Η αστική πολιτική στρέφεται απατηλά και επικίνδυνα στο παρελθόν, καθώς δεν μπορεί να πείσει για ένα καλύτερο αύριο
Γιάννης Ελαφρός
Οπισθοδρομική κομπανία θυμίζει η κοινωνική και πολιτική ζωή με τα μάτια και τις ευχές όλο και περισσότερων να στρέφονται προς τα πίσω. «Ευτυχισμένος ο καινούργιος χρόνος» λέμε, αλλά λιγότεροι βλέπουν με ελπίδα την καινούργια χρονιά* κυριαρχεί το «κάθε πέρσι και καλύτερα». Ο σύγχρονος καπιταλισμός, ακόμα και στην Ελλάδα που δήθεν βγαίνει από το μνημονιακό τούνελ, δεν μπορεί να υποσχεθεί καλύτερες μέρες στο μέλλον. Ειδικά στη νέα γενιά η γενικότερη αίσθηση είναι πως θα ζήσει χειρότερα και πιο δύσκολα από τους γονείς τους.
Τη γενικότερη αυτή τάση ανέδειξε το τελευταίο βιβλίο του πολωνού κοινωνιολόγου Ζίγκμουντ Μπάουμαν (1925-2017), με τίτλο Retrotopia, το οποίο κυκλοφόρησε στην Αγγλία πριν από ένα χρόνο, λίγο μετά το θάνατό του. Σύμφωνα με τον Μπάουμαν η ρετροτοπία είναι η άρνηση της διεκδίκησης μιας ουτοπίας στο μέλλον, και στη θέση της η αναζήτηση μιας ουτοπίας με τα «ρούχα» του παρελθόντος. Όπως σημείωνε η ρετροτοπία εκφράζει την κοινωνική τάση να τοποθετούμε στο παρελθόν –και όχι πλέον στο μέλλον ή σε έναν μυθικό τόπο– το όραμα μιας καλύτερης κοινωνίας. Το μέλλον έχει γίνει συνώνυμο όχι της ελπίδας και των δυνατοτήτων, αλλά του φόβου και της απελπισίας. Το παρελθόν απεναντίας αναδεικνύεται ως χαμένος παράδεισος, σαν μια εκδίκηση για την προηγούμενη παγκόσμια «μανία για πρόοδο».
Και η πολιτική ζωή στην Ελλάδα μοιάζει να έχει καταληφθεί από ρετροτοπία. ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ, Τσίπρας και Μητσοτάκης αντιγράφουν τις πιο εκφυλισμένες φάσεις της παλιάς δικομματικής αντιπαράθεσης, ενώ περιγράφουν (με τα δικά του λόγια ο καθένας) μια επιστροφή σε μια κανονικότητα της «ανάπτυξης» και της «ευημερίας», που καμιά σχέση δεν έχει με την άγρια κανονικότητα της διαρκούς μνημονιακής και καπιταλιστικής βαρβαρότητας. Μιλούν για την Ευρωπαϊκή Ένωση με την ίδια απατηλή νότα της δεκαετίας του ΄90 και του «ευρωπαϊκού ονείρου», λες και δεν έχει αναδειχθεί πλατιά πλέον η ΕΕ ως φυλακή για τους λαούς και θερμοκήπιο για τους ακροδεξιούς. Η Γεννηματά φαντασιώνεται πως μπορεί να ξαναστήσει το παλιό ΠΑΣΟΚ, όταν το ρόλο αυτό έχει αναλάβει ο ΣΥΡΙΖΑ. Ιδιαίτερα επικίνδυνες είναι οι εθνικιστικές νοσταλγίες που φουντώνουν, είτε με περικεφαλαίες Μεγαλέξανδρου και στολές μακεδονομάχων ή με την τουρκοφαγία (Καμμένων και όχι μόνο), που τελικά κρύβουν από κάτω όλη την αποκρουστική κληρονομιά των χιτλερικών, των δοσίλογων και των χουντικών. Όσο για το σύγχρονο έρωτα με τις ΗΠΑ, τις επενδύσεις και την προστασία που θα φέρουν, περισσότερο μοιάζει με νοσταλγία των ματωμένων δολαρίων και της Τρούμπας της δεκαετίας του ΄50.
