Πανικός έχει καταλάβει τους εκπροσώπους της αργεντίνικης ολιγαρχίας και τους εκτός των συνόρων υποστηρικτές της, κυρίως στην Ουάσινγκτον. Από το… δόξα σοι ο θεός (του κεφαλαίου) στα τέλη του 2015, όταν εξελέγη πρόεδρος ο δισεκατομμυριούχος Μάκρι, τώρα λένε… βοήθα Παναγιά – ή, για την ακρίβεια, βοήθα ΔΝΤ. Βλέπετε, ο τερματισμός (και τυπικά) κάθε συζήτησης περί διαγραφής χρέους και η έξοδος στη ζούγκλα των αγορών έφεραν τη χώρα αντιμέτωπη με ένα «βουνό», που μεταφράζεται σε 111 δισ. δολάρια για την επόμενη δεκαετία.
Μάλιστα, την ερχόμενη Τετάρτη «ωριμάζουν» κρατικά ομόλογα ύψους 30 δισ., κάτι που, σε συνδυασμό με την ελεύθερη βουτιά του πέσο, οδήγησαν τον Μάκρι στην αγκαλιά της Λαγκάρντ, από την οποία ζητά επειγόντως νέο δάνειο (όλως τυχαίως, ύψους 30 δισ!). Φυσικά, θα το συνοδεύσει με τις γνωστές «διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις», δηλαδή μειώσεις σε μισθούς και συντάξεις, απολύσεις από το δημόσιο και μεγαλύτερη ελαστικοποίηση των θέσεων εργασίας.
Έτσι, το ΔΝΤ επιστρέφει στον τόπο του εγκλήματος και η Αργεντινή εκεί που βρισκόταν πριν τα δραματικά γεγονότα του 2001, όπου την είχαν φέρει οι ίδιες πολιτικές του κεφαλαίου, των κυβερνήσεών του και των ΗΠΑ που πάνε να εφαρμοστούν και σήμερα – αυτή τη φορά ως σωτήριες. Υποψιαζόμαστε, βεβαίως, ότι αυτό δεν θα γίνει τόσο εύκολα. Δυστυχώς, όμως, η Αργεντινή έχασε σχεδόν δύο πολύτιμες δεκαετίες και το στοίχημα μιας επαναστατικής ανατροπής, που θα άλλαζε πολλά. Η εμπειρία της μπορεί να αποδειχθεί πολύτιμη.