Γρηγόρης Μαυρειδόπουλος
Η είσοδος του εργατικού κινήματος στο προσκήνιο του Μάη δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία, όπως έδειχνε. Στην κορύφωση της μεταπολεμικής οικονομικής ανόδου, υπενθύμιζε στην ισχυριζόμενη το αντίθετο αστική τάξη ότι υπάρχουν ακόμα εργατική τάξη και επαναστατικές απειλές. Και στη ρεφορμιστική Αριστερά ότι η εργατική τάξη δεν θα την ακολουθεί πάντα στον κατήφορό της.
Από τις σποραδικές μάχες στην εργατική έκρηξη
Η έντονη προβολή από την άρχουσα τάξη, αλλά και τα ρεφορμιστικά ρεύματα κάθε απόχρωσης, τότε και σήμερα, της φοιτητικής κυρίως εξέγερσης προσπαθεί να αποκρύψει όχι μόνο τους βαθύτερους λόγους που γέννησαν τα γεγονότα, αλλά και τον πραγματικό χαρακτήρα του Μάη. Η εργατική πλευρά του υποτιμήθηκε και από το παραδοσιακό κομμουνιστικό κίνημα, το οποίο χαρακτηρίζει τα κινήματα της περιόδου μικροαστικά μόνο και μόνο για να μη «θυμάται» κάποια κρίσιμα αλλά… ενοχλητικά χαρακτηριστικά τους.
Ένα ολόκληρο φορτίο είχε «συσσωρευτεί» ως υλική βάση της εργατικής έκρηξης. Σχετιζόταν με την κόπωση της μεταπολεμικής καπιταλιστικής ανάπτυξης, τον σφοδρό ενδοκαπιταλιστικό ανταγωνισμό, τη δυσκολία στη χρηματοδότηση του «κράτους πρόνοιας» που προήλθε από την απώλεια των γαλλικών αποικιών και τις αναδιαρθρώσεις που άρχισαν να επιβάλλονται από τη συμμετοχή στην τότε ΕΟΚ. Έτσι, ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ’60 ξεσπούν απεργίες, με σημαντικότερες των ανθρακωρύχων (1963) και των εργαζομένων στις κρατικές επιχειρήσεις (1964). Ακόμα και τον Γενάρη του ’68 υπήρξαν βίαιες συγκρούσεις σε απεργίες στην Καν, στο εργοστάσιο Μπερλιέ στη Λιόν και στο Λε Μαν.
Ως συνέχεια, αλλά κυρίως κλιμάκωση των προηγούμενων εργατικών κινητοποιήσεων, στα γεγονότα του Μάη συμμετείχαν εκατομμύρια εργαζόμενοι, ενώ η συμμετοχή των φοιτητών στις διαδηλώσεις της περιόδου έφτασε περίπου στις τριάντα χιλιάδες. Στην κορύφωση του Μάη, σε όλη τη Γαλλία περίπου οκτώ εκατομμύρια εργαζόμενοι έδιναν αγωνιστικό παρών, απεργώντας ή συμμετέχοντας σε διάφορων μορφών κινητοποιήσεις.
Η απεργία των 8 εκαομμυρίων
Αρχικά, τα εργατικά αιτήματα αφορούσαν την αύξηση των μισθών και τη μείωση των ωρών εργασίας. Στην πορεία, προστέθηκαν η καταπολέμηση της ανεργίας και η κοινωνική ασφάλιση. Μετά τη μεγάλη απεργία της 13ης Μάη, η εργατική εξέγερση κλιμακώνεται με καταλήψεις εργοστασίων, όπως της Ρενό, ναυπηγείων, επιχειρήσεων ενέργειας, μέσων μεταφοράς κ.λπ. Τα συνθήματα των απεργιών και των καταλήψεων εξέφραζαν τη σταδιακή διαφοροποίηση των συνειδήσεων. Έτσι, θα φτάσουν και στο: «Το αφεντικό έχει ανάγκη εσένα, δεν το έχεις εσύ ανάγκη».
Είναι το κρίσιμο σημείο όπου η δράση της εργατικής τάξης τείνει να ξεπεράσει τον ρεφορμιστικό συνδικαλισμό των επίσημων συνομοσπονδιών, κυρίως της CGT, αλλά και τα όρια του Γαλλικού ΚΚ, και δείχνει ότι μπορεί να δώσει νέες διαστάσεις στην αναμέτρηση. Σε αυτή την εξέλιξη συνέβαλε και η δράση μικρών ριζοσπαστικών-κομμουνιστικών ομάδων και τάσεων που, αν και ξεκινούσαν από τα πανεπιστήμια, είχαν στην οπτική τους –λιγότερο ή περισσότερο σωστά– τη σύνδεση φοιτητικού και εργατικού κινήματος, δημιουργούσαν κοινές επιτροπές αγώνα και παρέμβαιναν στα αγωνιζόμενα εργοστάσια. Είναι επίσης η ώρα ενός συνθήματος που προβάλλεται συχνά απευθυνόμενο στους νέους – που πρωταγωνιστούσαν στις «άγριες απεργίες» και τις καταλήψεις εργοστασίων: «Εργαζόμενε, είσαι 25 χρονών, αλλά το συνδικάτο σου είναι του προηγούμενου αιώνα»!
Οι καταλήψεις και οι απεργίες απλώνονται σε όλη την Γαλλία. Εργοστασιακές επιτροπές, επιτροπές αγώνα, συνελεύσεις, μορφές εργατικού ελέγχου αναπτύσσονται σε πολλούς εργασιακούς χώρους – όχι παντού όμως, με τη λογική της ανάθεσης να είναι σε πολλές περιπτώσεις κυρίαρχη και το βήμα της ριζοσπαστικοποίησης μισό κι αβέβαιο.
Κάπως έτσι άρχισε όχι μόνο να απειλείται η κυβέρνηση των Ντε Γκολ-Πομπιντού, αλλά να κλυδωνίζονται όλη η αστική σταθερότητα και ο κρατικός μηχανισμός. Και τότε, κυβέρνηση και «κοινωνικοί εταίροι» υπέγραψαν τις συμφωνίες της Γκρενέλ. Περιείχαν βελτιώσεις (αυξήσεις, συνδικαλιστικές ελευθερίες, σταδιακή μείωση ωρών εργασίας κ.ά.), που όμως το σύστημα τις αντιμετώπιζε ως αναγκαίο κακό για τη διάσωσή του, γι’ αυτό την αμέσως επόμενη περίοδο εξανεμίστηκαν.
Οι εργαζόμενοι αρνήθηκαν να επικυρώσουν τις συμφωνίες και έδειξαν και πάλι μαχητικές διαθέσεις. Όμως δεν φάνηκε να έχουν πολιτική λογική και μορφές κλιμάκωσης, να είναι σε θέση να βαδίσουν σε έναν άλλο τύπο συνδικαλισμού, να προσανατολιστούν σε μια άλλη πολιτική προοπτική. Έτσι, όταν το αστικό κράτος και οι διαχειριστές του αναδιοργανώθηκαν και αντεπιτέθηκαν, φάνηκαν τα όρια και του εργατικού Μάη. Του Μάη που στην πραγματικότητα δεν «ηττήθηκε», κυρίως γιατί έδειξε την πάντα επίκαιρη εξεγερτική και ανατρεπτική δυνατότητα της εργατικής τάξης.