Γράμμα από Ολλανδία
Δημήτρης Παυλόπουλος
Η ολλανδική εκδοχή της οικονομικής πολιτικής Τραμπ έχει τεθεί σε εφαρμογή από τη νέα κυβέρνηση Ρούτε. Μία από τις πρώτες νομοθετικές πρωτοβουλίες του δεξιού κυβερνητικού συνασπισμού –που δεν υπήρχε στο προεκλογικό πρόγραμμα κανενός κόμματος– ήταν η κατάργηση του φόρου μερισμάτων. Με αυτό τον τρόπο, ικανοποιήθηκε ένα πάγιο αίτημα των εργοδοτικών οργανώσεων και των πολυεθνικών. Συγχρόνως, επιβεβαιώνεται ο χαρακτηρισμός της χώρας ως φορολογικού παραδείσου, λόγω των ρυθμίσεων που επιτρέπουν σε χιλιάδες πολυεθνικές να αποφεύγουν τη φορολόγηση.
Σύμφωνα με πρόσφατες αποκαλύψεις, ρόλο-κλειδί στην πρωτοβουλία αυτή είχαν οι Shell και Unilever, που απείλησαν ότι θα μεταφέρουν την έδρα τους στο εξωτερικό αν δεν καταργηθεί ο σχετικός φόρος. H πρώτη είχε στείλει σχετικό κείμενο το 2016 στα κόμματα ως «συμβολή στη συζήτηση για τον σχηματισμό της νέας κυβέρνησης», ενώ ο διευθύνων σύμβουλος της Unilever συναντήθηκε τον υπουργό Οικονομικών το καλοκαίρι του 2017.
Η κατάργηση του φόρου μερισμάτων είναι τόσο συμβολική όσο και ουσιαστική. Οι ηγέτες του κυβερνητικού συνασπισμού την παρουσίασαν ως αναγκαία για την ενίσχυση της εμπιστοσύνης των πολυεθνικών προς τη χώρα και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Σύμφωνα, όμως, με έρευνα του υπουργείου Οικονομίας που κατατέθηκε στα κόμματα που συμμετείχαν στις διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό κυβέρνησης, το ολλανδικό κράτος θα απολέσει ετησίως 1.4 δισ. ευρώ από την κατάργησή του. Επίσης, τα κέρδη θα μεταφερθούν στο εξωτερικό, καθώς οι περισσότεροι από όσους επιβαρύνονταν από αυτόν το φόρο δεν κατοικούν στην Ολλανδία. Είναι χαρακτηριστικό, επίσης, ότι την ίδια στιγμή που δημοσιοποιούνταν τα αποτελέσματα αυτής της έρευνας, έγινε γνωστό ότι η αγοραστική δύναμη των περισσότερων νοικοκυριών στην Ολλανδία έπεσε κατά το 2017.
Η σχετική έρευνα του υπουργείου Οικονομικών αποκαλύφθηκε τον περασμένο Απρίλη –περίπου 6 μήνες μετά την ψήφιση του νόμου– και κλυδώνισε τη νέα κυβέρνηση, που προσπάθησε πρώτα να αποκρύψει και μετά να υποβαθμίσει την έρευνα. O τότε υπηρεσιακός υπουργός Βίμπες (πρώην στέλεχος της Shell) ζήτησε από τους υπαλλήλους του που έκαναν την έρευνα να αναθεωρήσουν τα συμπεράσματά τους, ενώ ο πρωθυπουργός Ρούτε (πρώην στέλεχος της Unilever) δήλωσε κατά τη διάρκεια της σχετικής συνεδρίασης στο κοινοβούλιο ότι δεν θυμάται να την έχει διαβάσει…