Από το Σιάτλ στον Μαρμαρά
Η Πρωτοβουλία Αγώνα 2003 υψώνει «πύργο ατίθασο» απέναντί τους
Της Ελένης Παγκαλιά
Η Πρωτοβουλία Αγώνα 2003 γεννήθηκε μέσα στα χρόνια του κινήματος ενάντια στην παγκοσμιοποίηση, όπως ονομάστηκε διεθνώς η συγκροτημένη κινητοποίηση πολιτικών χώρων, φορέων, κινημάτων, πρωτοβουλιών που έκανε τα πρώτα της βήματα στο Σιάτλ της Αμερικής το 1999, όταν η Διάσκεψη του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου επισκιάστηκε από τις χιλιάδες φωνές ανθρώπων που μαζεύτηκαν να διαδηλώσουν εναντίον ενός θεσμού που στα μάτια τους εκπροσωπούσε την φτώχεια, τις άθλιες συνθήκες εργασίας και την καταστροφή του περιβάλλοντος στο μεγαλύτερο μέρος του πλανήτη. Ήδη είχε υπάρξει μια δεκαετία, όπου διάσπαρτες κινητοποιήσεις τέτοιου τύπου γίνονταν ενάντια στους μεγάλους διεθνείς θεσμούς (ΠΟΕ, ΔΝΤ, Παγκόσμια Τράπεζα) και η συνάντηση στην Τσιάπας το 1994 που με κάποιο τρόπο αποτέλεσε ένα σημαντικό ορόσημο στο να έρθουν κοντά κινήματα και οργανώσεις από διάφορες πλευρές του κόσμου.
Ακολούθησαν κι άλλοι σταθμοί. Ενδεικτικά αναφέρουμε την Ουάσινγκτον λίγους μήνες μετά, το 2002, το Νταβός, την Πράγα και την Νίκαια τον ίδιο χρόνο, το Γκέτεμποργκ και τη Γένοβα το 2001, ενώ κάθε πόλη που επισκέπτονταν οι διεθνείς «θεσμοί» εκείνα τα χρόνια μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του 2000, γινόταν σημείο συνάντησης πολλών χιλιάδων «anti-globalistas».
Το 2003 ερχόταν η σειρά της Ελλάδας. Είχε προγραμματιστεί Συνάντηση Κορυφής των ηγετών της Ευρωπαϊκής Ένωσης τον Ιούνιο στον Μαρμαρά της Χαλκιδικής, ενώ όλο το πρώτο εξάμηνο της χρονιάς η Ελλάδα αναλάμβανε την προεδρία της Ε.Ε, πράγμα που σήμαινε αφενός αρκετές συναντήσεις των Ευρωπαίων ηγετών, υπουργών και οργανισμών στη χώρα μας, αφετέρου τον αναβαθμισμένο ρόλο της Ελλάδας στα πολιτικά, οικονομικά και πολεμικά σχέδια της περιόδου.
Το πλαίσιο του κινήματος και το πλαίσιο της περιόδου μέσα στην οποία συγκροτήθηκε και έδρασε η Πρωτοβουλία Αγώνα 2003.
Το προηγούμενο διάστημα, μέσα από το λεγόμενο κίνημα ενάντια στην παγκοσμιοποίηση άρχισαν να διακρίνονται πρωτοβουλίες που συγκέντρωναν κάτω από ένα ενιαίο πλαίσιο πολιτικές, πολιτιστικές, περιβαλλοντικές οργανώσεις, σωματεία, ΜΚΟ. Το Κοινωνικό Φόρουμ ήταν η πιο μαζική συσπείρωση παγκόσμια και πανευρωπαϊκά, με ιδιαιτερότητες σε κάθε χώρα, αλλά και σχετικά κοινό προσανατολισμό μεταξύ τους, με κύριο μότο «Ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός», με αιχμή τον νεοφιλελευθερισμό και πρωτεύοντα ρόλο σε αυτό οργανώσεων όπως η ATTACK και μεγάλων (ή μικρότερων) κεντροαριστερών κομμάτων. Παράλληλα, αναπτύχθηκαν και άλλες πρωτοβουλίες, μικρότερης μαζικότητας που έθεταν με πιο οξύ τρόπο το ζήτημα της εναντίωσης στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τον καπιταλισμό συνολικά.
Σημαντικό ρόλο στη συσπείρωση σε όλες τις πρωτοβουλίες έπαιξαν τα γεγονότα στη Γένοβα το 2001 και η εισβολή των Η.Π.Α. στο Αφγανιστάν την ίδια χρονιά. Οι κινητοποιήσεις του αντιπαγκοσμιοποιητικού κινήματος απέκτησαν έντονο αντιπολεμικό χαρακτήρα, που γινόταν όλο και πιο καθοριστικός όσο πλησίαζε η εισβολή στο Ιράκ.
