Χθές ήταν η μέρα του Αντάντ, του υποψήφιου της λεγόμενης κεντροαριστεράς. Πολυπληθείς συγκεντρώσεις ενόψει του επαναληπτικού γύρου εκλογών την ερχόμενη Κυριακή, με κύριαρχία των συνθημάτων απέναντι στον ακροδεξιό Μπολσονάρου. Σε μια συγκέντρωση 70.000 ανθρώπων στο Ρίο Ντε Τζανέϊρο, η υποψήφια αντιπρόεδρος του Αντάντ και στέλεχος του Κομμουνιστικού Κόμματος Βραζιλίας D’Ávila, ρωτούσε: “Πρέπει να διαλέξουμε αν την επόμενη μέρα τα παιδιά μας θα έχουν όπλα ή βιβλία και όνειρα”.
Η τελευταία δημοσκόπηση από την Ibobe δίνει αμυδρές ελπίδες στο διάδοχο του φυλακισμένου Λούλα, προβλέποντας 47% για τον Μπολσονάρου και 41% για τον Αντάντ. Πολύ αμυδρές όμως…
Πως γίνεται λοιπόν σε μια χώρα όπου κυριαρχεί η πολυχρωμία και πολυφελετικότητα και κάθε άλλο παρά βλέπεις μόνο λευκούς, να υποστηρίζεται ένας υποψήφιος με ακραίο ρατσιστικό λόγο;
Πως είναι δυνατόν, σε μια χώρα με σαφή πλειοψηφία των γυναικών- και εκεί- και αναντίρρητα με διπλά και τριπλά βάρη στην έτσι και αλλιώς δύσκολη ζωή, να μην ανακόπτεται το “δεξιό κύμα” του Μπολσονάρου, με τον έξαλλο μισογύνικο ρόλο;
Απαντήσεις υπάρχουν, αλλά δεν ανήκουν στη σφαίρα του αυτονόητου και των απόψεων του συρμού.
Μια ματιά στην “ποιοτική” πλευρά των δημοσκοπήσεων ή της ανάλυσης των αποτελεσμάτων του πρώτου γύρου, θα βοηθούσε πολύ: Το κύριο ατού του Μπολσονάρου, παρα όλα τα προηγούμενα, είναι το αρνητικό αίσθημα για το Κόμμα των Εργατών (Partido dos Trabalhadores-PT) και τα αποτελέσματα των “αριστερών κυβερνήσεών” του.
Αν κάτι, σαν καταιγίδα που γιγαντώνεται, έκανε όλο και πιο πιθανή τη νίκη των ακροδεξιών, ήταν ακριβώς η “πίστωση” της “αριστερής πολιτικής” στο PT του φυλακισμένου για διαφθορά Λούλα.
Ο κίνδυνος για μια διπλή ήττα με στρατηγικές συνέπειες είναι κάτι παραπάνω από ορατός: ΚΑΙ η ακροδεξιά στην κυβέρνηση σε μια χώρα κλειδί (μεγάλη ανάσα και βοήθεια στον Τράμπ!) ΚΑΙ η αριστερά καίρια αποδυναμωμένη ακριβώς από την ταύτισή της με το PT