Ισμήνη Στέλιου
Έντονο πολιτικό άρωμα στην αποψινή απονομή, με την Αμερικανική Ακαδημία Κινηματογράφου να προσπαθεί να αφουγκραστεί
το αίτημα για «ισόρροπη συμμετοχή» όλων των κοινωνικών ομάδων στα βραβεία χωρίς αποκλεισμούς
Τα Όσκαρ έχουν αποδείξει στο πρόσφατο παρελθόν ότι είναι μια διοργάνωση που δεν μένει ανεπηρέαστη από το πολιτικό και ιδεολογικό κλίμα που επικρατεί. Μόλις έναν χρόνο μετά την αναταραχή που προκάλεσε στην τελετή το hashtag #OscarsSoWhite, που κατέκρινε την απουσία μαύρων καλλιτεχνών από όλες σχεδόν τις μεγάλες κατηγορίες των βραβείων, το 2017 τη μεγαλύτερη διάκριση, το Όσκαρ καλύτερης ταινίας, κερδίζει –με επεισοδιακό τρόπο– το Moonlight του Μπάρι Τζένκινς. Μια ταινία που όχι μόνο αναφέρεται στις δυσκολίες της ζωής ενός ομοφυλόφιλου νεαρού αφροαμερικανού αλλά συνέπεσε με το νέο κύμα διαδηλώσεων και αντιδράσεων ενάντια στις δολοφονίες των νεαρών μαύρων από την αμερικανική αστυνομία που συγκλόνισαν ολόκληρες τις ΗΠΑ –BlackLivesMatter– αλλά και με την εκλογή Τραμπ στον Λευκό Οίκο. Το 2018, στον απόηχο των καταγγελιών για σεξουαλική παρενόχληση και κακοποίηση που βγήκαν στην επιφάνεια με το κίνημα #ΜeΤoo, έκανε την εμφάνισή της η κίνηση «Time’s Up» που ιδρύθηκε με σκοπό την έμπρακτη στήριξη, νομική και οικονομική, των θυμάτων αλλά και την καταπολέμηση ανισότητας με βάση το φύλο στους χώρους εργασίας. Πολλές διάσημες ηθοποιοί περπάτησαν στο κόκκινο χαλί της διοργάνωσης φορώντας κονκάρδες του «Time’s Up», ενώ κάποιες από αυτές προτίμησαν να φέρουν ως συνοδούς τους ακτιβίστριες του φεμινιστικού κινήματος. Την ίδια χρονιά, η Γκρέτα Γκέρβιγκ με το Ladybird ήταν μόλις η πέμπτη γυναίκα υποψήφια για το Όσκαρ σκηνοθεσίας στην ιστορία των βραβείων.
Φέτος, ο σκηνοθέτης Σπάικ Λι που είχε πρωτοστατήσει στο μποϊκοτάζ των οσκαρικών τελετών τα προηγούμενα χρόνια (μαζί με πολλούς καλλιτέχνες και δημόσια πρόσωπα αλλά και τον πρώην πρόεδρο Μπάρακ Ομπάμα), βρίσκεται προτεινόμενος στις κατηγορίες καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας και διασκευασμένου σεναρίου για την ταινία BlacKkKlansman — που αναδεικνύει ανατριχιαστικές ομοιότητες μεταξύ του λόγου της Κου Κλουξ Κλαν της δεκαετίας του ’70 και των σημερινών δεσμεύσεων του προέδρου Τραμπ και συγκέντρωσε συνολικά έξι υποψηφιότητες. Για Όσκαρ καλύτερης ταινίας βρίσκεται πρώτη φορά υποψήφια μια υπερηρωϊκή ταινία βασισμένη σε κόμικ της Μάρβελ, το Black Panther. Ενώ φαβορί θεωρείται με δέκα υποψηφιότητες –και αφού έχει σαρώσει τα μεγάλα βραβεία σε όλες τις διοργανώσεις– το