Γράμμα από Β. Μακεδονία
Νικόλα Ιγκνατόβσκι
Οι προεδρικές εκλογές της 21ης Απριλίου στην Βόρεια Μακεδονία αφορούν ένα αξίωμα με ελάχιστη εξουσία και ουσιαστικά διακοσμητικό. Ωστόσο, γύρω από αυτόν τον θεσμό έχουν εξελιχθεί οι περισσότερες πολιτικές αναταραχές στην εσωτερική πολιτική σκηνή. Αυτή τη φορά, οι τρεις υποψήφιοι είναι μαριονέτες των αστικών κομμάτων που έχουν επιλεγεί με μοναδικό σκοπό να υπηρετήσουν περαιτέρω την ατζέντα των ιμπεριαλιστών. Από τη συμφωνία του Πρεσπών, το δημοψήφισμα και την επακόλουθη κύρωση της συμφωνίας χωρίς λαϊκή υποστήριξη, η χώρα έχει βρεθεί σε ακόμα πιο βαθιά θέση υποτέλειας απέναντι στα συμφέροντα των ισχυρών.
Το ΝΑΤΟ βρίσκεται τώρα σε θέση ισχύος και ασκεί πίεση. Αυτό έγινε φανερό από τη συμφωνία που έκαναν Τσίπρας και Ζάεφ με την ελληνική αεροπορία να «φρουρεί» τον μακεδονικό εναέριο χώρο. Παράλληλα, εξαιτίας των υποχρεωτικών οδηγιών της ΕΕ, η κυβέρνηση Zάεφ ανακοίνωσε ότι θα ξεκινήσει μια μεταρρύθμιση για να ιδιωτικοποιηθεί πλήρως η υγειονομική περίθαλψη. Και καθώς τα πράγματα στη Σερβία εξελίσσονται, φαίνεται πραγματικά ότι κι αυτή βρίσκεται στα πρόθυρα μιας αλλαγής εξουσίας κατά το πρότυπο της Μακεδονίας.
Όλα αυτά δεν αφορούν, όμως, την προεκλογική εκστρατεία. Η υποψήφια του VMRO απευθύνεται στους εθνικιστές και δεσμεύτηκε ότι θα ακυρώσει τη συμφωνία των Πρεσπών – ενώ παράλληλα υπόσχεται στους φιλελεύθερους παραμονή στο ΝΑΤΟ και ένταξη στην ΕΕ. Ο υποψήφιος των σοσιαλδημοκρατών υποσχέθηκε απλά ότι θα βοηθήσει τον Zάεφ να οδηγήσει τη χώρα μέσα από το «χρυσό» μονοπάτι που βρίσκεται. Ο τρίτος υποψήφιος, που ήταν αρχικά ανεξάρτητος αλλά τώρα υποστηρίζεται από τα αντιπολιτευόμενα αλβανικά κόμματα, ξεκίνησε με κάποιες αριστερές θέσεις, αλλά πρόσφατα άρχισε να επιστρέφει σε μια εθνικιστική ρητορική και η εστίασή του αφορά μόνο τα εθνικά αλβανικά θέματα.
Το πιο αξιοσημείωτο γι ‘αυτές τις εκλογές είναι ότι μετά από όλη την αναταραχή των τελευταίων ετών και όλες τις διαψεύσεις των υποσχέσεων εκ μέρους των πολιτικών, ο λαός είναι απογοητευμένος. Σε σημείο, μάλιστα, που οι περισσότεροι δεν ενδιαφέρονται καθόλου για τις προεδρικές εκλογές και λένε ότι δεν θα ψηφίσουν κανέναν από τους υποψήφιους. Το μόνο σίγουρο, λοιπόν, είναι ότι η προσέλευση στον πρώτο γύρο θα είναι χαμηλότερη από ποτέ.