Το καλοκαίρι του 2002, πολιτικές οργανώσεις, σχήματα εργασιακών χώρων και σχολών, συνδικαλιστικές κινήσεις, συσπειρώσεις γειτονιάς, αντιπολεμικές πρωτοβουλίες, οικολογικές και φεμινιστικές κινήσεις, αλλά και ανένταχτοι αγωνιστές και αγωνίστριες από τον χώρο της αντικαπιταλιστικής αριστεράς άρχισαν να συζητούν στην Ελλάδα πώς θα αντιμετωπίζαμε το εξάμηνο της Προεδρίας. Έτσι συγκροτήθηκε η Πρωτοβουλία Αγώνα 2003, με έντονο το αντικαπιταλιστικό, αντι-ΕΕ και αντιπολεμικό-αντιιμπεριαλιστικό πρόταγμα. Σε μια εποχή που αρκετά από τα πολιτικά κόμματα που συμμετείχαν στο Κοινωνικό Φόρουμ (ανάμεσά τους και ο Συνασπισμός) είχαν ήδη στηρίξει ή ψηφίσει πανευρωπαϊκά τη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τη δημιουργία ευρωστρατού ή τη Λευκή Βίβλο για την εργασία, γινόταν σαφές ότι όσο το κίνημα δεν αμφισβητούσε την καπιταλιστική διάρθρωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τον ρόλο της στα πολεμικά-ιμπεριαλιστικά σχέδια της περιόδου, ούτε ένας άλλος κόσμος ήταν εφικτός, ούτε θα μπορούσαμε ποτέ να διεκδικήσουμε κάτι που θα άλλαζε τα πράγματα.
Το κάλεσμα που είχαμε απευθύνει για τη συγκρότηση της Πρωτοβουλίας έλεγε τα εξής:
Πιστεύουμε ότι στη Θεσσαλονίκη πρέπει να συναντηθούν τα αγωνιστικά ρεύματα στην νεολαία, την εκπαίδευση, τους χώρους δουλειάς που συγκρούστηκαν με τις κυρίαρχες δυνάμεις και τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία, το δυναμικό που έδωσε το παρόν σε όλες τις εστίες αντίστασης των τελευταίων ετών: Tις μεγάλες αντιιμπεριαλιστικές αντιπολεμικές διαδηλώσεις. Tην πρωτοβουλία ενάντια στην επίσκεψη Kλίντον. Tις μεγαλειώδεις διαδηλώσεις ενάντια στο ασφαλιστικό. Tις καταλήψεις σε σχολεία και σχολές. Tις μεγάλες απεργίες στην εκπαίδευση. Tα εξεταστικά του ’98. Tις κινητοποιήσεις των εργαζομένων για το δικαίωμα στην υγεία και την πρόνοια. Tις πρωτοβουλίες κατά του τρομονόμου
Eίμαστε μια προσπάθεια ανοιχτή σε όσους πιστεύουν ότι στην πορεία προς την σύνοδο κορυφής της Θεσσαλονίκης χρειάζεται να υπάρξουν σαφείς πολιτικοί στόχοι, αντικαπιταλιστικός – αντιιμπεριαλιστικός – αντιπολεμικός προσανατολισμός, αγωνιστική δράση, σύγκρουση και αμφισβήτηση με τις κόκκινες ζώνες, για να κηρύξουμε τους 15 ηγέτες της E.E. ανεπιθύμητους στη Θεσσαλονίκη.
Eίμαστε μια πρωτοβουλία που στηρίζεται στις δικές της δυνάμεις, αλλά και πιστεύει στη δημοκρατική συνεννόηση και το συντονισμό στη βάση της ισοτιμίας όλων των αγωνιστικών ρευμάτων στην πορεία προς τη Θεσσαλονίκη 2003, με στόχο και κριτήριο τη διευκόλυνση της όσο το δυνατόν μεγαλύτερης συμμετοχής στις κινητοποιήσεις.
Eπιδιώκουμε στη βάση αυτού του πλαισίου και των αγώνων που θα ξεδιπλωθούν να βρούμε μια κοινή γλώσσα συνεννόησης, διεθνιστικής αλληλεγγύης και κοινής πάλης με όλους τους λαούς, τις εργατικές αντιστάσεις, τα κινήματα που αυτοπροσδιορίζονται μέσα από την αντίθεση στην ιμπεριαλιστική – καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση και ειδικά με τις ριζοσπαστικές, αγωνιστικές, αντιιμπεριαλιστικές, αντικαπιταλιστικές, αντιρεφορμιστικές δυνάμεις στην Eυρώπη, την περιοχή και τον κόσμο ολόκληρο.
Για την Πρωτοβουλία Αγώνα 2003 η μάχη έπρεπε να δίνεται ενάντια στην καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση, ενάντια στην Ευρωπαϊκή Ένωση και ενάντια στην κυβέρνηση (στην κάθε κυβέρνηση που στηρίζει την ΕΕ και το ΝΑΤΟ). Και έπρεπε να δίνεται με όρους μαζικότητας και ανατροπής, γι’ αυτό και συγκροτήθηκε μια πολύ ευρεία βάση που έθετε το ζήτημα της από τα κάτω οργάνωσης του κινήματος, με τα σχήματα και τις οργανώσεις που συμμετείχαν να παίζουν καθοριστικό ρόλο σε αυτό μέσα από τη διαδικασία των διαρκών ανοιχτών συνελεύσεων και μέσα από τη συλλογική υλοποίηση των αποφάσεων.
