Ανάλυση
Δημήτρης Γρηγορόπουλος
Μπάμπης Συριόπουλος
Μόνο ένας εργατικός επαναστατικός αγώνας θα μπορούσε να φέρει μια πραγματική «Άνοιξη της Πράγας», προκαλώντας ρωγμή στα ιδιότυπα εκμεταλλευτικά καθεστώτα της Ανατ. Ευρώπης και της ΕΣΣΔ, προς μια σοσιαλιστική-κομμουνιστική πορεία με πυλώνα την εργατική δημοκρατία και όχι η αντιπαράθεση μεταξύ μεταρρυθμιστικής και σκληροπυρηνικής πτέρυγας των γραφειοκρατιών.
Ο σοσιαλισμός δεν προχωρά ούτε με τανκς ούτε με αγορά
– Στις 5 Ιανουαρίου 1968 ο Αλεξάντερ Ντούμπτσεκ αναλαμβάνει τη θέση του Α’ Γραμματέα του Κομμουνιστικού Κόμματος Τσεχοσλοβακίας (ΚΚΤ), αντικαθιστώντας τον σταλινικό Νοβότνι.
– Στις 22 Μαρτίου, ο Νοβότνι υποβάλλει την παραίτησή του και απ’ το προεδρικό αξίωμα.
– Στις 9 Απριλίου, δημοσιεύεται «Ο Τσεχοσλοβάκικος δρόμος προς το σοσιαλισμό» μανιφέστο 24.000 λέξεων του ΚΚΤ.
– Στις 27 Ιουνίου οι μεταρρυθμιστές δημοσιεύουν το «Μανιφέστο των 2.000 λέξεων» ζητώντας επιτάχυνση και ριζοσπαστικοποίηση των μεταρρυθμίσεων.
– Στα μέσα Ιουλίου πραγματοποιείται στη Βαρσοβία σύσκεψη κορυφής χωρίς συμμετοχή της Τσεχοσλοβακίας. Στο ανακοινωθέν εκφράζεται «η βαθιά ανησυχία για τις εξελίξεις στη Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Τσεχοσλοβακίας».
– Η απάντηση του Ντούμπτσεκ με ραδιοτηλεοπτικό μήνυμα ότι «δεν υπάρχει δρόμος επιστροφής στην προ Ιανουαρίου κατάσταση» εξοργίζει τους Σοβιετικούς. Η κατάσταση οξύνεται στο έπακρο.
– Το βράδυ της 20ης Αυγούστου τα τανκς πέντε χωρών του Συμφώνου της Βαρσοβίας (ΕΣΣΔ, ΓΛΔ, Πολωνία,Ουγγαρία, Βουλγαρία) εισβάλλουν στην Τσεχοσλοβακία.
– Χιλιάδες πολίτες διαδηλώνουν. Πυροβολισμοί κατά του πλήθους. Πολλοί τραυματίες και νεκροί.
– Την επομένη, 21 Αυγούστου, 1.094 εκλεγμένοι αντιπρόσωποι για το συνέδριο του ΚΚΤ, που επρόκειτο να συγκληθεί τον Σεπτέμβριο, καλούν σε γενική απεργία.
– Στις 27 Αυγούστου συναντώνται στη Μόσχα αντιπροσωπείες της Τσεχοσλοβακίας και της ΕΣΣΔ. Ντούμπτσεκ και Μπρέζνιεφ καταλήγουν σε συμβιβασμό, επισφραγίζοντας το τέλος του εγχειρήματος.
Η υποκρισία της ΕΕ και η δικτατορία της αγοράς
Με αφορμή τα 50 χρόνια από τη σοβιετική εισβολή στη Τσεχοσλοβακία στις 20-21 Αυγούστου 1968 ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν Κλοντ Γιουνκέρ δήλωσε ότι τα τανκς στους δρόμους της Πράγας«απότομα τερμάτισαν μια απόπειρα να θεσπιστούν ανθρώπινα δικαιώματα και ελευθερίες». Τώρα πια η Ευρώπη, συμπλήρωσε, «δεν είναι πια διαιρεμένη από ένα ‘’σιδηρούν παραπέτασμα’’» και οι ευρωπαϊκοί λαοί «ζουν σε μια Ένωση ειρήνης και αλληλεγγύης», συμπληρώνοντας πως «η ελευθερία και ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν μπορούν ποτέ να θεωρούνται δεδομένα αλλά είναι αναγκαίο να αγωνίζεται κανείς γι αυτά κάθε μέρα».
