Γιάννης Ελαφρός
Περνά μνημόνια και συμφωνίες, αλλά το πιάτο παραμένει άδειο
Ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζεται ως πόλος λογικής, υπευθυνότητας και δημοκρατίας απέναντι στη ΝΔ των μακεδονομάχων, συγκροτεί τη νέα δικομματική-διπολική τανάλια
Με την ψήφιση των προαπαιτουμένων και του μεσοπρόθεσμου, την ανακοίνωση της συμφωνίας για το μακεδονικό και την καταψήφιση της πρότασης δυσπιστίας (που κατέθεσε η ΝΔ), ο Αλ. Τσίπρας αναμένει το γιούρογκρουπ της 21ης Ιουνίου για να διαμορφωθούν οι όροι της «μεταμνημονιακής» (σκληρά μνημονιακής) περιόδου. Ολοκληρώνεται έτσι η διαμόρφωση του πλαισίου της επόμενης περιόδου, με τον Τσίπρα να αυτοδιαφημίζεται ως ο πολιτικός που μπορεί να εξασφαλίσει σταθερότητα και προώθηση της αστικής πολιτικής με αποτελεσματικότητα, αποσπώντας τα εύσημα από τους ηγέτες της ΕΕ, των ΗΠΑ και την ελληνική ολιγαρχία. Ο Τσίπρας μπορεί να περηφανεύεται πως πέρασε το μεσοπρόθεσμο με ελάχιστες αντιδράσεις (είναι ο πρώτος πρωθυπουργός που πέρασε δύο μνημόνια), υλοποιεί αποτελεσματικά τους μνημονιακούς στόχους, ολοκλήρωσε τη συμφωνία για το μακεδονικό, προωθεί τα συμφέροντα ΝΑΤΟ και ΕΕ στην ανατολική Μεσόγειο.
Στη βάση αυτή πραγματοποιεί άνοιγμα προς την παραδοσιακή σοσιαλδημοκρατία, επιχειρώντας να διεμβολίσει το χώρο του Κινήματος Αλλαγής (ήδη έχει επιτυχίες με το Ποτάμι και όχι μόνο) και να διαμορφώσει όρους μιας επόμενης συνεργασίας (καίγοντας τον Καμμένο). Είναι χαρακτηριστικό πως ο Τσίπρας προβάλλει τη συμφωνία με τον Ζάεφ, ως αποτέλεσμα «δύο προοδευτικών πρωθυπουργών».
«Έξω πάμε καλά, μέσα όμως όχι» έλεγε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής στα τέλη της δεκαετίας του 70, όταν έβαζε την Ελλάδα στην ΕΕ για να χάσει μετά τις εκλογές. Ανάλογες καταστάσεις θα αντιμετωπίσει και ο Αλ. Τσίπρας, καθώς οι επιδοκιμασίες των Μέρκελ και Γιούνκερ, Τουσκ και Πάιατ δεν γέμισαν κανένα τραπέζι νοικοκυριού, ούτε έσωσαν κάποια υπερχρεωμένη οικογένεια. Οι μισθοί παραμένουν επίδομα ημιδιατροφής, η εργασία στον τουρισμό αυξάνεται αλλά μοιάζει με δουλεία, οι συντάξεις που στηρίζουν τις λαϊκές οικογένειες είναι έτοιμες να περικοπούν περισσότερο. Σε κάθε περίπτωση το «μεταμνημονιακό» πλαίσιο εποπτείας από την ΕΕ θα είναι τόσο αυστηρό που δεν θα επιτρέπει παρεκκλίσεις από τη μνημονιακή ορθοδοξία, ενώ και το «έξω πάμε καλά» μπορεί να γίνει κομμάτια και θρύψαλα σε μια νέα φάση όξυνσης των ενδοϊμπεριαλιστικών και ελληνοτουρκικών ανταγωνισμών.
Με βάση όλα αυτά τα δεδομένα ο ΣΥΡΙΖΑ θα καθορίσει και το χρόνο των εκλογών, με σκοπό να παραμείνει στο παιχνίδι. Ως εκφραστής της «σταθερότητας» μιλά για εκλογές το 2019, αλλά δεν αποκλείεται να επιδιώξει άμεση εκλογική «εκταμίευση» της όποιας ευφορίας διαμορφωθεί μετά τον Αύγουστο, χωρίς αυτό να σημαίνει πως θα αποφύγει εύκολα την λαϊκή καταδίκη.
