«Ο ΣΥΡΙΖΑ κατόρθωσε να απονομιμοποιήσει την ιδέα της Αριστεράς, προώθησε μια σειρά από αντιδραστικές αναδιαρθρώσεις εφαλτήριο για μια νεοσυντηρητική Δεξιά», τονίζει ο καθηγητής στο ΑΠΘ Σπύρος Μαρκέτος. Θεωρεί πως η ΝΔ θα αποτύχει, όπως αποτυγχάνει ο Μπολσονάρου στη Βραζιλία. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ μπορεί να συμβάλλει με το μεταβατικό πρόγραμμα και την οργάνωση των αντιστάσεων, αλλά απαιτείται σφικτή πολιτική συμφωνία και δημοκρατική συναπόφαση.
Συνέντευξη στον Γιώργο Κρεασίδη
Ποια είναι η πρώτη εκτίμηση για το εκλογικό αποτέλεσμα;
Αποδείχτηκε ότι ο κόσμος δεν πίστεψε το ψέμα του ΣΥΡΙΖΑ. Ωστόσο δε στράφηκε Αριστερά, πήγε κυρίως προς την αποχή, αλλά και στα Δεξιά. Η σιωπή ωστόσο δεν είναι συναίνεση. Η ΝΔ δεν έχει δυνατότητα οικονομικής ανάταξης, να πάει σε κάτι άλλο από αυτό που ζούμε. Θα επιχειρήσει φυγή σε έναν ωμό φιλελευθερισμό, μια προσπάθεια «μπολσοναρισμού». Το μετριοπαθές προφίλ είναι προεκλογικό επικοινωνιακό κόλπο, μετά θα έχουμε κλιμάκωση των αντιλαϊκών επιλογών του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν πρόκειται να υπάρξει κάποιου είδους ανάπτυξη, έστω και με όρους επιβίωσης, για τους πολλούς. Πουθενά στον κόσμο δεν μπόρεσε να δώσει λύσεις ένα τέτοιο πρόγραμμα. Ειδικά στην Ελλάδα που είναι παγκόσμια πρωταθλήτρια στο χρέος, με 182% του ΑΕΠ. Δεν έχουν απαντήσεις, όπως και ο ΣΥΡΙΖΑ, στο ερώτημα γιατί κάποιος να επενδύσει στην Ελλάδα και να μοιραστεί το βαρύτατο το χρέος.
Σύντομα θα απογοητεύσουν όσους τους ψηφίζουν για να τιμωρήσουν το ΣΥΡΙΖΑ. Θα αποσταθεροποιηθούν, χωρίς να υπολογίζουμε καν τις γεωπολιτικές εντάσεις που θα κλιμακωθούν. Δεν υπάρχει περίπτωση ανάκτησης συναίνεσης του κόσμου. Το μοντέλο της ΝΔ έχει ήδη αποτύχει στη Βραζιλία, καθώς ο Μπολσονάρου οδηγεί την οικονομία σε ελεύθερη πτώση, ενώ έχουν αναζωογονηθεί τα κινήματα. Όταν έρχεται στην εξουσία μια απροκάλυπτη Δεξιά, είναι συχνό φαινόμενο, αλλά όχι εξασφαλισμένο, η αναζωογόνηση μιας λαϊκής Αριστεράς.
Τι αφήνει πίσω του ο ΣΥΡΙΖΑ;
Ο ΣΥΡΙΖΑ κατόρθωσε, όπως δυστυχώς φαινόταν από την αρχή, να απονομιμοποιήσει την ιδέα της Αριστεράς. Ο ΣΥΡΙΖΑ έδειξε ότι Αριστερά σημαίνει φόροι και πλειστηριασμοί σπιτιών για να τα πάρουν τράπεζες και funds. Πρέπει καθημερινά να δώσουμε μάχη για να αποδείξουμε ότι εμείς δεν είμαστε σαν αυτούς. Έχει επίσης προωθήσει μια σειρά από αντιδραστικές αναδιαρθρώσεις που είναι εφαλτήριο για μια νεοσυντηρητική Δεξιά. Φυσικά διαφημίζουν τα ξεροκόμματα που έδωσαν, αλλά Αριστερά σημαίνει μεταβίβαση πλούτου και εξουσίας στην εργαζόμενη πλειοψηφία. Η πολιτική ΣΥΡΙΖΑ ήταν ακριβώς το αντίθετο.
Γιατί δεν ενισχύθηκε η αριστερή αντιπολίτευση;
Η κατάρρευση της ΛΑΕ δυστυχώς δεν ήταν έκπληξη. Μολονότι έδωσε σημαντικούς αγώνες, απέφυγε να δει καθαρά τα ζητήματα του ιμπεριαλισμού και αναζήτησε ακροατήριο με ένα λόγο που υποκλίνεται στον εθνικισμό. Ένα μέρος ενδεχόμενων ψηφοφόρων της μετακινήθηκε στον Βαρουφάκη αν και ποτέ δεν έκρυψε ότι είναι ένας συντηρητικός οικονομολόγος, πέρα από τα ανέκδοτα περί «αιρετικού μαρξισμού». Δεν προσφέρει μια εναλλακτική πολιτική και στο λόγο του είναι σαφής η προσπάθεια του να αθωώσει την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Ακριβώς χάρη στη «δημιουργική ασάφεια» κερδίζει ένα μέρος της κοινωνίας που θέλει να ψηφίσει κάτι ελαφρά αριστερότερο του ΣΥΡΙΖΑ και τώρα δεν έχει τη λύση της ΛΑΕ.