Η άνοιξη της Πράγας ήταν ένα κίνημα αμφισβήτησης ενός αυταρχικού γραφειοκρατικού καθεστώτος, ένας κρίκος στην παγκόσμια αλυσίδα του ‘68, με τη διαφορά ότι έγινε στο έδαφος των ιδιόμορφα εκμεταλλευτικών κοινωνιών της ανατολικής Ευρώπης. Αυτή η διαφορά δεν μπορεί να μας εμποδίσει να καταδικάζουμε την εισβολή των στρατευμάτων του Συμφώνου της Βαρσοβίας χωρίς επιφυλάξεις και αυτό δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση δικαίωση του Γιουνκέρ και των ομοίων του.Οι φοιτητές και οι εργάτες της Τσεχοσλοβακίας δεν ζητούσαν επιστροφή στον καπιταλισμό αλλά «σοσιαλισμό με δημοκρατία» και όχι τη σημερινή δικτατορία της αγοράς, ούτε την ένταξη στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ. Μετά το 1989 διώκονταν πανεπιστημιακοί που αν και συμμετείχαν στην άνοιξη της Πράγας ήταν αντίθετοι και στο «νέο» καθεστώς, ενώ το 2008 ποινικοποιήθηκε η κομμουνιστική ιδεολογία και απαγορεύτηκε η Κομμουνιστική Νεολαία Τσεχίας. Πάει πολύ να μιλάει ο Γιουνκέρ για ανθρώπινα δικαιώματα στην ΕΕ των πνιγμένων στη Μεσόγειο ή έγκλειστων σε «κέντρα» προσφύγων, της επιτήρησης και των κοινοβουλευτικών πραξικοπημάτων.
Ποιο ήταν το διακύβευμα και τελικά το αποτέλεσμα της σύγκρουσης στην «Άνοιξη της Πράγας» όπως λυρικά ονομάστηκε; Ήταν η συντριβή ενός κινήματος οικονομικής, πολιτικής και πολιτιστικής απελευθέρωσης, όπως υποστηρίζει σύσσωμος ο αστικός και ρεφορμιστικός χώρος ή Δούρειος Ίππος του ιμπεριαλισμού για να προκαλέσει ρήγμα στην καρδιά του «σοσιαλισμού», όπως μονότονα διατείνεται εδώ και 50 χρόνια το ΚΚΕ;
Η ταξική επαναστατική πτέρυγα της Αριστεράς στα γεγονότα της Πράγας δεν είχε μια διακριτή ταξική θέση. Ήταν διαχυμένη στο ευρύτερο κίνημα. Ούτε, πολύ περισσότερο, διεκδίκησε την ηγεμονία και τη διαφορετική πολιτική έκφρασή του. Στη σύγχρονη αποτίμηση του γεγονότος, η επαναστατική Αριστερά δεν πρέπει να μένει συμπιεσμένη απ’τον ορυμαγδό των αστικών, ρεφορμιστικών και δογματικών, αυθαίρετων και ιδεοληπτικών ερμηνειών των γεγονότων της Πράγας το ’68.
Η ταξική αλλά και ψύχραιμη προσέγγιση πρέπει να προσδιορίζει τις δυνάμεις που πρωταγωνίστησαν και αντιπαρατέθηκαν στην Τσεχοσλοβακία το ’68, και ποιο ήταν το διακύβευμα και το αποτέλεσμα της σύγκρουσής τους.
Βασική αντίθεση στη συγκεκριμένη ιστορική συγκυρία υπήρξε η επιλογή απ’ την πλειοψηφία της άρχουσας γραφειοκρατίας στην Τσεχοσλοβακία μιας μεταρρυθμιστικής τομής στην οικονομία και την πολιτική, που υιοθετήθηκε από ευρύ φάσμα υποστηρικτών με το σύνθημα «μεταρρύθμιση και δημοκρατία», η οποία δεν υπερέβαινε τα όρια και τα κυρίαρχα συμφέροντα του «υπαρκτού σοσιαλισμού». Βασικός αντίπαλος αυτής της τάσης υπήρξε η γραφειοκρατία της ΕΣΣΔ, των περισσότερων χωρών του «υπαρκτού σοσιαλισμού», αλλά και οι σκληροπυρηνική πτέρυγα του ΚΚΤ, ιδίως στην περιοχή της Σλοβακίας.