Αλλά και στο χώρο της Αριστεράς οι ρετρό καταστάσεις έχουν την τιμητική τους. Το ΚΚΕ πολιτεύεται σε μεγάλο βαθμό με την αχλύ της ηρωικής διαδρομής 100 χρόνων του κομμουνιστικού κινήματος (την οποία αντιμετωπίζει ως κομματική ιδιοκτησία) και με την αναπαραγωγή σε όλους τους τόνους του «ισχυρού κόμματος» ως απάντηση σε όλα τα ερωτήματα. Παρότι και το κόμμα δεν είναι αυτό που ήταν και η έλλειψη μιας ανατρεπτικής πολιτικής γραμμής και πρακτικής από την πλευρά του Περισσού είναι εμφανής όλη την προηγούμενη δεκαετία. Οι κυρίαρχες τάσεις στην ΛΑΕ έλκονται από μια αναπαραγωγή της πρώτης φάσης του ΣΥΡΙΖΑ (ακόμα και του πρώτου κυβερνητικού εξαμήνου), σε μια πιο τίμια εκδοχή, που δεν απαντά στις βαθύτερες αιτίες που οδήγησαν στην χρεοκοπία της κυβερνητικής λύσης. Ταυτόχρονα, φλερτάρουν επικίνδυνα με εθνικιστικά ρεύματα, με άλλοθι έναν πατριωτισμό που κρύβει τα μάτια στον επιθετικό εθνικισμό που αναπτύσσεται και στην Ελλάδα. Αλλά και στο χώρο της ριζοσπαστικής και αντικαπιταλιστικής Αριστεράς δεν λείπουν οι νοσταλγίες, οι μικροκομματικές περιχαρακώσεις και η επανάληψη αυτού που δήθεν «ξέρουμε καλά», είτε είναι η φυγή στο «χώρο» είτε η αναπαραγωγή σε μικρή κλίμακα.
Στη σημερινή δυστοπική εποχή όμως δεν θα κερδίσει η φυγή στο παρελθόν, αλλά εκείνο το κοινωνικό και πολιτικό ρεύμα που πατώντας γερά στο σήμερα και αναλύοντας το χθες θα ανοίξει το δρόμο της ανατροπής για το αύριο που δικαιούνται οι παραγωγοί του πλούτου, οι εργαζόμενοι και οι νέες γενιές. Ένα κοινωνικό «εργοστάσιο ελπίδας», με πρώτες ύλες όχι ονειροφαντασίες, αλλά τις νέες δυνατότητες, τις ανατρεπτικές τάσεις που αναβλύζουν στην προκλητική εποχή μας και βέβαια την ανάγκη να αντιμετωπιστούν αποφασιστικά οι νέες απειλές της καπιταλιστικής βαρβαρότητας, της περιβαλλοντικής καταστροφής, του εθνικισμού, του νεοφασισμού και του πολέμου. Γι αυτό έχει μεγάλη σημασία η πρωτοβουλία του ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση –και με τη διαδικασία για την Προγραμματική Διακήρυξη- για τη διαμόρφωση ενός σύγχρονου απελευθερωτικού κομμουνιστικού προγράμματος και κόμματος.
Η μάχη για το μέλλον δίνεται τώρα, σε κάθε αναμέτρηση, ειδικά σε αυτή τη χρονιά πολιτικής και εκλογικής συμπύκνωσης. Σε μια φάση που η αστική πολιτική και οι ρεφορμιστικές δυνάμεις θα θέλουν τον κόσμο σε ρόλο ψηφοφόρου, η αντικαπιταλιστική και κομμουνιστική Αριστερά θα δώσει την μάχη για την ανασυγκρότηση και την αντεπίθεση του κινήματος. Αλλά ταυτόχρονα και για τη συσπείρωση, μετασχηματισμό και ενίσχυση της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, που όχι μόνο στάθηκαν στην πρώτη γραμμή τα προηγούμενα χρόνια, αλλά φωτίζουν σταθερά τη δυνατότητα ανατροπής.
Είναι εύκολος ο δρόμος; Ποιος μπορεί να το πει αυτό. Υποδεχόμαστε το 2019 με τα λόγια του Οδυσσέα Ιωάννου: «Έρχονται μάχες μην δειλιάσεις, γίνε ο δρόμος να περάσεις».