Το ΚΚΕ είναι οργάνωση της Αριστεράς, είχε βάλει στόχο την τελευταία δεκαετία να κρατήσει δυνάμεις απέναντι στο ΣΥΡΙΖΑ. Καθόλου φιλόδοξο, αλλά δεν ήταν δεδομένο. Όμως δε δείχνει διατεθειμένο να συνεργαστεί με την αντικαπιταλιστική και αντιιμπεριαλιστική αριστερά με όρους άλλους από την πολιτική ισχύος. Δεν αντιλαμβάνεται ότι οι δυνάμεις του δεν αρκούν όχι για να βάλουμε φρένο στο κεφάλαιο, αλλά ούτε και για κρατήσουμε τις θέσεις μας. Η κουλτούρα μη συνεργασίας απλώς διευκολύνει τη στασιμότητα στο κίνημα.
Αν δεν θέσουμε αποφασιστικά ως στόχο τη συγκρότηση ενός αγωνιστικού όσο και ρεαλιστικού αντικαπιταλιστικού και αντιιμπεριαλιστικού πόλου, θα βρεθούμε να τρωγόμαστε μεταξύ μας μέσα σ’ ένα γκέτο δικής μας κατασκευής
Σε αυτές τις συνθήκες, τι μπορεί και τι πρέπει να κάνει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ;
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ ξεκίνησε για να γίνει κάτι πολύ παραπάνω από εκλογικό μέτωπο. Δέκα χρόνια μετά δεν κατορθώσαμε ούτε καν να κατέβουμε στις εκλογές ενιαία. Αν δεν θέσουμε αποφασιστικά ως στόχο τη συγκρότηση ενός αγωνιστικού όσο και ρεαλιστικού αντικαπιταλιστικού και αντιιμπεριαλιστικού πόλου, θα βρεθούμε να τρωγόμαστε μεταξύ μας μέσα σ’ ένα γκέτο δικής μας κατασκευής.
Δεν αρκεί η ευρύτερη αναγνώριση σε συνδικαλιστικούς χώρους και σε τοπικούς αγώνες. Αν θέλουμε να είμαστε πολιτική δύναμη χρειάζεται πολιτική πρόταση προς το λαό, στη δική του γλώσσα, στις κοινωνικές κατηγορίες και στους χώρους που μας ενδιαφέρουν. Τρόπους συσπείρωσης των κομματιών της προλεταριοποιημένης νεολαίας που μέχρι τώρα νάρκωναν ο συριζαϊκός δικαιωματισμός, οι ΜΚΟ και η ελπίδα ενός δήθεν καλύτερου αύριο.
Είναι αναγκαίο ένα ρεαλιστικό μεταβατικό πρόγραμμα πολύ πιο ανεπτυγμένο από το σημερινό, κι επίσης να συναποφασίσουμε και να τηρήσουμε μια πολιτική συμφωνία πιο σφιχτή και σαφή από την αρχική, η οποία αφορούσε άλλη πολιτική συγκυρία αν όχι άλλη ιστορική περίοδο. Δεν έχει νόημα μια ΑΝΤΑΡΣΥΑ χωρίς συστράτευση, δημοκρατική συναπόφαση και κεντρικό συντονισμό των παρεμβάσεων.
Στους ερχόμενους μήνες θα πρέπει να δείξουμε πώς και πού μπορούν να οργανωθούν οι αντιστάσεις. Και κυρίως να κρατήσουμε μακριά κάποιους προδότες που τώρα θα ξαναπάθουν …αριστερά. Σ’ αυτές τις εκλογές επιβεβαιώθηκε η ρευστότητα των πολιτικών στάσεων. Η αντικαπιταλιστική και αντιιμπεριαλιστική αριστερά έχει ήδη μια κρίσιμη μάζα και κάθε δυνατότητα ν’ αποκτήσει κοινωνική γείωση. Η δεξιά ξαναέγινε δεξιά. Η αριστερά λοιπόν μπορεί και πρέπει να ξαναγίνει αριστερά.
Πώς ερμηνεύεις την εκλογική ήττα της Χρυσής Αυγής και την ανάδειξη της ακροδεξιάς Ελληνικής Λύσης;
Η εκλογική ήττα της ναζιστικής συμμορίας ήταν σημαντική εξέλιξη, που σε μεγάλο βαθμό πιστώνεται στην κινητοποίηση του αντιφασισμού. Η Χρυσή Αυγή εμποδίστηκε, στα εφτά χρόνια που πέρασαν από την εμφάνισή της στο προσκήνιο, να επιβάλει την τρομοκρατία της στο δρόμο και να νομιμοποιήσει το χιτλερικό λόγο.
Το κράτος στάθηκε αρωγός της Χρυσής Αυγής και ιδίως η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ έκανε συστηματική προσπάθεια νομιμοποίησης της. Δεν ξεχνάμε το Καστελόριζο, ούτε την απουσία από τη μεριά του ΣΥΡΙΖΑ στην πολιτική αγωγή της δίκης της ΧΑ.
Είναι ποιοτικά διαφορετικό φαινόμενο η ναζιστική συμμορία, από ένα αρχηγικό κόμμα μίας χρήσεως τύπου Βελόπουλου. Και τα δυο κολυμπούν στη «δεξαμενή του φασισμού» που χτίστηκε με τις ακάματες προσπάθειες κράτους και ΜΜΕ επί 30 χρόνια. Είναι όμως πολύ διαφορετικό να στηρίζεις φασιστικά συνθήματα βασικά στον καναπέ σου μπροστά στην τηλεόραση, από την τρομοκρατία στους δρόμους. Αποτελεί στρατηγική ήττα της αστικής τάξης ότι απέτυχε να στήσει φασιστικό κίνημα στην Ελλάδα και πρέπει να χτίσουμε πάνω σ’ αυτό.