Η μεταρρυθμιστική τομή περιλάμβανε την ενίσχυση της αγοράς και περιορισμό ενός υδροκεφαλικού σχεδιασμού, βελτίωση του βιοτικού επιιπέδου,πολυκομματισμό δυτικού τύπου, διεύρυνση δικαιωμάτων και ελευθεριών, ανεξαρτησία απ’ την ΕΣΣΔ χωρίς αποχώρηση απ’το Σύμφωνο της Βαρσοβίας και την Κομεκόν αλλά και διεύρυνση των οικονομικών σχέσεων με την καπιταλιστική Δύση. Με την οικονομική και πολιτική μεταρρύθμιση, η μεταρρυθμιστική πτέρυγα της γραφειοκρατίας ευελπιστούσε ότι θα εξασφάλιζε τα συμφέροντά της καλύτερα, ικανοποιώντας το λαϊκό αίτημα για οικονομικές και πολιτικές μεταρρυθμίσεις, εξουδετερώνοντας τη δυνατότητα του σκληρού πυρήνα να υπονομεύσει το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα και μειώνοντας την επικυριαρχία της γραφειοκρατίας της ΕΣΣΔ. Επρόκειτο λοιπόν για αντίθεση σε διεθνές επίπεδο της ηγεμονεύουσας γραφειοκρατίας του ΚΚΤ και της κυρίαρχης γραφειοκρατίας της ΕΣΣΔ και σε εθνικό επίπεδο για αντίθεση της μεταρρυθμιστικής και σκληροπυρηνικής πτέρυγας του ΚΚΤ.
Η γραφειοκρατία της ΕΣΣΔ και των άλλων χωρών δεν ανησυχούσε ακριβώς για τις μετρρυθμίσεις που προωθούσε η πτέρυγα Ντούμπτσεκ. Παρόμοιες μεταρρυθμίσεις, όπως επισημαίνει κι ο Ριζοσπάστης (25-26/8/2018) είχαν ήδη εγκαινιαστεί με την οπορτουνιστική στροφή του ΚΚΣΕ στο 20ό Συνέδριό του το 1956 και είχαν ενισχυθεί τη δεκαετία το ’60 με τη μεταρρύθμιση Κοσίγκιν-Λίμπερμαν.
Οι συντηρητικοί περισσότερο φοβούνταν, ότι αν αυτές οι μεταρρυθμίσεις υλοποιούνταν από τη μεταρρυθμιστική πτέρυγα του ΚΚΤ και το «οπορτουνιστικό περιβάλλον» της διανόησης, δεν θα προσανατολίζονταν σε μία ανεκτή μεταρρύθμιση του συστήματος αλλά στην ανατροπή του και την αντικατάσταση απ’τον καπιταλισμό. Παράλληλα, η γραφειοκρατία της ΕΣΣΔ φοβόταν ότι η διαφοροποίηση της Τσεχοσλοβακίας θα αποτελούσε μολυσματικό ιό για το «σοσιαλιστικό» σύστημα, ενώ παράλληλα θα αμβλυνόταν το διεθνές κύρος και ο ρόλος της ΕΣΣΔ.
Στο χώρο της πλειοψηφίας δραστηριοποιόταν ένα τμήμα προερχόμενο κυρίως απ’τη διανόηση που διαμόρφωνε συγκροτημένη και προωθημένη αντίληψη για τη «δημοκρατία και μεταρρύθμιση», που υπερέβαινε τα όρια, οικονομικά και πολιτικά του «υπαρκτού σοσιαλισμού». Αυτό το τμήμα υποστήριζε σχεδόν απροκάλυπτα το «σοσιαλισμό της αγοράς», που αναπόφευκτα οδηγούσε στον καπιταλισμό. Υποστήριζε την εγκαθίδρυση πολιτικού συστήματος δυτικού τύπου χωρίς θεσμικά αναγνωρισμένη πρωτοπορία του κομμουνιστικού κόμματος, προτεραιότητα της αγοράς και των εμπορευματικών σχέσεων έναντι του σχεδίου, ανεξαρτητοποίηση απ’ την ΕΣΣΔ και αποχώρηση απ’το Σύμφωνο Βαρσοβίας και την Κομεκόν. Δεν κατόρθωσε να επηρεάσει καθοριστικά τη μεταρρυθμιστική πτέρυγα του ΚΚΤ και την ετερόκλητη λαϊκή πλειοψηφία που την υποστήριζε. Έργο της είναι το «Μανιφέστο των 2.000 λέξεων», που θεωρήθηκε προανάκρουσμα της αντεπανάστασης και πρόσφερε βασικό πρόσχημα επέμβασης της ΕΣΣΔ στη Τσεχοσλοβακία.
