Γιώργος Παυλόπουλος
Η όξυνση του ανταγωνισμού ανάμεσα σε ΗΠΑ και Ρωσία στερεί την ελληνική αστική τάξη από την πολυτέλεια της «ευμενούς ουδετερότητας»
Τον Απρίλιο του 2015, λιγότερους από δύο μήνες μετά την εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ και τον σχηματισμό κυβέρνησης με τη συνεργασία του Καμμένου, η επίσκεψη Τσίπρα στη Μόσχα είχε προκαλέσει μια κάποια ανησυχία και πολλά φαρμακερά σχόλια από τα κυρίαρχα αστικά ΜΜΕ Ευρώπης και Αμερικής. Παρά δε τις δηλώσεις και πράξεις μετάνοιας που ακολούθησαν από τον Έλληνα πρωθυπουργό και την υπογραφή του τρίτου μνημονίου τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς, τα σύννεφα δεν διαλύθηκαν εντελώς. Πύκνωσαν δε ξανά όταν, τον Μάιο του 2016, ο Πούτιν γινόταν δεκτός μετά βαΐων και κλάδων στην Αθήνα, ενώ τον Σεπτέμβριο η Ρωσία ήταν η τιμώμενη χώρα της ΔΕΘ.
Στη συνέχεια, πέρυσι, ήρθε η σειρά της Κίνας να ανέβει στο «βάθρο» της ίδιας έκθεσης. Έτσι, δεν υπήρχε καμία αμφιβολία ούτε για το ενδιαφέρον που επεδείκνυαν οι βασικοί ανταγωνιστές των ΗΠΑ στην περιοχή, δηλαδή Μόσχα και Πεκίνο, ούτε όμως για τη θετική ανταπόκριση τόσο της ελληνικής κυβέρνησης όσο και μερίδας του κεφαλαίου της χώρας. Από τη στιγμή, μάλιστα, που η Αθήνα δεν προχώρησε σε – συμβολικές – απελάσεις Ρώσων διπλωματών μετά την περιβόητη «υπόθεση Σκριπάλ», τον περασμένο Μάρτιο, τα ερωτήματα πλήθυναν.
Πλέον, το σκηνικό μοιάζει να έχει αλλάξει θεαματικά και ολοκληρωτικά – ανάμεσα στα άλλα, τιμώμενη χώρα στη ΔΕΘ είναι φέτος οι ΗΠΑ. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ προχώρησε, όπως είναι γνωστό, στην απέλαση στελεχών της ρωσικής πρεσβείας κατηγορώντας τα για κατασκοπία και προσπάθεια ανατροπής της μέσω της εξαγοράς βουλευτών, με αφορμή τη συμφωνία των Πρεσπών για το Μακεδονικό – της οποίας σπόνσορες είναι οι ΗΠΑ, η ΕΕ και το ΝΑΤΟ. Εξαπέλυσε δε σφοδρή επίθεση κατά της Μόσχας όταν εκείνη αντέδρασε, κάνοντας λόγο για «συνεχή ασέβεια προς την Ελλάδα» και μοιάζοντας να έχει σβήσει από τη μνήμη της το έντονο φλερτ που προηγήθηκε.
Σχεδόν ταυτόχρονα και όλως… τυχαίως, στα Σκόπια, η εκεί κυβέρνηση κατηγορούσε δημοσίως γνωστό Έλληνα επιχειρηματία ότι βρίσκεται πίσω από την οργάνωση των διαδηλώσεων κατά της συγκεκριμένης συμφωνίας, χρηματοδοτώντας σύνδεσμο φανατικών οπαδών. Καθώς δε στη συνέχεια ο ένοχος ονοματίστηκε από Μέσα φίλα προσκείμενα στον Ζάεφ, δεν χρειαζόταν κόπο για να φτιάξει ο οποιοσδήποτε στο μυαλό του το σενάριο μιας παράλληλης συνωμοσίας, η οποία εξυφάνθηκε από τα ίδια κέντρα και εκτελέστηκε σε συντονισμό με τους ανθρώπους του Πούτιν σε Ελλάδα και «Δημοκρατία της Μακεδονίας».
