Αντώνης Δραγανίγος
Με όλες τις δυνάμεις μας ενάντια στα αντεργατικά μέτρα της 4ης αξιολόγησης το μεσοπρόθεσμο και την επιτροπεία ως το 2060
Τις τελευταίες ημέρες καταλάβαμε καλά τι σημαίνει η «καθαρή έξοδος από το μνημόνιο» που πλασάρει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ΑΝΕΛ: Ένα μνημόνιο δεκαετιών. Η άθλια συμφωνία της με τους δανειστές προβλέπει: Πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% μέχρι το 2022. Επικύρωση-επαναβεβαίωση της δραματικής περικοπής των συντάξεων και της μείωσης του αφορολόγητου κατά περίπου 40%, πράγμα που θα προκαλέσει νέες μειώσεις και στους μισθούς, οριστική κατάργηση του ΕΚΑΣ, καθώς και πρόσθετη αύξηση της φορολογίας μέσω ΕΝΦΙΑ, ειδικά για τις λαϊκές γειτονιές.
Η επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων είναι φενάκη. Ακόμα και στην περίπτωση που τυπικά επανέλθει η επεκτασιμότητα και η αρχή της ευνοϊκότερης ρύθμισης –πράγμα απίθανο– οι ΣΣΕ θα ισχύουν, εφόσον υπογράφονται από «αντιπροσωπευτικές εργοδοτικές οργανώσεις», που συγκεντρώνουν την πλειοψηφία των εργοδοτών ενός κλάδου. Έτσι, η εργοδοσία θα μπορεί να ρυθμίζει τα του οίκου της, με τρόπο που ποτέ καμιά οργάνωσή της δεν θα είναι «αντιπροσωπευτική». Οι δε μισθοί στο δημόσιο προβλέπεται να διατηρηθούν στο ίδιο επίπεδο ως ποσοστό του ΑΕΠ, πράγμα που σημαίνει ότι θα υπάρχει πραγματικό –και ονομαστικό– «ψαλίδι», αν συνυπολογίσουμε τη μείωση του αφορολόγητου. Οι προσλήψεις θα ακολουθούν τον κανόνα «ένα προς ένα», με αποτέλεσμα η σημερινή κατάσταση διάλυσης των δημόσιων υπηρεσιών απλά να διαιωνιστεί, ενώ μπαίνει ταβάνι και στις προσλήψεις με συμβάσεις ορισμένου χρόνου.
Επίσης, έρχεται μαζικό ξεπούλημα όλης της δημόσιας περιουσίας, ξεκινώντας από την ενέργεια, με τη διάλυση και την εκποίηση κομμάτι-κομμάτι της ΔΕΗ. Ένταση των πλειστηριασμών και ουσιαστική κατάργηση της όποιας δικαστικής προστασίας απέναντι σε αυτούς, κάνοντας τα κριτήρια ένταξης απαγορευτικά — ενώ, στο μεταξύ, η προστασία της πρώτης κατοικίας έχει ήδη καταργηθεί.
Η προπαγάνδα της κυβέρνησης περί αντίμετρων δεν αντέχει σε κριτική. Άλλωστε, η ίδια η εμπειρία των «αντίμετρων» και του «παράλληλου προγράμματος» έχει δείξει ότι δεν είναι παρά η αντιμετώπιση των πιο ακραίων συνεπειών της φτώχειας που διαρκώς επεκτείνεται, εντείνοντας την απελπισία στα λαϊκά στρώματα! Επιπλέον, τα νούμερα που παρουσίασε η κυβέρνηση στο Μεσοπρόθεσμο είναι εξωπραγματικά, μόνο οι δεσμεύσεις είναι πραγματικές και πάντα τηρούνται.
Καταρχήν, ο όποιος «δημοσιονομικός χώρος» προκύπτει από την υπέρβαση του ούτως ή άλλως θηριώδους πλεονάσματος. Με βάση τις «προβλέψεις» της κυβέρνησης, το «υπερπλεόνασμα» για το 2018 θα είναι μόλις 111 εκατ. ευρώ (0, 06% του ΑΕΠ), ενώ το 2019 θα ανέλθει στα 866 εκατ. (0,46%). Το πλεόνασμα –άρα και το υπερπλεόνασμα– «προβλέπεται» να εκτιναχθεί σε 4,15% το 2019, 4,53% το 2020 και 5,19% το 2021, προφανώς μέσα από την εξόντωση της εργαζόμενης πλειοψηφίας.