Οι αποφάσεις εκείνου του διαστήματος αφορούσαν σε μεγάλο βαθμό τις δράσεις του εξαμήνου, αλλά και πριν και μετά, καθώς και το πολιτικό πλαίσιο μέσα στο οποίο διαμορφωνόταν η ξεχωριστή από το Ελληνικό Κοινωνικό Φόρουμ δράση. Οι δράσεις που έγιναν το 2003 ήταν πολλές και ιδιαίτερα συγκρουσιακές, αντιπολεμικές και αντι-ΕΕ (αποκλεισμοί βάσεων σε Σούδα και Τύρναβο, μαζική παρουσία στη Σύνοδο υπουργών εργασίας τον Ιανουάριο, στη Σύνοδο Υπουργών Άμυνας τον Μάρτιο, στα αντιπολεμικά συλλαλητήρια τον Φλεβάρη και τον Μάρτη κ.α.) Το πολιτικό πλαίσιο που διαμορφωνόταν όμως φαίνεται ότι ήταν η πιο σημαντική πτυχή εκείνης της περιόδου, καθώς για πρώτη φορά φαινόταν ότι η αντικαπιταλιστική Αριστερά μπορεί να συσπειρωθεί και να έχει λόγο και πρωταγωνιστικό ρόλο στα πράγματα. Οι αποφάσεις που λαμβάνονταν εκείνη την περίοδο στις συνελεύσεις μιλούσαν για κομβικά ζητήματα και διατύπωναν συγκεκριμένα αιτήματα έναντια στην ανεργία και το «Σύμφωνο Σταθερότητας», ενάντια στη συμμετοχή της Ελλάδας στον πόλεμο και το ΝΑΤΟ, ενάντια στον ευρωστρατό και τη διεύρυνση της ΕΕ, υπέρ των δικαιωμάτων των μεταναστών, υπέρ της πλήρους απασχόλησης κ.α. Οι πολύ δυναμικές συγκρούσεις που δόθηκαν εκείνη την περίοδο από τον χώρο αυτό, οι οποίες άφησαν το στίγμα τους και αργότερα, ήταν αποτέλεσμα μιας πολύ βαθειάς πολιτικής διαδικασίας που αναγνώριζε και έθετε στο προσκήνιο τη βία του καπιταλισμού (και όχι απλά των κακών που εισβάλλουν στο Ιράκ), τη βία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (η οποία, όπως ακόμα βιώνουμε, δεν είναι «το σπίτι των λαών»), τη βία της συναίνεσης. Το κεντρικό σύνθημα της Πρωτοβουλίας Αγώνα 2003, «Να υψώσουμε πύργο ατίθασο απέναντί τους», συμπύκνωνε τη βασική πολιτική θέση όχι ενάντια σε κάποια παγκοσμιοποίηση, αλλά ενάντια στην καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση και ενάντια στην Ευρώπη του πολέμου και του κεφαλαίου.
Δεν είναι τυχαίο ότι όλες οι κινητοποιήσεις εκείνης της περιόδου ήταν ιδιαίτερα μαζικές και συγκρουσιακές, με αποκορύφωμα το τριήμερο στη Θεσσαλονίκη στις 19-20-21 Ιουνίου του 2003 και τη μάχη στον Μαρμαρά, όπου το μπλοκ της Πρωτοβουλίας Αγώνα ήταν το πιο μαζικό από όλες τις άλλες πρωτοβουλίες που συμμετείχαν στις κινητοποιήσεις των ημερών εκείνων. Το πιο μαζικό όχι μόνο την ημέρα της μάχης, αλλά και όλες τις ημέρες, στις συνελεύσες και τις συναυλίες, στο κάμπινγκ μέσα στο Πανεπιστήμιο, με συμμετοχή αγωνιστών και αγωνιστριών από όλη την Ελλάδα, αλλά και από το εξωτερικό. Η Πρωτοβουλιά Αγώνα 2003 έκανε μια πολύ μαζική συνέλευση την τελευταία μέρα του τριημέρου, όπου μπήκε το ζήτημα του τι κάνουμε από κει και πέρα, με διαφωνίες να εκφράζονται γύρω από το κατά πόσο θα μπορούσε να προχωρήσει σε κάτι άλλο. Συνέχισε να παρεμβαίνει και στα τεκταινόμενα της επόμενης χρονιάς, στους Ολυμπιακούς Αγώνες και να κατεβαίνει και σε άλλες κινητοποιήσεις. Ήδη η χρονολογία στον τίτλο της ίσως να έβαζε από την αρχή ένα χρονικό όριο στη δράση της. Ωστόσο, ήταν το καθοριστικό βήμα για όλες τις εξελίξεις που ακολούθησαν στην αντικαπιταλιστική αριστερά και σε όποιες προσπάθειες ακόμα γίνονται για κοινή δράση και κοινά μέτωπα αγώνα.