Ανάλυση: Γιώργος Παυλόπουλος
Ο Γιούνκερ υμνεί την ευρωπαϊκή ενοποίηση, αλλά η Κομισιόν του παίζει τον ρόλο Ευρωπαίου χωροφύλακα. Το δε όραμα του Μακρόν μάλλον ξέμεινε στην… Πνύκα, καθώς ο Γάλλος πρόεδρος παλεύει πλέον για την πολιτική του επιβίωση. Ανησυχία και συναγερμός για το βαθύ ρήγμα ανάμεσα στους «ξεχασμένους» των ευρωπαϊκών κοινωνιών και την «οικονομική και πολιτική ελίτ».
Μία, δύο, τρεις, πολλές κρίσεις…
Η Γαλλία ζει τα Δεκεμβριανά της, μισό αιώνα μετά τον Μάη του ’68. Το κίνημα των «Κίτρινων Γιλέκων», όπως θα μείνει στην ιστορία, ανάγκασε τον Μακρόν να κινητοποιήσει το σύνολο του κρατικού μηχανισμού καταστολής, αλλά και να δώσει πίσω κάτι τις, ψίχουλα έστω, από όσα το κεφάλαιο έχει αρπάξει από τον λαό. Στην απέναντι πλευρά της Μάγχης, η Βρετανία βιώνει τη δική της κρίση, τη χειρότερη μεταπολεμικά, με αφορμή το Brexit, η οποία στην κυριολεξία ξεγυμνώνει ένα πολιτικό σύστημα που είχε περιβληθεί με πολλούς μύθους από την αστική τάξη της χώρας — και όχι μόνο.
Την ίδια στιγμή, η αντιπαράθεση ανάμεσα σε Ρώμη και Βρυξέλλες συνεχίζεται, με αφορμή τον ιταλικό προϋπολογισμό του 2019, ο οποίος έγινε ο πρώτος ενός κράτους-μέλους που επεστράφη ως απαράδεκτος. Παρά τις προσπάθειες συμβιβασμού και από τις δύο πλευρές, που τρέμουν ένα κραχ, η επίτευξή του δεν θα είναι εύκολη ούτε θα κλείσει το ρήγμα. Ακόμη και στην έδρα της ΕΕ, όμως, τα πράγματα δεν είναι ήρεμα. Πέρα από τα συμπτώματα που δείχνουν μετάδοση του «κίτρινου» ιού που πλήττει τη γειτονική Γαλλία, η βελγική κυβέρνηση απώλεσε την πλειοψηφία της μετά την αποχώρηση των Φλαμανδών εθνικιστών, με αφορμή την υπογραφή του συμφώνου του ΟΗΕ για τη μετανάστευση.
Στη δε Ισπανία, η χαίνουσα πληγή της Καταλονίας συνεχίζει να προκαλεί μεγάλες αναταράξεις στο πολιτικό οικοδόμημα. Όσο για τη Γερμανία, η (οριακή) εκλογή της εκλεκτής της Μέρκελ στην ηγεσία του CDU κάθε άλλο παρά σημαίνει το τέλος της εσωκομματικής κρίσης και την επιστροφή στην κανονικότητα.
Το καράβι μπάζει. Από παντού.
Γενικεύεται η πολιτική και οικονομική αστάθεια
Ουδείς δικαιούται να υποτιμά το ένστικτο αυτοσυντήρησης και επιβίωσης του κεφαλαίου και των αστικών τάξεων, ούτε την ισχύ και αποφασιστικότητα που θα έχουν τα χτυπήματά τους.
«Για τον Καρλ Μαρξ, ήταν το φάντασμα του κομμουνισμού αυτό που τρόμαζε την Ευρώπη. Σήμερα, εκτυλίσσεται στην ήπειρο μια επανάσταση η οποία είναι άνευ ιδεολογίας και μοιάζει με ένα σήμα εκτάκτου ανάγκης από τους ξεχασμένους και περιθωριοποιημένους, το οποίο κλονίζει τις ευρωπαϊκές κοινωνίες μέχρι τον πυρήνα τους». Το απόσπασμα προέρχεται από το σχόλιο που δημοσιεύτηκε την Πέμπτη στην ιστοσελίδα της μεγαλύτερης γερμανικής οικονομικής εφημερίδας, της Handelsblatt, το οποίο σημειώνει επίσης ότι «δεν αποτελεί σύμπτωση το γεγονός ότι ένα ρήγμα διαπερνά ολόκληρη την Ευρώπη, από το Παρίσι και τη Ρώμη μέχρι το Βερολίνο […]. Ένα ρήγμα ανάμεσα στις πολιτικές και οικονομικές ελίτ και εκείνους οι οποίοι αισθάνονται προδομένοι από αυτές».