Αυτήν η αθλιότητα παρουσιάζεται ως «καθαρή έξοδος από το μνημόνιο». Είναι δε αυτονόητο ότι για την επιβολή των παραπάνω θα συνεχιστεί και η σκληρή διαρκής επιτροπεία και η μόνιμη παρουσία των μισητών «θεσμών». Άλλωστε, οι κανόνες της ΕΕ ορίζουν ότι όποιο κράτος-μέλος έχει δανειστεί θα βρίσκεται σε καθεστώς επιτροπείας μέχρι να ξεπληρώσει το 75% του χρέους του…
Όλα αυτά επιβεβαιώνουν ότι για αυξήσεις στους μισθούς και τις συντάξεις, για να έχουμε δημόσια αγαθά και αξιοπρεπή ζωή, απαιτείται ρήξη και ανατροπή της πολιτικής κεφαλαίου-ΕΕ-ΔΝΤ. Πρέπει να ξηλωθεί όλο το άθλιο αστικό-μνημονιακό καθεστώς που οικοδομήθηκε τα τελευταία χρόνια, να ηττηθούν αποφασιστικά οι πολιτικοί του εκπρόσωποι και πρώτα από όλα η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, αλλά και η ΝΔ, το Κίνημα Αλλαγής, οι φασίστες της ΧΑ και όλος ο ακροδεξιός συρφετός.
Μόνο οι επιθετικοί αγώνες των εργαζόμενων που διεκδικούν εδώ και τώρα ουσιαστική βελτίωση της ζωής τους και σπάνε στην πράξη το «τείχος» του κεφαλαίου και των μνημονίων μπορούν να ανοίξουν δρόμους. Οι αγώνες αυτοί, για να υπάρξουν, προϋποθέτουν ήττα της πολιτικής του κυβερνητικού εργοδοτικού συνδικαλισμού, ταξική ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος, ριζικά διαφορετικό αγωνιστικό σχεδιασμό, άλλο κέντρο αγώνα. Σε αυτό πρέπει να συμβάλλουν οι δυνάμεις της αριστεράς, αντί για την χρεοκοπημένη γραμμή του ακολουθητισμού στην ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ που μόνο ήττες και υπονόμευση φέρνει στο κίνημα, αντί να παλινωδούν με απαράδεκτο τρόπο σε πρωτοβουλίες που ενισχύουν αυτή την κατεύθυνση.
Αυτοί οι αγώνες, παράλληλα, χρειάζονται μια άλλη πολύ πιο ισχυρή αντικαπιταλιστική αριστερά. Ο πόλεμος δεν έχει τελειώσει, ο συσχετισμός δυνάμεων κάθε άλλο παρά είναι ακίνητος. Στην γειτονική Ιταλία, από την οποία έχουμε να διδαχτούμε πάρα πολλά, την αντίθεση στη ΕΕ και την διαγραφή του χρέους κατά 250 δις ευρώ την έκφρασε και την καρπώθηκε ένας αστικός συνασπισμός δυνάμεων, με ρατσιστική και ακροδεξιά κατεύθυνση, την ίδια ώρα που η ιστορική ιταλική αριστερά διαλυόταν μέσα στον βάλτο του «εφικτού», του «κυβερνητισμού», του «ευρωπαϊσμού» και της «καλής» καπιταλιστικής διαχείρισης.
Είναι ξεκάθαρο πού οδηγούν όλες αυτές οι «πλατιές», «μη σεχταριστικές» πολιτικές. Σε λίγο θα δούμε τα σχετικά αποτελέσματα και στην Πορτογαλία. Ευχαριστούμε, δεν θα πάρουμε! Η αντικαπιταλιστική αριστερά στην Ελλάδα θα ακολουθήσει άλλον δρόμο. Τον δρόμο του αντικαπιταλιστικού προγράμματος και μετώπου, της ανεξάρτητης συσπείρωσης μέσα στην εργατική τάξη και τον λαό, του πιο πλατιού ανοίγματος σε κάθε ριζοσπαστική τάση, σε κάθε αγωνιστή που θέλει να παλέψει σε αυτή την κατεύθυνση.
Οι δύο πολύ σημαντικές πρωτοβουλίες της περασμένης βδομάδας, στις οποίες η ΑΝΤΑΡΣΥΑ συμβάλλει καθοριστικά με βάση τις αποφάσεις της πρόσφατης συνδιάσκεψής της –αφενός, η συσπείρωση και οι υπογραφές εκατοντάδων συνδικαλιστών γύρω από το αίτημα της απεργίας ενάντια στην 4η αξιολόγηση, ενάντια στην υποταγή και το ξεπούλημα της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας και, αφετέρου, η αντιπολεμική, αντιιμπεριαλιστική, διεθνιστική πρωτοβουλία–είναι ελπιδοφόρα βήματα σε αυτή την κατεύθυνση. Που σε κάθε περίπτωση θα συνεχιστούν.