Ρόμα του Αλφόνσο Κουαρόν, σε παραγωγή της πλατφόρμας Νέτφλιξ. Επίσης δέκα υποψηφιότητες απέσπασε Η Ευνοούμενη του Γιώργου Λάνθιμου. Η Ευνοούμενη και το Ρόμα, παρά τον αντιδιαμετρικά αντίθετο χαρακτήρα τους, έχουν ως κοινό σημείο πως αφηγούνται γυναικείες ιστορίες, πρόκειται για την πρώτη φορά που δύο ταινίες που έχουν προταθεί την ίδια χρονιά σε όλες τις μεγάλες κατηγορίες δεν έχουν υποψηφιότητες για α’ ή β’ ανδρικό ρόλο. Όσον αφορά τις υπόλοιπες ταινίες που συμπληρώνουν τις υποψηφιότητες καλύτερης ταινίας, σε αυτές περιλαμβάνονται δύο πραγματικές ιστορίες μουσικών, του θρυλικού Φρέντι Μέρκιουρι (Bohemian Rhapsody) και του πιανίστα Ντον Σίρλεϊ (Το Πράσινο Βιβλίο), που τυγχάνει να είναι ταυτόχρονα και ιστορίες ομοφυλόφιλων ανδρών, χωρίς να είναι αυτό το κύριο θέμα τους. Επίσης μουσικός, φανταστική χαρακτήρας αυτή τη φορά, είναι η ηρωίδα του Ένα Αστέρι Γεννιέται, την οποία υποδύεται η Lady Gaga. Την κατηγορία συμπληρώνει το Vice: O δεύτερος στην ιεραρχία, για τον πρώην αντιπρόεδρο των ΗΠΑ Ντικ Τσέινι που είναι η μόνη υποψήφια ταινία που περιστρέφεται γύρω από λευκό στρέητ άνδρα πρωταγωνιστή.
Η πρώην πρόεδρος της Ακαδημίας Σέριλ Μπουν Άιζακς είχε δεσμευτεί πως ο αριθμός των γυναικών και μη λευκών μελών της θα έχει διπλασιαστεί έως το 2020 και τα πράγματα φαίνεται να κινούνται ήδη προς αυτή την κατεύθυνση, με την ανανέωση να φτάνει αυτή τη στιγμή το ένα τρίτο του συνόλου των μελών της Ακαδημίας. Αυτή η αλλαγή εξηγεί ως ένα βαθμό και τις φετινές διαφορετικές υποψηφιότητες. Ωστόσο, στο Χόλυγουντ και τη βιομηχανία του θεάματος γενικότερα, οποιαδήποτε στρατηγική στροφή γίνεται με απώτερο σκοπό το κέρδος, και τα τελευταία χρόνια οι αριθμοί έχουν δείξει ξεκάθαρα πως η συμπεριληπτικότητα πουλάει. Μποϋκοτάζ στα βραβεία έχουν ξαναγίνει (όπως π.χ. το 1996) όμως το πολιτικό κλίμα σε συνδυασμό με την προοπτική αύξησης των εσόδων οδηγούν στην αλλαγή που βλέπουμε τα τελευταία χρόνια, περισσότερες γυναίκες, μαύροι, ασιάτες, γκέι και τρανς βρίσκουν τον δρόμο προς τις οθόνες μας. Όμως η ορατότητα που κερδίζουν οι περιθωριοποιημένες ομάδες δεν μεταφράζεται αυτόματα και σε βελτίωση της θέσης τους ούτε προϋποθέτει απαραίτητα έλεγχο και αλλαγή των δομών που τις κρατάν καθηλωμένες. Αυτού του είδους η επέλαση της διαφορετικότητας αδιαμφισβήτητα ωφελεί το αφηγηματικό μέσο του κινηματογράφου αλλά και εμάς ως κοινό, μένει να φανεί αν μπορεί να σημάνει μια βαθύτερη αλλαγή στον τρόπο και τα κριτήρια δημιουργίας που θα επηρεάσει την κοινωνία γενικότερα.