Η ανησυχία των «ελίτ» είναι εμφανής, σε όποια πρωτεύουσα της Ευρώπης και αν στρέψει κανείς το βλέμμα του. Πολύ περισσότερο, καθώς το μέχρι πρότινος παιδί-θαύμα τους, ο Γάλλος πρόεδρος Μακρόν, όχι απλώς βλέπει την εικόνα του να έχει τσαλακωθεί, αλλά μάχεται για την πολιτική του επιβίωση, μόλις ενάμιση χρόνο μετά την εκλογή του. «Κάθε ελπίδα που είχε απομείνει για την υλοποίηση του ονείρου του Μακρόν για την ευρωζώνη είναι πλέον νεκρή, μετά από την ομιλία που έκανε αυτή την εβδομάδα. Από την Ιταλία μέχρι τη Γερμανία και τη Γαλλία, οι πολιτικοί της Ευρώπης κοιτούν προς το εσωτερικό τους και κανείς τους δεν νοιάζεται για την ενίσχυση της νομισματικής ένωσης», διαπίστωνε με εμφανή απογοήτευση και ανησυχία το Bloomberg — σημείο αναφοράς για τις διεθνείς επιχειρήσεις και τις αγορές. Εστίαζε δε από διαφορετική σκοπιά στις τελευταίες εξελίξεις, έχοντας ενοχληθεί κυρίως από τις παροχές που εξήγγειλε ο πρόεδρος της Γαλλίας οι οποίες, σύμφωνα τουλάχιστον με την εκτίμησή του, υπονομεύουν την δημοσιονομική σταθερότητα και το μέλλον της ευρωζώνης.
Από όποια πλευρά και αν το δει κανείς, πάντως, είναι σαφές ότι έχει σημάνει συναγερμός στα επιτελεία του κεφαλαίου και των αστικών τάξεων της Ευρώπης. Με την οικονομική κρίση να μην λέει να υποχωρήσει (ήδη νέες εκτιμήσεις αυξάνουν σημαντικά τον κίνδυνο εκδήλωσης νέας ύφεσης την επόμενη διετία), τις κεντρικές τράπεζες να έχουν εξαντλήσει μεγάλο μέρος από τα πυρομαχικά τους –κυρίως την εκτύπωση χρήματος– και το πολιτικό σύστημα και τις αντοχές του να έχουν φτάσει στα όριά τους σε πολλές χώρες, η ανησυχία και ο φόβος είναι απολύτως δικαιολογημένα. Πολύ περισσότερο που στα παραπάνω έρχεται πλέον να προστεθεί και η «έκρηξη της λαϊκής οργής κατά της δημοκρατίας των πλουσίων», όπως διαπίστωνε ο τίτλος στο προηγούμενο φύλλο του Πριν.
Η νέα αυτή πραγματικότητα αφορά κάθε γωνιά της Ευρώπης, αγγίζει ακόμη και τα πιο αδύναμα και καθυστερημένα (σήμερα) τμήματα του κεφαλαίου, όπως είναι το ελληνικό. Το κεντρικό σχόλιο στην πρώτη σελίδα της Καθημερινής, την περασμένη Τρίτη, μαρτυρά του λόγου το αληθές. Υπό τον τίτλο «Στοίχημα για όλη την Ευρώπη», προειδοποιεί: «Η ΕΕ βρίσκεται αντιμέτωπη με μία σοβαρή κρίση. Το ευρωπαϊκό οικοδόμημα, που διασφάλιζε την ειρήνη και την ευημερία μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, κλονίζεται και αμφισβητείται. Αυτή την περίοδο, απουσιάζουν οι στιβαροί ηγέτες που μπορούν να αντισταθούν στον λαϊκισμό και τα άκρα. Αντιθέτως, οι ακραίοι λαϊκιστές ηγέτες είναι χαρισματικοί και δυναμικοί. Η πολιτική επιβίωση του προέδρου Μακρόν αποτελεί, λόγω αυτής της συγκυρίας, μεγάλο στοίχημα. Όχι μόνο για τη Γαλλία, αλλά για όλη την Ευρώπη».
Το ένστικτο αυτοσυντήρησης και επιβίωσης του κεφαλαίου και των αστικών τάξεων έχει, αναμφίβολα, ενεργοποιηθεί. Πλέον, κανείς δεν δικαιούται ούτε να το αγνοήσει, ούτε όμως και να υποτιμήσει τη σφοδρότητα της αντίδρασης και αντεπίθεσης που θα εξαπολύσει σε όλα τα επίπεδα.
