι οι λαϊκοί αγώνες. Αυτό που θέλει η κυβέρνηση της ΝΔ είναι να προλάβει τις κοινωνικές αντιστάσεις με το να νομιμοποιήσει στη κοινή γνώμη εικόνες Σορβόννης στα ελληνικά πανεπιστήμια. Με ΜΑΤ να εισβάλουν εντός των αμφιθεάτρων και να διαλύουν γενικές συνελεύσεις φοιτητικών συλλόγων, για να προλάβει με το μαστίγιο – ή ορθότερα με το γκλομπ και το δακρυγόνο – να καταστείλει όποια κυοφορούμενη μαχητική αναζήτηση βρίσκεται στους κόλπους του νεολαιίστικου και φοιτητικού κινήματος.
Σ.Χ
Σύγκρουση με φόντο την αντιδραστική ανασυγκρότηση
Πέρα από την ιστορική βαρύτητα του ζητήματος, πέρα από τα σαθρά επικοινωνιακά ζητήματα της Νέας Δημοκρατίας και την προσπάθεια παραπλάνησης αππό τον ΣΥΡΙΖΑ, πέρα από την ιδεολογική εμμονή του συστήματος να πάρει ιστορική ρεβανς από το φοιτητικό κίνημα, η ουσία για ακόμα μία φορά βρίσκεται στις κρυμμένες λέξεις. Η Νίκη Κεραμέως, η νέα υπουργός Παιδείας , αποκαλύφθηκε σε συνέντευξή της. Αφού απάντησε μία ερώτηση για το άσυλο, στη συνέχεια παρουσίασε το πραγματικό στόχο των κυβερνητικών πολιτικών στη τριτοβάθμια παιδεία. «Μικρά ευέλικτα πανεπιστήμια – χρηματοδοτούμενα από πάσης φύσεως επιχειρηματικές δραστηριότητες, συμβούλια ιδρύματος (με εκπροσώπους επιχειρήσεων να καταλαμβάνουν τις 5 από τις 11 έδρες), θερινά / χειμερινά σχολεία για παραγωγή εξειδικευμένων εργαζομένων μιας χρήσης, εξωτερική αξιολόγηση».
Η κατάργηση του ασύλου δεν αποτελεί παρά μέσο για τη δημιουργία του νέου πανεπιστημίου. Αυτού που θα είναι παραδομένο από την αρχή ως το τέλος του στα ιδιωτικοοικονομικά συμφέροντα και τις επιταγές της αγοράς. Το κράτος – στις διαφορετικού είδους συνέχειες του – δεν είναι απλά και μόνο εκδικητικό με το φοιτητικό κίνημα. Ούτε σκοπεύει αποκλειστικά στην πάταξη της αναζωπύρωσης λαϊκών αντιστάσεων. Αντίθετα έχει ως οδηγό του πρώτα την οικονομία και την εξυπηρέτηση συγκεκριμένων συμφερόντων και δευτερευόντως το ιδεολογικό συναίσθημα.
Υπό αυτό το πρίσμα, ένας πολιτικός λόγος που θα επικεντρώσει μονομερώς σε μια ιστορική και ιδεολογική αντιπαράθεση για το άσυλο είναι προσαρμοσμένος σε παλιότερες εποχές. Δεν θα χαρίσει κάτι παραπάνω από μια στιγμιαία καμπή. Την ίδια ώρα, μάλιστα, που κυβέρνηση και πρυτάνεις έχουν αποφασίσει την εμπέδωση τεκτονικών αλλαγών στη παιδεία στα πρότυπα που (σε μεγαλύτερο βαθμό) έχουν εμπεδωθεί με τα μνημόνια στην εργασία.