Η μεγάλη πυρκαγιά στον καθεδρικό ναό της Νοτρ Νταμ, στην καρδιά του Παρισιού, έδωσε την ευκαιρία στον πρόεδρο Μακρόν και τους μεγιστάνες του πλούτου να εμφανιστούν ως σωτήρες του πολιτισμού και σταυροφόρους του «Τάματος του Έθνους», αφήνοντας τους σύγχρονους «Αθλίους» να πνίγονται μες στους τοξικούς καπνούς της νεοφιλελεύθερης πολιτικής. Πριν μιλήσουν οι επιστημονικοί φορείς, τα Πολυτεχνεία, τα τεχνικά επιμελητήρια, οι αρχαιολόγοι, οι ειδικοί τέλος πάντων, ο Μακρόν έσπευσε να ορίσει χρονοδιάγραμμα της αποκατάστασης τα πέντε χρόνια. Και μάλιστα, τη στιγμή που δεν έχουν καν ερευνηθεί τα αίτια της πυρκαγιάς – και χωρίς να έχει συνταχθεί επιστημονική στατική μελέτη που θα εξασφαλίζει αφενός την αντοχή του οικοδομήματος και αφετέρου την πιστότητα της ανακατασκευής του. Το στοίχημα δεν είναι η σωστή αποκατάσταση, αλλά οι Ολυμπιακοί Αγώνες του Παρισιού του 2024 και το παράπλευρο μεγάλο φαγοπότι των εργολάβων και της τουριστικής-αθλητικής βιομηχανίας.
Πάπας, Τραμπ, αρχηγοί κρατών, παγκόσμιοι ολιγάρχες, όλοι έσπευσαν να «καταθέσουν» την οδύνη τους. Ωστόσο, όλοι αυτοί οι βαρυπενθούντες δεν έδειξαν μια παρόμοια ευαισθησία τo 2001 όταν οι Ταλιμπάν κατέστρεφαν με δυναμίτη τα γιγάντια αγάλματα του Βούδα στο Αφγανιστάν. Σχεδόν άκλαυτα πήγαν πολλά αρχαία μνημεία, αγάλματα και τεχνουργήματα της Συρίας όπου ακόμα και σήμερα συνεχίζεται το μεγάλο πλιάτσικο – για να μη μιλήσουμε για βυζαντινούς ναούς και μοναστήρια στις εμπόλεμες ζώνες της πρώην Γιουγκοσλαβίας ή για το όργιο της αρχαιοκαπηλίας στη Βαγδάτη και στο Ιράκ μετά την εισβολή των Αμερικανών. Δυτικοκεντρικές είναι οι κυρίαρχες καλλιτεχνικές και θρησκευτικές ευαισθησίες και ας μιλάμε για παγκόσμια αρχιτεκτονική κληρονομιά.