ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΤΖΙΑΝΤΖΗΣ
Η κυβέρνηση «είναι κεφάτη» ψωνίζει από τα Μάρκετ!
Εντός στόχου, όπως αναμενόταν, αλλά αρκετά «τσουχτερή» χαρακτηρίζεται η δοκιμαστική πολυδιαφημισμένη έξοδος στις αγορές. Η ζήτηση τελικά ήταν τέσσερις φορές μεγαλύτερη από την προσφορά και η απόδοση του νέου 10ετούς ομολόγου έκλεισε στο 3,9%. Αν και χαμηλότερο από το 4,6% του 2017, το επιτόκιο δανεισμού παραμένει με διαφορά το υψηλότερο στην ευρωζώνη, κάτι που σημαίνει ότι η «επιστροφή στην κανονικότητα» παραμένει προεκλογικό σλόγκαν. Πιο συγκεκριμένα, το κόστος δανεισμού του ελληνικού δημοσίου είναι πέντε φορές υψηλότερο από αυτό της Ιρλανδίας (0,81%) και πάνω από δύο φορές υψηλότερο από εκείνο της Πορτογαλίας (1,46%) και της Κύπρου (1,88%). Το ελληνικό δημόσιο άντλησε συνολικά από τις αγορές 2,5 δισ. ευρώ, το ίδιο ακριβώς ποσό όπως και με την έκδοση του 5ετούς ομολόγου στα τέλη Ιανουαρίου.
Πίσω από τους επικοινωνιακούς πανηγυρισμούς της κυβέρνησης, το κύριο που δείχνει η έκδοση ομολόγου και το αντανακλά και η «διπλή αναβάθμιση» της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας από τη Moody’s, είναι ότι υπάρχει εμπιστοσύνη ότι η Ελλάδα θα μπορεί να αποπληρώνει τα χρέη της για τα επόμενα δέκα χρόνια, όση ακριβώς δηλαδή είναι και η διάρκεια της επιμήκυνσης του δανείου του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (96,6 δισ. ευρώ), καθώς και η διάρκεια της επέκτασης της περιόδου χάριτος για την πληρωμή τόκων. Αυτή η εμπιστοσύνη των αγορών στηρίζεται όμως πάνω από όλα στις δεσμεύσεις της κυβέρνησης για την υλοποίηση και την επιτάχυνση όλων των προγραμματισμένων μνημονιακών προαπαιτουμένων, όπως τη μείωση του αφορολόγητου ορίου, τις ιδιωτικοιήσεις και τη θέσπιση νέου νόμου με «χαμηλό δείκτη προστασίας» για την πρώτη κατοικία με πολλαπλούς «κόφτες».
Η νέα εμπιστοσύνη των αγορών αναμένεται να καταγραφεί και στην έκθεση του ΔΝΤ ενώ ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζει το Eurogroup της Δευτέρας όπου θα φανεί «πού θα κάτσει η μπίλια» στο αντιλαϊκό παζάρι της κυβέρνησης με τους δανειστές για το κλείσιμο της δεύτερης «μεταμνημονιακής αξιολόγησης». Οι ευρωπαϊκοί και ευρωατλαντικοί θεσμοί πάντως, ταυτόχρονα με τα καλά λόγια κουνάνε το δάχτυλο με αυστηρότητα ώστε να μπει φρένο στις προεκλογικές παροχές, να μη χαλαρώσει το καθεστώς λιτότητας και να υλοποιηθούν τάχιστα οι μεταρρυθμίσεις. Πατώντας πάνω σε αυτές τις ράγες μνημονιακής κατεύθυνσης το νέο δάνειο δεν αξιοποιείται για την εξυπηρέτηση κοινωνικών δαπανών και πολιτικών στήριξης της στρατιάς των ανέργων και ενίσχυσης της εργασίας αλλά για την προώθηση μέτρων ενίσχυσης των επιχειρήσεων και της ανταγωνιστικότητας, πολιτικών δηλαδή που κινούνται κοντά στο πνεύμα των προτάσεων του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Συγκεκριμένα, με τις τροπολογίες που κατέθεσε η κυβέρνηση αυτή τη βδομάδα στη Βουλή μειώνει από 15% σε 10% τη φορολογία στα κέρδη των μετόχων σε μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους, αυξάνει κατά 10% τις τιμές των «φαρμάκων αναφοράς», κάτι που θα σημάνει ανατιμήσεις σε μια σειρά από φάρμακα «πρώτης ανάγκης» πέραν των μη συνταγογραφημένων ενώ ταυτόχρονα ρυθμίζει υπέρ των βιομηχανιών τις επιστροφές από την κρατική δαπάνη για τα φάρμακα, χαρίζοντάς τους 20 εκατ. ευρώ. Και όλα αυτά μες στην άγρια νύχτα, καθώς η σχετική τροπολογία μπήκε «σφήνα» σε άσχετο νομοσχέδιο του υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού!
Με αφορμή τα διαφημιστικά σλόγκαν της κυβέρνησης περί «επιστροφής στην κανονικότητα» θα μπορούσαμε, παραφράζοντας το γνωστό τραγούδι των Τρυπών «τα Κανονικά παιδιά», να πούμε ότι οι «κανονικές οικονομίες» που βρίσκονται στον πάτο της ευρωζώνης δανείζονται κανονικά, αποπληρώνουν τους δανειστές κανονικά, οι τράπεζες ανακεφαλαιώνονται κανονικά και, τέλος, οι τράπεζες αρπάζουν τα σπίτια και τις καταθέσεις του κόσμου κανονικά και με το νόμο!