Γεράσιμος Λιβιτσάνος
Με τον «φόβο της δεξιάς» θα επιχειρήσει να ξεπλύνει την δεξιά πολιτική που άσκησε και ασκεί ο ΣΥΡΙΖΑ την προεκλογική περίοδο, σε μία απελπισμένη προσπάθεια να «γυρίσει» το εκλογικό παιχνίδι.
Χαρακτηριστική της προεκλογικής στρατηγικής του ΣΥΡΙΖΑ ήταν η τοποθέτηση που έκανε ο υπουργός Οικονομικών όταν την Παρασκευή στην Βουλή εισηγήθηκε την τροπολογία για την διατήρηση του αφορολόγητου. Επιχειρηματολογώντας για την ρύθμιση είπε ότι «είναι σε μια κατεύθυνση που διευρύνεται η ταξική μας μεροληψία και στα μεσαία στρώματα». Για να προσθέσει στην συνέχεια: «Το πολιτικό αντίστοιχο αυτής της διεύρυνσης είναι το κάλεσμα των ανθρώπων που είναι πράσινοι, που είναι σοσιαλδημοκράτες, που είναι κομμουνιστές, που είναι αριστεροί, να είμαστε μαζί».
Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος υποστήριξε ότι «δεν είμαστε στις συνθήκες που ηγεμονεύει ο νεοφιλελευθερισμός. Κυριαρχεί ο νεοφιλελευθερισμός, αλλά παντού είναι τρωτός στην αντίδραση των λαϊκών και των μεσαίων στρωμάτων, που φοβούνται και την κεντροδεξιά, πόσω μάλλον την άκρα δεξιά».
Μάλιστα με αφορμή αντιπαράθεση που είχε με το ΚΚΕ, κατέδειξε τον στόχο του ΣΥΡΙΖΑ να αποσπάσει όσο περισσότερους ψήφους μπορεί από τα «αριστερά του». ‘Εκανε έκκληση προς του ψηφοφόρους κομμάτων που ασκούν απο αριστερά κριτική στον ΣΥΡΙΖΑ «να πιέσουν να αλλάξετε τη γραμμή για να μπορέσουμε μαζί να αντιμετωπίσουμε τον φόβο ή να μη σας ψηφίσουν».
Φυσικά ο υπουργός Οικονομικών δεν «είδε» τον νεοφιλελευθερισμό -που όντως έχει ώς πολιτική επιλογή η Νέα Δημοκρατία – στην πολιτική που άσκησε ο ΣΥΡΙΖΑ την τελευταία τρίετία: Στην λιτότητα, την άποδοχή των «ευρω-κανόνων», την προσαρμογη του κράτους στις ανάγκες του κεφαλαίου, στις ιδιωτικοποιήσεις, στους νόμους που ο ίδιος υπέγραψε για φορο-απαλλαγες στους εφοπλιστές και το κεφάλαιο.
Εκλογικός στόχος του ΣΥΡΙΖΑ είναι να «επαναφέρει» ένα τμήμα από τους 920.000 ψηφοφόρους που έχασε μεταξύ του Ιανουαρίου του 2015 και των τελευταίων ευρω-εκλογών. Εκτιμά μάλιστα ότι ένα πολύ μικρό μέρος αυτού του εκλογικού δυναμικού επέλεξε στις τελευταίες εκλογές την Νέα Δημοκρατία και ότι «κρύβονται» στην αποχή. Μέσω της προσπάθειας αυτής θα επιχειρήσει επίσης να περιορίσει τις δυνατότητες της Νέας Δημοκρατίας να πετύχει την αυτοδυναμία των 151ενος εδρών, αυξάνοντας το μέγεθος της εκλογικής πίτας.
Όμως την ίδια στιγμή που αυτή θα είναι η τακτική του ΣΥΡΙΖΑ για να εγκλωβίσει την λαϊκή ψήφο, προετοιμάζεται επίσης για τον ρόλο της «προοδευτικής αντιπολίτευσης». Μέ άλλα λόγια για να παίξει το παιχνίδι του «νέου διπολισμού» και να καθιερωθεί ώς ο έτερος πόλος της κυβέρνητικής διαχείρισης. Κάθε άλλο παρά τυχαίες είναι οι αναφορές του Αλέξη Τσίπρα στον «πρωταγωνιστικό ρόλο» που έχει διασφαλίσει ο ΣΥΡΙΖΑ με το ποσοστό του 23,3% που είχε στις ευρωεκλογές.
Τα περίφημα «ανοίγματα προς το κέντρο» που πραγματοποίει προεκλογικά, θα παίξουν τον ρόλο τους και μετεκλογικά για την εμπέδωση του νέου του ρόλου. Ιδίως εφόσον υπάρχει το δεδομένο ενός εκλογικού συστήματος χωρίς το μπόνους των 50 εδρών στις μεθεπόμενες εκλογές.
Εξυπακούεται πως στην προεκλογική περίοδο η χρήση της κρατικής μηχανής για εκλογικό όφελος δεν θα έχει όρια. Παράλληλα θα εστιάσει σε αυτό που θεωρεί «επικοινωνιακό πλεονέκτημα» με ανοιχτές συγκεντρώσεις και έμφαση στις πολωτικές τηλεοπτικές αναμετρήσεις του Αλέξη Τσίπρα με τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Για την προεκλογική περίοδο στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ έχουν γίνει και οι κατάλληλες «ανακατατάξεις» με τον ηγετικό πυρήνα του κόμματος να έχει αναλάβει τις κυριότερες θέσεις.