Δημήτρης Σταμούλης
Μισθοί πείνας στους γιατρούς, νέα χαράτσια στους ασφαλισμένους
Η πολιτική των «ματωμένων» πλεονασμάτων «χτυπά» και το δικαίωμα στην δωρεάν πρωτοβάθμια ιατρική περίθαλψη με τον περιβόητο θεσμό του οικογενειακού γιατρού που επιχειρεί να επιβάλει η κυβέρνηση ως ένα από τα μνημονιακά προαπαιτούμενα. Διαφημίστηκε από το υπουργείο Υγείας ως «εκσυγχρονισμός», χωρίς ωστόσο να πείθει. Ελάχιστοι γιατροί έχουν συμβληθεί και χιλιάδες ασφαλισμένοι κινδυνεύουν να χάσουν τις δωρεάν παροχές τους.
Η κυβέρνηση προκειμένου να στηρίξει τα «πλεονάσματα» κόβει από όλες τις κοινωνικές δαπάνες και βέβαια και από την δημόσια Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας (ΠΦΥ), όπου το κράτος αποσύρεται όλο και περισσότερο από την όποια συμμετοχή του. Στο υπουργείο Υγείας προσπαθούν να πείσουν ότι «στηρίζουν» το δημόσιο σύστημα έναντι του ιδιωτικού. Ωστόσο αυτό αποτελεί μια μεγάλη απάτη.
Τι ισχύει σήμερα με την ΠΦΥ; Παρέχεται μέσω των αποψιλωμένων πρώην ΙΚΑ (νυν ΠΕΔΥ και αστικά Κέντρα Υγείας), των Κέντρων Υγείας στην περιφέρεια, των… άφαντων ΤΟΜΥ και των συμβεβλημένων ιδιωτών γιατρών. Ωστόσο ήδη αυτή η δημόσια ΠΦΥ «καρκινοβατεί». Όπως εξηγεί στο Πριν ο Σ. Καλιαμπάκος, μέλος ΔΣ του ΙΣΑ, στο πρώην ΙΚΑ οι 2.500 απολυμένοι γιατροί -από τον Άδ. Γεωργιάδη και την προηγούμενη συγκυβέρνηση ΝΔ/ΠΑΣΟΚ- ουδέποτε επαναπροσλήφθηκαν και τα κενά γιγαντώθηκαν. Στις ΤΟΜΥ, οι θέσεις γιατρών είναι καλυμμένες μόλις κατά το 1/3, ενώ δεν υπάρχει η απαιτούμενη υποδομή. Στους συμβεβλημένους γιατρούς καταργούνται οι παλιές συμβάσεις και καλούνται να υπογράψουν νέες με μνημονιακούς όρους. Σύμφωνα με τον Σ. Καλιαμπάκο, «η αμοιβή που προτείνεται από την κυβέρνηση είναι μόλις 1.700 ευρώ μεικτά, και εάν αφαιρεθούν φόροι και ασφαλιστικές εισφορές απομένουν περίπου 250 ευρώ! Δεν είναι λοιπόν τυχαίο ότι στην πρόκληση του υπουργείου έχουν ανταποκριθεί ελάχιστοι γιατροί».
Έτσι η κυβέρνηση επιχείρησε έναν αντιδραστικό ελιγμό. Πρότεινε οι συμβεβλημένοι γιατροί να δέχονται για 4 ώρες την ημέρα τους ασθενείς, 20 ώρες την εβδομάδα, και μέχρι 16 επισκέψεις εντός 4ώρου. Μετά τη συμπλήρωσή τους, οι ασθενείς που θα έπονται, θα πληρώνουν οι ίδιοι την επίσκεψη, όπως και όσοι τον επισκέπτονται εκτός 4ώρου. Ούτε όμως αυτό το «τυράκι» δε φαίνεται να πείθει τους γιατρούς.
Όμως και για τους ασφαλισμένους προκύπτουν σοβαρά προβλήματα. Ο οικογενειακός ιατρός (παθολόγος, γενικός γιατρός ή παιδίατρος) που αντιστοιχεί στην περιοχή του κάθε ασφαλισμένου θα έχει την αποκλειστική δυνατότητα να παραπέμπει τον ασφαλισμένο σε άλλη ειδικότητα, χωρίς ο τελευταίος να έχει δικαίωμα επιλογής γιατρού! Σε διαφορετική περίπτωση θα χάνει τη δωρεάν επίσκεψη και θα πληρώνει από την τσέπη του.
Πάντως, παρά τον ωμό εκβιασμό του υπουργείου Υγείας που διαμήνυσε ότι καταργεί στις 30/7 τις παλιές συμβάσεις και όποιοι γιατροί δεν υπογράψουν θα πεταχτούν εκτός συστήματος, με πιθανές δραματικές συνέπειες επαγγελματικής επιβίωσης, η ανταπόκριση είναι πολύ περιορισμένη. Σε μεγάλες και πυκνοκατοικημένες περιοχές της Αττικής (Περιστέρι κ.α.) οι γιατροί που έχουν εγγραφεί στο σύστημα είναι λιγότεροι από 10! Από τις 953 θέσεις για οικογενειακούς γιατρούς που προβλέπονταν στην Αττική, μόλις 46 γιατροί τοποθετήθηκαν. Σε ό,τι αφορά τη σύναψη συμβάσεων με τον ΕΟΠΥΥ, από τους 1.900 ήδη συμβεβλημένους με τον Οργανισμό παθολόγους και γενικούς γιατρούς, λιγότεροι από 500 επιθυμούν να συμβληθούν ως οικογενειακοί ιατροί. Σε ολόκληρους νομούς, όπως Τρίκαλα και Καρδίτσα, κανένας γιατρός δεν έχει αποφασίσει να εγγραφεί στο σύστημα.
Το γεγονός ότι σύμφωνα με το υπουργείο κάθε οικογενειακός γιατρός που θα έχει υπό την ευθύνη του έως και 2.250 ασθενείς (!) θα αμείβεται κατά μέσο όρο με… 70 λεπτά ανά ασθενή, δείχνει και το πού μπορεί να φτάσει η πολιτική της διάλυσης της δημόσιας υγείας και της άγριας λιτότητας.
Η πολιτική που λανσάρει η κυβέρνηση και οι υπουργοί της Α. Ξανθός και Π. Πολάκης, όχι μόνο «καινοτόμα» δεν είναι, αλλά άθλιο κακέκτυπο του αγγλικού συστήματος που στη Βρετανία παραπαίει. Το λεγόμενο gatekeeping θα μετατρέψει τους παθολόγους σε διεκπεραιωτές, οι οποίοι δε θα έχουν το χρόνο και τη δυνατότητα για μια σωστή εξέταση, παρά μόνο θα καταλήξουν να μοιράζουν παραπεμπτικά για άλλες ειδικότητες. Οι ασφαλισμένοι θα πληρώνουν όλο και πιο πολλά από την τσέπη τους, με αποτέλεσμα αυτή η πολιτική να ενισχύει στην πράξη την ιδιωτική υγεία.
Όπως τονίζει ο Σ. Καλιαμπάκος, «απέναντι σε αυτή την πολιτική δεν μπορεί παρά να αντιταχθεί η ανατροπή των πλεονασμάτων που διαλύουν την δημόσια υγεία και η ελεύθερη πρόσβαση τόσο των ασφαλισμένων σε ποιοτική δημόσια ιατρική και φαρμακευτική περίθαλψη όσο και των γιατρών στο σύστημα ΠΦΥ με αμοιβές που θα σπάνε τα ασφυκτικά όρια της λιτότητας και των μνημονίων».