Αιμιλία Καραλή
Όσο οι ζωές μας αποκτούν αξία μόνο όταν γίνουν αγάλματα και προκαλούν την θλίψη μόνο όταν εκείνα καταστραφούν, τόσο το θλιβερό παρόν θα ξεχνιέται και το μέλλον θα αποτελεί μια απλή επανάληψη αυτού του παρόντος.
Η θλίψη για την πρόσφατη καταστροφή μέρους της Παναγίας των Παρισίων από πυρκαγιά συνοδεύτηκε από την οργή πολλών για την υποκριτική συμπεριφορά των «ευαισθητοποιημένων» χορηγών που έσπευσαν να συνεισφέρουν στην αποκατάσταση του κτιρίου απαιτώντας ισχυρές φοροαπαλλαγές. Ταυτόχρονα αρκετοί τόνισαν την απουσία οποιασδήποτε ευαισθησίας για την καταστροφή αρχαιολογικών μνημείων στη Συρία, στο Ιράκ, στο Αφγανιστάν ως αποτέλεσμα των πολεμικών επιχειρήσεων δυτικών και θρησκευτικών «φονταμενταλιστών». Ο «πόνος» για άλλη μια φορά αποδείχτηκε Δυτικό προνόμιο.
Είναι δύσκολο βέβαια να μην λυπηθεί κάποιος για την καταστροφή ενός μνημείου. Η συμβολική του σημασία, συνδεμένη με την εθνική ιστορική και πολιτιστική μνήμη, είναι πολύ ισχυρή. Από τα μνημειακά αριστουργήματα ως τα αγγεία της καθημερινής ζωής με την απλή διακόσμηση ανασταίνεται και αναγνωρίζεται το πνεύμα του δημιουργού, είτε ο λαός στο σύνολό του είναι αυτός είτε κάποιο άτομο. Ανασταίνεται βεβαίως και μια ολόκληρη κοινωνική δομή. Δεν θα μπορούσε κανείς να παραβλέψει τον γιγαντισμό των κτιρίων-μνημείων που συνδέθηκαν με αυτοκρατορίες, με αυταρχικές εξουσίες ή απολυταρχικά δόγματα ούτε την απλότητα, το βάθος και την ευρηματικότητα έργων που συνδέθηκαν με δηλώσεις ελευθερίας και σεβασμού προς τον Άνθρωπο.
Δεν θα ήταν δυνατόν επίσης να παρακαμφθεί και η σκόπιμη ιδεολογική χρήση των μνημείων από τις κυρίαρχες κάθε φορά ελίτ που «αλλάζουν τα πάντα, προκειμένου να μείνουν τα πάντα ίδια», όπως έγραφε ο Λαμπεντούζα στον Γατόπαρδο. Ας θυμηθούμε, για παράδειγμα ότι η εκκλησία Σακρ Κερ στην Μονμάρτη θεμελιώθηκε το 1873 για να τιμηθούν οι νεκροί του Γαλλοπρωσσικού πολέμου και να «εξιλεωθεί ο τόπος από τα εγκλήματα της Κομμούνας» του Παρισιού. Το 2004 η πρώτη πλατεία στα «πόδια» της Σακρ Κερ μετονομάστηκε σε πλατεία Λουίζ Μισέλ, για να τιμηθεί η μνήμη της δασκάλας –ηγετικής μορφής της εξέγερσης των Κομμουνάρων. Το οξύμωρο σε όλο του το μεγαλείο. Ιστορική παραχάραξη ή ιστορική δικαίωση;
Τι νόημα όμως έχουν τα μνημεία αν ξεχνάμε τα χνάρια των ανθρώπων που τα δημιούργησαν, το αίμα που κόστισαν
Τι νόημα όμως έχουν τα μνημεία αν ξεχνάμε τα χνάρια των ανθρώπων που τα δημιούργησαν, το αίμα που κόστισαν αλλά και το ότι συχνά χρησιμοποιούνται για να εκμηδενίσουν με το μέγεθός τους και να εξαφανίσουν με τον συμβολισμό τους το παρόν και το μέλλον του Ανθρώπου; Πόσα «ιερά» δεν έχουν δημιουργηθεί για να δοξαστεί μια ιδέα ακόμη κι αν αυτή έχει απαιτήσει θυσίες –κυριολεκτικά και συμβολικά- δικαιωμάτων και αξιών; Πόσες Νοτρ Νταμ δεν έχουν κτιστεί για να ξεχαστεί πως η ιερότητα δεν είναι θέμα κτιρίων –έστω και μεγάλης καλλιτεχνικής αξίας- αλλά υπόθεση που σχετίζεται με ό,τι «αγιάζει» την καθημερινότητα; Και αυτό μπορεί να είναι η εργασία, η μόρφωση, η έρευνα, η φροντίδα, η αγάπη, η δημιουργία, η αγωνία και οι αγώνες των ανθρώπων για την προσωπική και συλλογική αξιοπρέπεια.
Όσο τα κατά παραγγελία «ιερά» βαραίνουν πάνω στους ζωντανούς ανθρώπους δεν θα μπορούμε να δούμε τα πραγματικά ιερά, να τιμήσουμε τις «Κυρίες» και τους «Κυρίους» της πραγματικής ζωής. Όσο οι ζωές μας αποκτούν αξία μόνο όταν γίνουν αγάλματα και προκαλούν την θλίψη μόνο όταν εκείνα καταστραφούν, τόσο το θλιβερό παρόν θα ξεχνιέται και το μέλλον θα αποτελεί μια απλή επανάληψη αυτού του παρόντος.
Ας ξανασκεφτούμε λοιπόν το πώς ο πόνος για τ’ «αγάλματα» θα αποδώσει καρπούς με το να γίνει στοχασμός και πράξη για ό,τι «αγαλλιάζει», δίνει δηλαδή κίνητρο για χαρά και νόημα στη ζωή την προσωπική και την συλλογική. Διαφορετικά θα θυμίζουμε εκείνον τον στίχο από τον «Ηδονικό Ελπήνορα» του Σεφέρη, σύμβολο της αφροσύνης και της δυστυχίας που προκαλεί: Γιατί τ’ αγάλματα δεν είναι πια συντρίμμια, /είμαστε εμείς …