Εκτός απ’ αυτές τις δυνάμεις δραστήρια ενεργοποιήθηκαν υπέρ της μεταρρύθμισης προς καπιταλιστική κατεύθυνση και πολιτικές δυνάμεις σύμμαχες του ΚΚΤ απ’ το 1948 στο πλαίσιο του Εθνικού Μετώπου, όπως το Σοσιαλιστικό Κόμμα της Τσεχοσλοβακίας, που καθοδηγούνταν απ’τη Σοσιαλιστική Διεθνή και το Λαϊκό Κόμμα, ενώ ανάλογη δραστηριότητα ανέπτυσσε και η εκκλησιαστική οργάνωση «Έργο της Εκκλησιαστικής Αναγέννησης». Τις πολιτικές δυνάμεις που υποστήριζαν την πιο ακραία και φιλοκαπιταλιστική μεταρρυθμιστική ροπή στήριζε με διάφορους τρόπους ο διεθνής ιμπεριαλισμός, ιδεολογικοπολιτικά και σε ορισμένες περιπτώσεις οργανωτικά. Χαρακτηριστική είναι η παρέμβαση του εμπειρογνώμονα του Στέητ Ντιπάρτμεντ, Ζμπίγκνιου Μπρεζίνσκι: «Η πιό επιθυμητή μορφή αλλαγής θα άρχιζε με μια εσωτερική φιλελευθεροποίηση των ανατολικοευρωπαϊκών κρατών… Η Ανατολική Ευρώπη με τους ιστορικούς δεσμούς της με τη Δύση και με τις προοδευτικότερες συνθήκες διαβίωσης πριν την κατάληψη της εξουσίας από τους κομμουνιστές, θα πραγματοποιήσει την αλλαγή αναμφισβήτητα γρηγορότερα απ’τη Ρωσία. Αυτό ισχύει κύρια για την Τσεχοσλοβακία και λιγότερο για την Ουγγαρία και την Πολωνία» (Σ. Μπρεζίνσκι, Εναλλακτική λύση της διαίρεσης, 1966, σελ. 179).
Μετά τα γεγονότα της Πράγας ο ιμπεριαλισμός ενίσχυσε συστηματικά αυτό το μοντέλο επέμβασης με τη δημιουργία συγκροτημένων ομάδων από διανοούμενους, συνδικαλιστές, επιφανείς προσωπικότητες (Βαλέσα) με συγκροτημένη πρόταση και συστηματική παρέμβαση,σε λαϊκές αντιδράσεις και δημιουργούμενα κινήματα (Αλληλεγγύη). Αυτά τα μορφώματα ενισχύθηκαν σταδιακά στις χώρες του «υπαρκτού σοσιαλισμού» και με την επικουρία του ιμπεριαλισμού διαδραμάτισαν αποφασιστικό ρόλο, μαζί με ισχυρό τμήμα της γραφειοκρατίας, στην καπιταλιστική μετάλλαξη αυτών των κοινωνιών (1989-90).
Η σοβιετική επέμβαση δυσφήμησε τον κομμουνισμό
Σύμφωνα με τον Μάκη Παπαδόπουλο, μέλος του Π.Γ. της Κ.Ε. του ΚΚΕ, (ΕφΣυν, 25/8) η εισβολή των στρατευμάτων του Συμφώνου της Βαρσοβίας ήταν «διεθνιστική παρέμβαση». Τέτοιες ερμηνείες του προλεταριακού διεθνισμού θα είχαν κατά νου αυτοί που έγραψαν το σύνθημα στους τοίχους της Πράγας «Λένιν ξύπνα, ο Μπρέζνιεφ τρελάθηκε». Η ιδέα της υπεράσπισης του σοσιαλισμού με κλασσικές στρατιωτικές επεμβάσεις σαν αυτές που έκαναν και κάνουν οι ΗΠΑ υποκρύπτει τη γνωστή αντίληψη ότι «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα», ενώ αντίθετα η ομοιότητα των μέσων κάτι μας λέει για την ομοιότητα των σκοπών. Στο αφιέρωμα του Ριζοσπάστη στις 25/8 η επέμβαση δικαιολογείται με βάση την ύπαρξη σχεδίων καπιταλιστικής παλινόρθωσης από ηγετικούς κύκλους και διανοούμενους της Τσεχοσλοβακίας εντός και εκτός του ΚΚ όπως ο Όττα Σικ και ο Βάτσλαβ Χάβελ. Επίσης αναφέρονται οι σχεδιασμοί του ΝΑΤΟ και η παρέμβαση του Μπρεζίνσκι.
