Γιάννης Ανδρουλιδάκης | δημοσιογράφος και μέλος της Αναρχοσυνδικαλιστικής Πρωτοβουλίας Ροσινάντε
Τα κύματα του Μάη έχουν αναμφισβήτητα ελευθεριακό χαρακτήρα
Αναφορικά με τον Μάιο του 1968, αναπαράγεται διαρκώς εδώ και δεκαετίες το ίδιο ερώτημα, αυτό του υποκειμένου. Σύμφωνα με μία οπτική –την πιο διαδεδομένη- την πρωτοπορία του Μάη αποτέλεσαν οι φοιτητές και οι διανοούμενοι, υπερκαλύπτοντας τους εργάτες. Σύμφωνα με την πιο παραδοσιακή οπτική, ο Μάης απέκτησε πραγματικά επαναστατικά χαρακτηριστικά όταν μετατράπηκε σε Γενική Απεργία και αυτό επιβεβαιώνει ότι οι εργάτες αποτελούν την επαναστατική πρωτοπορία στον καπιταλισμό. Με άλλα λόγια, πρόκειται για το ερώτημα «ταυτοτικά κινήματα ή τάξη», που με διάφορους τρόπους επανέρχεται και σήμερα.
Το ερώτημα, αν και μονότονο, έχει το ενδιαφέρον του, δεδομένου ότι μιλάμε για την μοναδική πραγματική επαναστατική κατάσταση που δημιουργήθηκε στον δυτικό κόσμο μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Είναι όμως και λάθος.
Γιατί η έννοια του υποκειμένου αλλάζει συνολικά, ριζικά και οριστικά το 1968, με έναν τρόπο που ακόμα και σήμερα το αντικαπιταλιστικό κίνημα δεν έχει χωνέψει.
Παρακολουθώντας λίγο πιο κυβιστικά τον Μάη μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι τόσο το πρώτο «φοιτητικό» όσο και το δεύτερο «εργατικό» κύμα του, συμπίπτουν σε ορισμένα πολύ δομικά χαρακτηριστικά:
Το πρώτο από αυτά, είναι ο αναμφισβήτητα ελευθεριακός χαρακτήρας τους. Αυτός αφορά την συνολική άρνηση της κάθετης οργάνωσης και της δομής του «κόμματος» και άρα προϋποθέτει την κοινωνική σύνθεση και όχι την πολιτική οργάνωση ως μέθοδο κοινωνικού μετασχηματισμού.
Το δεύτερο είναι η απόλυτη και πλήρης αντιστροφή της τάσης των κοινωνικών υποκειμένων να προσπαθούν να αναπαραχθούν μέσα από την κίνησή τους και η μετατροπή της σε τάση αυτοκατάργησης. Όλες οι ταυτότητες που συνυπάρχουν στον Μάη, συμπεριλαμβανομένης της εργατικής, δρουν στην κατεύθυνση του να πάψουν να υπάρχουν ως τέτοιες. Το αίτημα αυτό συμπυκνώνεται στο σύνθημα της αυτοδιαχείρισης.
Το τρίτο είναι η συνολική άρνηση του παραγωγικισμού ως επαναστατικού μοντέλου. Ο Μάης γκρεμίζει συθέμελα την ιδέα ότι «το καθήκον των επαναστάσεων συνίσταται στη χειραφέτηση όχι των ανθρώπων, αλλά των παραγωγικών δυνάμεων», που υπονόησε ο Μαρξ και αποθέωσαν ο Λένιν, ο Τρότσκι και οι φίλοι τους. Συνεπακόλουθα γκρεμίζει και όλη την επαναστατική θεολογία του 20ού αιώνα: Στην δοξαστική ιδέα του εργατικού εργάτη αντιπαρατάσσει το σύνθημα «να μη δουλέψουμε ποτέ ξανά», στην ιεραρχία την άμεση δράση, στη τυραννία της επαναστατικής πειθαρχίας την ακολασία του ελευθεριακού πάθους και του λόγου που τρέφεται από αυτό. Έτσι επεκτείνεται από το εργοστάσιο στο σύνολο της συλλογικής ύπαρξης και της κοινωνικής ζωής, χωρίς να απολέσει τον ταξικό χαρακτήρα του.
Η ουσία του Μάη λοιπόν, βρίσκεται στον επαναπροσδιορισμό του στατικά ιδωμένου υποκειμένου σε μια άλλη πιο δυναμική μορφή, κοινωνικά κυβιστική. Η τάξη συγκροτείται ως μια συνομοσπονδία ταυτοτήτων, διατηρώντας τον παρανομαστή της θέσης στις παραγωγικές σχέσεις, είναι λοιπόν ταυτόχρονα υποκειμενική και αντικειμενική και άρα πέρα από αυτό το ερώτημα. Η τάξη είναι τμήμα και απόληξη αυτών των ταυτοτήτων.
Η έκφραση αυτού του δυναμικού υποκειμένου είναι αδύνατη μέσα από τις κουρασμένες βεβαιότητες που γέννησε ο 20ός αιώνας για το εργατικό κίνημα. Μακριά από την ιδέα ότι ο κομμουνισμός είναι απλά η τελική βελτιωτική ρύθμιση της βιομηχανικής κοινωνίας, οι επαναστάσεις του μέλλοντος τραγουδούν τους στίχους του Λεό Φερρέ, που ο Μάης του ’68 έκανε σύνθημα:
«Ας μαζέψουμε όλους τους ποιητές/ όλους αυτούς που μιλούν με λέξεις/ και ας τους παραγγείλουμε τραγουδάκια/ που θα αφαιρεθούν από τον φόρο τους.
Με όργανα να τη συνοδεύουν, για να χορέψουμε/ η ποίηση βρίσκεται στον δρόμο».