Τι σημαίνει αυτό; Πολύ απλά, ότι οι ίδιοι οι οποίοι προκαλούν και ανατροφοδοτούν την όξυνση των μεταξύ τους αντιθέσεων σε περιόδους κρίσης, όπως η σημερινή, σε βαθμό που να απειλεί την κυριαρχία τους και την ύπαρξή τους, είναι αυτοί που θα ενωθούν την κρίσιμη στιγμή για να χτυπήσουν αποφασιστικά και με όλη τους την ισχύ εκείνους που πραγματικά τους απειλούν, δηλαδή τον εχθρό-λαό. Αυτό αποδεικνύει η συστράτευση όλων των αστικών θεσμών της Γαλλίας, εργοδοτικών οργανώσεων και γραφειοκρατικών συνδικάτων, στο πλευρό του Μακρόν. Αυτό δείχνει ο όρκος της ακροδεξιάς Λεπέν στον νόμο και την τάξη, τη δημοκρατία και την κληρονομιά του ντε Γκολ, όπως τον διατύπωσε στην ανοιχτή της επιστολή. Το ίδιο και η αυστηρή προειδοποίηση των βιομηχάνων της βόρειας Ιταλίας προς τον Σαλβίνι –τον οποίο έχουν στηρίξει με κάθε μέσο για να φτάσει στην κυβέρνηση– να μην διανοηθεί να οδηγηθεί σε ρήξη με την ΕΕ.
Ναι, είναι αλήθεια πως ούτε το ευρωπαϊκό κεφάλαιο βολεύεται με το υπάρχον οικοδόμημα. Ότι ορισμένα τμήματά του δυσφορούν για τους ξεπερασμένους κανόνες της ομοφωνίας, που αποτελούν τροχοπέδη για τους ισχυρούς. Ότι κάποια άλλα διαμαρτύρονται διότι έχουν μείνει πίσω στον ανταγωνισμό. Ότι υπάρχουν και εκείνα τα οποία έχουν διαπιστώσει πως το καλύτερο που έχουν να περιμένουν είναι μια θέση στη δεύτερη ή τρίτη ταχύτητα και συνασπίζονται για να διεκδικήσουν κάτι καλύτερο. Και προφανώς, ότι είναι όλα αυτά που ενισχύουν τον εθνικισμό και τους πολιτικούς του εκφραστές οι οποίοι –με τη βοήθεια και της καλπάζουσας ξενοφοβίας– καταφέρνουν να γητεύσουν εκατομμύρια Ευρωπαίους, όπως θα αποδειχθεί και στις κάλπες των ευρωεκλογών, τον ερχόμενο Μάιο.
Την ίδια στιγμή, όμως, κανένα από αυτά τα τμήματα δεν είναι διατεθειμένο να απαρνηθεί την «στέγη» της ΕΕ προκειμένου να εκτεθεί στον γενικότερο και ακόμη πιο σκληρό παγκόσμιο ανταγωνισμό, να στερηθεί την ασφάλεια που προσφέρουν οι Βρυξέλλες και οι εταίροι απέναντι στον εσωτερικό εχθρό (όπως φάνηκε στην περίπτωση καταλανικής κρίσης στην Ισπανία, αλλά και στην Ελλάδα την πρώτη περίοδο των μνημονίων), καθώς και τις πολλαπλασιαστικές δυνατότητες που δίνει αυτό το οικοδόμημα για την προσαρμογή τους στις απαιτήσεις της νέας εποχής και της τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης.
Σε αυτό το φόντο, της γενικευμένης κρίσης στην ΕΕ του κεφαλαίου και του πολλαπλασιασμού των κοινωνικών διεργασιών και των εξεγερτικών «σπασμών», το δίλημμα ρήξη και ανατροπή για μια καινούρια κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση ή νέα βαρβαρότητα επιστρέφει αντικειμενικά – και επιτακτικά. Το φάντασμα του κομμουνισμού, που επισήμως θεωρούν νεκρό αλλά το φοβούνται όσο τίποτε, όχι απλώς είναι εδώ, αλλά μπορεί να βάψει τα κίτρινα γιλέκα στο κόκκινο της επανάστασης.
«Βουτιά» στην αντίδραση και τον πόλεμο
Ενιαία απάντηση της ΕΕ στην κρίση και τις απειλές
Οι κυβερνήσεις της ΕΕ, υπηρετώντας η καθεμία τις ανάγκες και προτεραιότητες του «εθνικού» της κεφαλαίου, διαφωνούν για την τραπεζική ένωση, τον κοινό προϋπολογισμό και τον υπουργό Οικονομικών της ευρωζώνης. Δεν τα βρίσκουν ούτε για κοινούς συντελεστές φορολόγησης, ούτε όμως και για τη θέσπιση φόρου που θα αφορά στις εταιρίες του Διαδικτύου. Δεν υπάρχει συναίνεση για τη διεύρυνση με νέα κράτη στο άμεσο μέλλον. Αντιμετωπίζουν διαφορετικά τις σχέσεις τους με τη Ρωσία (και τα ενεργειακά της κοιτάσματα) και τις ΗΠΑ, ενώ δεν βλέπουν από την ίδια οπτική γωνία την εγκατέλειψη του άνθρακα και τη στροφή στην «πράσινη» οικονομία.