Η ταχύτητα της μεταστροφής που συντελέστηκε στο Μαξίμου (του οποίου ο Σαββίδης ήταν μέχρι σχετικά πρόσφατα προνομιακός συνδαιτημόνας…) ξάφνιασε ακόμη και τη ΝΔ, που μετά την πατέντα της στον νεοφιλελευθερισμό, είδε να απειλείται και η ιδιοκτησία του δόγματος «ανήκομεν εις την Δύσιν». Και πώς να γίνει διαφορετικά, άλλωστε, όταν ακόμη και η Εφημερίδα των Συντακτών – η ελπιδοφόρα αρχικά προσπάθεια ανεξάρτητης δημοσιογραφίας που έχει καταντήσει άκριτος υμνητής της κυβέρνησης… – έσπευσε να κουνήσει το δάχτυλο σε όσους τόλμησαν να διαφωνήσουν.
Για του λόγου το αληθές, στο άρθρο-άποψη της περασμένης Τρίτης, υπό τον προκλητικά καθοδηγητικό τίτλο «Η ορθή εθνική γραμμή σήμερα», η διεύθυνση της εφημερίδας ξεκαθαρίζει ότι «είτε μας αρέσει είτε όχι, για αρκετό χρονικό διάστημα θα πορευτούμε με τις συμμαχίες που έχουμε. Καλές ή κακές, δεν έχουμε άλλες». Με άλλα λόγια, τα κεφάλια μέσα και υπακοή στις απαιτήσεις των πολύτιμων συμμαχιών. Προφανώς, ακόμη και σε πιο επικίνδυνες περιστάσεις από την απλή απέλαση κάποιων διπλωματών ή την ανταλλαγή διαβημάτων – ήτοι, όταν τον λόγο παίρνουν οι πύραυλοι και τα κανόνια…
Σε κάθε περίπτωση, οι παραπάνω εξελίξεις και ανατροπές δεν αποτελούν τυχαία γεγονότα. Και δεν θα σταματήσουν εδώ, έστω κι αν οι τόνοι της αντιπαράθεσης με τη Μόσχα πέσουν. Το γιατί αποτυπώνεται ξεκάθαρα στην κοινή ανακοίνωση που υπογράφουν Κόμμα Εργασίας, Λέβιτσα και ΝΑΡ: «Η όξυνση της πολεμικής απειλής στην περιοχή μας πρώτα από όλα είναι αποτέλεσμα της συνολικότερης όξυνσης των ανταγωνισμών μεταξύ των ηγεμονικών καπιταλιστικών κρατών και των ιμπεριαλιστικών συνασπισμών (…) της όξυνσης του ανταγωνισμού ανάμεσα σε ΝΑΤΟ και Ρωσία».
Με άλλα λόγια: Από τη στιγμή που συμβαίνει αυτό ακριβώς που περιγράφει η ανακοίνωση και αποδεικνύεται καθημερινά, η αποδυναμωμένη από την κρίση αστική τάξη της Ελλάδας χάνει την πολυτέλεια να πατάει σε δύο βάρκες, επιδιώκοντας αμφίπλευρα οφέλη – ή, έστω, να τηρεί στάση ουδετερότητας. Είναι υποχρεωμένη να επιλέξει καθαρά στρατόπεδο και να ενταχθεί οργανικά στους σχεδιασμούς και τις επιδιώξεις του, ακόμη κι αν αυτό σημαίνει ότι ενίοτε θα βγάζει τη βρόμικη και επικίνδυνη δουλειά – ελπίζοντας σε ανταλλάγματα που θα αναβαθμίσουν τη θέση της. Μάλιστα, σε αυτό το σημείο καθίσταται εμφανής και η διαφορά… δυναμικότητας που τη χωρίζει σήμερα από τον βασικό ανταγωνιστή της, την τουρκική ολιγαρχία, η οποία καταφέρνει ακόμη και παίζει σε δύο ταμπλό – και με τους Αμερικανούς και με τους Ρώσους.
Όσο για τη διέξοδο από τον δρόμο της καταστροφής και του θανάτου, είναι σαφές πως δεν βρίσκεται στην αλλαγή συμμάχου και στρατοπέδου, ούτε το δίλημμα για τον λαό είναι αν θα πάει με τους Αμερικανούς, με τους Ρώσους ή με τους Γερμανούς. Η απάντηση κρύβεται στη ρήξη με τους ιμπεριαλιστές, στην ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου και των κυβερνήσεών του εντός συνόρων και στην οικοδόμηση ενός ισχυρού και αποφασιστικού διεθνιστικού εργατικού κινήματος, που θα είναι σε θέση να επιβάλλει και να υπερασπίσει την ειρήνη των λαών, ενάντια στους πολέμους ων καπιταλιστών.