Είναι δεδομένο ότι υπήρχαν τάσεις σε ηγετικούς πολιτικούς παράγοντες και διανοούμενους επιστροφής στον καπιταλισμό όπως και παρεμβάσεις από ιμπεριαλιστικά κέντρα, η λαϊκή πλειοψηφία όμως ποτέ δεν θέλησε κάτι τέτοιο. Αντίθετα επιδίωκε, θολά κι ανολοκλήρωτα είναι αλήθεια, σοσιαλιστική δημοκρατία. Έτσι κι αλλιώς η υπεράσπιση της εργατικής εξουσίας είναι δουλειά της εργατικής τάξης κι όχι τεθωρακισμένων από το εξωτερικό. Η άνοιξη της Πράγας δεν ήταν «δάκτυλος της Δύσης» (αν και υπήρχαν παρεμβάσεις) όπως και η επανάσταση στην Κούβα ή το Βιετνάμ δεν ήταν «δάκτυλος της Μόσχας». Τα σοβιετικά τανκς αντίθετα δυσφήμισαν την ιδέα του κομμουνισμού πολύ περισσότερο από όλες τις μυστικές υπηρεσίες και ταυτόχρονα ενταφίασαν ίσως τη μοναδική δυνατότητα αντιστροφής της πορείας της άρχουσας τάξης της Τσεχοσλοβακίας προς τον καπιταλισμό.
Απαραίτητη η εργατική δημοκρατία στο σοσιαλισμό
Χωρίς ελευθερίες η εργατική τάξη δεν μπορεί να δράσει απελευθερωτικά
Το ζήτημα των δημοκρατικών δικαιωμάτων, της ελευθερίας λόγου και πολιτικής δράσης ήταν κεντρικό στην Τσεχοσλοβακία το ’68 (καθώς και σε όλες τις εξεγέρσεις ή κινήματα στις χώρες του «υπαρκτού σοσιαλισμού»), όπως ήταν και είναι βασική διεκδίκηση του εργατικού κινήματος στον καπιταλισμό. Κάτι τέτοιο για μας είναι αυτονόητο. Αντίθετα για το ΚΚΕ αυτές οι διεκδικήσεις ήταν απόδειξη του αντεπαναστατικού χαρακτήρα του κινήματος. Ας δούμε τι έλεγε τότε ο Κάρελ Κόσικ (μαρξιστής με παγκόσμια ακτινοβολία, συγγραφέας της Διαλεκτικής του Συγκεκριμένου, μέλος τότε της Κ.Ε. του ΚΚΤ, υπέστη διώξεις και από τα δύο καθεστώτα, προ και μετά του 1989): «Στην πραγματικότητα όμως οι δημοκρατικές ελευθερίες έχουν ζωτική σημασία για την ίδια την εργατική τάξη, χωρίς τις οποίες δεν μπορεί να πραγματώσει την ιστορική και απελευθερωτική της λειτουργία. Πως είναι δυνατόν να κατέχει η εργατική τάξη κάποιο πολιτικό ρόλο, όταν της απαγορεύεται η πρόσβαση στην πληροφόρηση, όταν δηλαδή δεν γνωρίζει ποτέ επακριβώς και την κατάλληλη στιγμή τι συμβαίνει στον κόσμο; Πως γίνεται να διαδραματίσει πολιτικό ρόλο, όταν εμποδίζεται από την αδέσμευτη και επί τη βάσει των δικών της κριτηρίων ερμηνεία των πληροφοριών και όταν αυτή η αναφαίρετη δραστηριότητά της ασκείται από κάποιον άλλο στο όνομά της»;
Το πρόβλημα στο κίνημα της Τσεχοσλοβακίας ήταν ακριβώς ότι δεν υπήρχε αρκετή δημοκρατία από τα κάτω, ο λαός στήριζε και επευφημούσε τις κινήσεις της ηγεσίας του ΚΚΤ. Αυτό που έλειψε ήταν ο οργανωμένος λαός στα εργοστάσια και στις γειτονιές με αυτοτελή παρουσία και δράση, όπως και η ύπαρξη συγκροτημένου πολιτικού ρεύματος κομμουνιστικής επαναθεμελίωσης. Αυτή η έλλειψη υποκαταστάθηκε, με ολέθρια αποτελέσματα, από τους ελιγμούς και τις ταλαντεύσεις της ηγετικής γραφειοκρατίας του κόμματος.