Δεν συμβαίνει το ίδιο, όμως, όσον αφορά στην άμυνα (τρόπος του λέγειν…) και την ασφάλεια (τους). Για την ακρίβεια, ακόμη κι αν υπάρχουν διαφωνίες στα συγκεκριμένα θέματα, οι συνεργασίες των «προθύμων» προχωρούν ταχύτατα. Όπως συμβαίνει, για παράδειγμα, στο θέμα του περίφημου ευρωστρατού. Εκεί, Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία και άλλες χώρες πατάνε το γκάζι για να συγκροτήσουν κοινές ένοπλες δυνάμεις, οι οποίες θα έχουν στόχο –όπως επισήμως έχει διακηρυχθεί– να μην εξαρτάται η Ευρώπη από τις ΗΠΑ και να παρεμβαίνει αυτόνομα όπου θεωρεί ότι διακυβεύονται ή απειλούνται τα συμφέροντά της (π.χ. στην Αφρική). Παράλληλα, σχεδιάζουν μια ισχυρή και ενιαία πολεμική βιομηχανία, που αφενός θα εξοπλίζει τον ευρωπαϊκό στρατό και, αφετέρου, θα διεκδικεί όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μερίδιο στην παγκόσμια αγορά, ειδικά τώρα που έχει ξεκινήσει η νέα κούρσα εξοπλισμών.
Όσο για την ασφάλεια, εδώ οι διαφωνίες είναι μάλλον αμελητέες. Η δημιουργία μιας ενιαίας αγοράς… αστυνομιών, μυστικών υπηρεσιών και «φρουρών» του Διαδικτύου έχει ήδη προχωρήσει πολύ και βρίσκεται κοντά στην ολοκλήρωσή της. Χωρίς, μάλιστα, να τίθεται θέμα Brexit…
Αναζητούν καταφύγιο στη θεωρία του λαϊκισμού
Λαϊκιστές ο Σαλβίνι και ο ντι Μάγιο στην Ιταλία, που τάζουν αυτά που δεν μπορούν να γίνουν και απειλούν τη σταθερότητα της Ευρώπης και του ευρώ. Λαϊκιστής και ο Όρμπαν στην Ουγγαρία, ο οποίος αμφισβητεί και υπονομεύει τις ευρωπαϊκές αξίες και τους θεσμούς. Λαϊκιστές, επίσης, αυτοί που… παρέσυραν τους Βρετανούς να ψηφίσουν έξοδο από την ΕΕ στο δημοψήφισμα του 2016 και τώρα το μετανιώνουν. Λαϊκιστές, ασφαλώς, ο ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα και οι Podemos στην Ισπανία, που είτε βγήκαν στην κυβέρνηση είτε έχουν ενισχυθεί εκλογικά, τάζοντας παροχές και αλλαγές οι οποίες είναι ανέφικτες. Μέχρι και ο Μακρόν φλερτάρισε λίγο με τον πειρασμό του λαϊκισμού, που ειδικά στη χώρα του πήρε τη μορφή των «Κίτρινων Γιλέκων».
Λαϊκισμός, η εξήγηση δια πάσαν νόσον και μαλακίαν του συστήματος. Δεξιός και αριστερός. Η σχεδόν μοναδική απάντηση που δίνεται για τα όσα συμβαίνουν και για τις ανατροπές που συντελούνται σήμερα από όλους εκείνους –πολιτικά κόμματα, κυβερνήσεις ολόκληρες, θεσμούς και ΜΜΕ– που βρίσκονται σε βαθιά κρίση και αμφισβητούνται. Ένα γενικό ανάθεμα, που βάζει στο ίδιο τσουβάλι οτιδήποτε πάει κόντρα στο καταστημένο το οποίο παραδοσιακά εξέφραζε την παλιά τάξη πραγμάτων — έστω κι αν είναι προφανές ότι αφήνει στο απυρόβλητο την ίδια την τάξη πραγμάτων.
Και το σημαντικότερο: Ένας όρος που, εμμέσως πλην σαφώς, ρίχνει προκαταβολικά στην πυρά κάθε λαϊκό αίτημα, όσο δίκαιο και αυτονόητο και αν είναι, καταδικάζοντας όσους το επικαλούνται (συνήθως κάλπικα). Ένα ξόρκι για τις εξεγέρσεις του μέλλοντος, τις οποίες καλούμαστε να καταδικάσουμε από τώρα, προτού εκδηλωθούν, διότι είναι βέβαιο πως θα είναι έργο λαϊκιστών!