Ο Κ. Μητσοτάκης ζει το δικό του «δράμα», καθώς βλέπει τον Τσίπρα να υλοποιεί –και μάλιστα με ζηλευτή επιδεξιότητα- τη δική του πολιτική, όλα αυτά που θα έπρεπε να κάνει ο ίδιος! Στην τρέχουσα φάση αποφασίζει (δειλά είναι αλήθεια ακόμα) να καβαλήσει άλλο άλογο, όχι αυτό των αστικών μεταρρυθμίσεων, αλλά το ανερχόμενο ρεύμα του εθνικισμού και της πατριδοκαπηλίας, που εμφανίζεται με αιχμή το μακεδονικό. Δεν αποτελεί εξαίρεση: σε όλη την Ευρώπη (και όχι μόνο) οι περισσότερες δυνάμεις της δεξιάς περνούν σε θέσεις βαθιά αντιδραστικές, ανοικτά εθνικιστικές και ρατσιστικές, ανταγωνιζόμενες τα ακροδεξιά και νεοφασιστικά μορφώματα, που ενισχύονται και εισβάλλουν στο κέντρο της πολιτικής ζωής. Πρόκειται για αντιδραστική ανασυγκρότηση όλου του αστικού πολιτικού συστήματος, έτσι ώστε να εκφράσει τη νέα φάση υπερεκμετάλλευσης, κοινοβουλευτικού ολοκληρωτισμού και όξυνσης των ανταγωνισμών (στο οικονομικό αλλά και στο στρατιωτικό επίπεδο), για να ξεπεράσει ο καπιταλισμός την κρίση του.
Στο έδαφος αυτό εκδηλώνεται ένα διαγκωνισμός εθνικιστικής ρητορικής και πρακτικής από διάφορους ακροδεξιούς, φασίστες ή τυχοδιώκτες, με αποκορύφωμα το κάλεσμα σε στρατιωτικό πραξικόπημα από τον χρυσαυγίτη Μπαρμπαρούση από το βήμα της βουλής!
Ο ΣΥΡΙΖΑ επιχειρεί να αξιοποιήσει αυτή την εξέλιξη, εμφανιζόμενος ως πόλος λογικής, υπευθυνότητας και δημοκρατίας απέναντι στη ΝΔ των μακεδονομάχων και όλο τον εθνικιστικό συρφετό. Επιχειρεί να συγκροτήσει τη νέα δικομματική-διπολική τανάλια και να συνθλίψει εκεί τις τάσεις αριστερής και εργατικής λαϊκής αντιπολίτευσης, ενώ αξιοποιώντας και την κυβερνητική διαχείριση προσπαθεί να ξανακερδίσει τμήματα που έχασε προς τ’ αριστερά. Απ’ αυτή την άποψη είναι πολύ προβληματικό το γεγονός πως ορισμένες αριστερές τάσεις, προερχόμενες από τον ΣΥΡΙΖΑ, αντιμετώπισαν θετικά τη συμφωνία Τσίπρα-Ζάεφ, ως αντίβαρο στην εθνικιστική εκστρατεία, παρότι αυτή εκφράζει τα σχέδια ΝΑΤΟ και ΕΕ, αλλά και τα συμφέροντα του ελληνικού κεφαλαίου, ενός εθνικισμού με επιχειρηματική γραβάτα (Η Ελλάδα είναι ηγετική δύναμη στα Βαλκάνια, είπε ο Αλ. Τσίπρας).
Στις νέες συνθήκες ανεβαίνει ο πήχης για την μαχόμενη Αριστερά, καθώς πρέπει να αντιπαλέψει αποφασιστικά την ενιαία στρατηγική του ελληνικού κεφαλαίου που προωθεί η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και που «συνδυάζει την περιβόητη ‘’έξοδο’’-παραμονή στο ευρωμνημόνιο διαρκείας σε βάρος εργαζομένων και λαού με την έξοδο του ελληνικού κεφαλαίου (ως συνεταίρος από υποδεέστερες θέσεις με ΗΠΑ, ΕΕ) στην ευρύτερη περιοχή» (όπως αναφέρει το ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση, βλέπε www.narnet.gr). Πρόκειται για μια «ενιαία στρατηγική, διπλά επιθετική και επικίνδυνη σε εσωτερικό και εξωτερικό», που απαιτεί μια ενιαία ανατρεπτική απάντηση. Βασικά στοιχεία μιας τέτοιας παρέμβασης είναι η προτεραιότητα των ταξικών εργατικών δικαιωμάτων και διεκδικήσεων σε σύγκρουση με το κεφάλαιο, η πάλη για κατάργηση των μνημονίων, διαγραφή του χρέους, έξοδο από ΕΕ και ΝΑΤΟ, για αποτροπή του πολέμου με αντιιμπεριαλιστικό και διεθνιστικό περιεχόμενο.
Κύριο πεδίο υλοποίησης είναι ο ενωτικός και μαχητικός αγώνας ενάντια στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και τις δεξιές εθνικιστικές τάσεις. Αλλά δυστυχώς είναι και το πεδίο που φανερώνεται το έλλειμμα συνεκτικής αριστερής παρέμβασης, όπως έδειξαν τόσο η μη απεργία την Πέμπτη (βλέπε σελίδα 17), όσο και η μη συμβολή σε ένα αντικυβερνητικό αντιπολεμικό κίνημα. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ θα επιμείνει με νέα ορμή στις πρωτοβουλίες που μπορεί να ανοίξουν δρόμους νικηφόρους.