Βρετανία
Νίκος Καπιτσίνης
Διχασμός και αβεβαιότητα επικρατούν τόσο στο κυβερνών Συντηρητικό Κόμμα όσο και στους Εργατικούς, αναφορικά με τα επόμενα βήματα για το Brexit, που αποδεικνύεται μια εξαιρετικά επώδυνη και περίπλοκη υπόθεση και για τη βρετανική αστική τάξη.
Σοβαρές εξελίξεις στο μέτωπο του Brexit. Η Βρετανή πρωθυπουργός, Τερέζα Μέι, ανέβαλε την ψηφοφορία στο κοινοβούλιο για την επικύρωση της συμφωνίας μεταξύ ΕΕ και Ηνωμένου Βασιλείου που ήταν προγραμματισμένη για τις 11 Δεκέμβρη, καθώς κατάλαβε πως θα υφίστατο μία συντριπτική ήττα. Μεγάλο κομμάτι από τους 317 βουλευτές των Συντηρητικών, οι λεγόμενοι «σκληροί» που αποτελούν τον ακροδεξιό κορμό του κόμματος, θα είχαν καταψηφίσει τη συμφωνία λόγω της πρόβλεψης για το μηχανισμό ανάσχεσης (το λεγόμενο backstop).
Είναι γεγονός, βεβαίως, ότι και οι δύο πλευρές θέλουν να αποφύγουν την ύπαρξη «σκληρών» συνόρων μεταξύ Βόρειας Ιρλανδίας και Ιρλανδίας, με σκοπό την ελεύθερη διακίνηση εμπορευμάτων, υπηρεσιών κι ανθρώπινου δυναμικού. Κατανόησαν, όμως, πως δεν θα μπορούσε να βρεθεί σύντομα μία τεχνική λύση. Έτσι, για να αποφευχθεί η αναβολή της αποχώρησης της Βρετανίας από την ΕΕ (επισήμως, στις 29 Μάρτη 2019), συμφώνησαν πως, μετά την μεταβατική περίοδο, που λήγει στις 31 Δεκέμβρη 2020, θα υπάρχει δυνατότητα ενεργοποίησης αυτού του μηχανισμού, δηλαδή της παραμονής του Ηνωμένου Βασιλείου στην τελωνειακή ένωση, μέχρι να βρεθεί μια οριστική λύση για τα σύνορα. Για τους ακροδεξιούς βουλευτές των Τόρις, αυτός ο μηχανισμός αποτελεί μεγάλο «αγκάθι», που γίνεται μεγαλύτερο αφού για την παύση του δεν θα είχε λόγο το βρετανικό κοινοβούλιο, αλλά μία εξαμελής επιτροπή (τρία μέλη από την κυβέρνηση, τρία από την ΕΕ).
Έτσι, η Μέι ανέβαλε την ψηφοφορία και υποστήριξε πως θα ζητήσει αλλαγές και διευκρινίσεις από την ΕΕ – όταν, μέχρι πριν από μία εβδομάδα, υποστήριζε πως είναι η καλύτερη δυνατή συμφωνία και πως δεν αλλάζει, εκβιάζοντας και παίζοντας το χαρτί του «άτακτου» Brexit. Λίγες ώρες μετά την αναβολή, ο ακροδεξιός πυρήνας των Τόρις,κατάφερε να συγκεντρώσει τις απαιτούμενες 48 επιστολές για πρόταση μομφής κατά της αρχηγού του κόμματος.. Αν και το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας ήταν νικηφόρο για τη Μέι, βγαίνει βαθιά λαβωμένη, καθώς μόνο 200 βουλευτές τη στήριξαν, και 117 ξεκαθάρισαν πως δεν την εμπιστεύονται πλέον.
Επιπλέον, απέτυχε παταγωδώς και στη Σύνοδο Κορυφής, την Πέμπτη, καθώς ενώΟ ζήτησε χρονικό όριο ενός έτους στο backstop, η ΕΕ της έδωσε μόνο κάποιες διακηρυκτικές διασφαλίσεις. Έτσι, κι ενώ η Μέι υποστήριξε πως οι συζητήσεις θα συνεχιστούν, η κυβέρνηση ανακοίνωσε πως η ψηφοφορία στο κοινοβούλιο θα γίνει μετά τις διακοπές των Χριστουγέννων και πριν το χρονικό όριο της 21ης Γενάρη. Είναι φανερό, πλέον, πως η Μέι στοχεύει να πιέσει χρονικά όσο δεν πάει, ώστε να περάσει τη συμφωνία με το επιχείρημα «υπερψηφίστε τη ή έρχεται χάος». Ωστόσο, οι πιθανότητες δεν είναι με το μέρος της.
Σε κάθε περίπτωση, οι εξελίξεις σχετικά με το Brexit αναδεικνύoyn την απουσία των εργατικών συμφερόντων από την κουβέντα, όσο κι αν οι Εργατικοί ευαγγελίζονται ένα Brexit για την απασχόληση, το οποίο είναι εξαιρετικά αόριστο αλλά συνδέεται ευθέως με την παραμονή στην τελωνειακή ένωση. Δείχνουν πως μάλλον δεν επιθυμούν την «καυτή πατάτα» των νέων διαπραγματεύσεων, όντας επίσης διχασμένοι στο εσωτερικό τους Η απουσία αυτή αναδεικνύει μία νέα ευκαιρία αριστερής παρέμβασης για ένα εργατικό, κοινωνικά δίκαιο και μεταναστευτικά φιλικό Brexit στο διάστημα που μένει, όσο κι αν τα περιθώρια είναι εξαιρετικά στενά, όσο κι αν η κουβέντα έχει περιοριστεί σε μεγάλο βαθμό τους τελευταίους μήνες. Η πάλη δεν σταματάει στις 29 Μαρτίου.
Η αποχώρηση από την ΕΕ αφήνει έτσι κι αλλιώς μεγάλες δυνατότητες για εργατικές παρεμβάσεις που θα εναντιωθούν στη δεξιά στροφή στην πολιτική σκηνή της χώρας, αναδεικνύοντας την αναγκαιότητα για την εμφάνιση μιας «άλλης» ριζοσπαστικής αριστεράς, που τόσο πολύ λείπει από την βρετανική κοινωνία. Μίας αριστεράς που δε θα αρκείται στην εναντίωση στη λιτότητα και στην πάλη για να πέσουν οι Τόρις, αλλά θα διεκδικεί την αποκατάσταση εργατικών κατακτήσεων που χάθηκαν μέσα από την ΕΕ, που θα βάζει τακτικά και στρατηγικά στο στόχαστρο τις κεντρικές επιλογές του κεφαλαίου και κυρίως θα εναντιώνεται στις επιταγές του, θα απορρίπτει ένα δεύτερο δημοψήφισμα, και θα αγωνίζεται ενάντια σε ρατσιστικές πολιτικές κι όχι μόνο κόντρα στο ρατσισμό.
Το μεγάλο στοίχημα του επόμενου διαστήματος είναι οι καταπιεσμένοι να βγουν στο προσκήνιο και, δυναμώνοντας το εργατικό κίνημα, να παλέψουν για την καλυτέρευση της ζωής τους.