Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ΑΝΕΛ θέλει να μετατρέψει τη δυτική Ελλάδα σε ένα μεγάλο οικόπεδο εξόρυξης για την ικανοποίηση των ορέξεων του ντόπιου και πολυεθνικού κεφαλαίου, προσπαθώντας να ισχυροποιήσει τη θέση της στους επικίνδυνα εντεινόμενους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς.
Άννα Γαϊτανίδου, Σωτήρης Λιαμπότης
Μπορούν να γίνουν εξορύξεις – από ποιους και για ποιους; Όταν τη διαχείριση του «μαύρου χρυσού», ακόμα και της πράσινης ανάπτυξης, την έχει το κεφάλαιο, αποσπάται υπεραξία και κέρδος, με αποτελέσμα ο έλεγχος του παραγόμενου προϊόντος να γίνεται σε βάρος των λαών της περιοχής και πάντα με βίαιο τρόπο. Οι καπιταλιστικές κυβερνήσεις και οι παρατρεχάμενοι τους προσπαθούν να μας πείσουν ότι θα γίνουμε πάμπλουτοι και θα έχουμε ίσο ρόλο στην παγκόσμια οικονομική και πολιτική σκακιέρα με τις πετρελαιοπαραγωγές χώρες. Παίρνοντας υπόψη όμως αντίστοιχες «επενδύσεις» σε όλο τον κόσμο, βλέπουμε ότι αυτό που έχουν αφήσει πίσω τους είναι τεράστιες οικολογικές καταστροφές, λαούς ρημαγμένους, διαλυμένους και φτωχότερους λόγω των «επενδύσεων». Ανάλογα με την κλίμακα των αποικιοκρατικών «επενδύσεων», ο χάρτης έχει γεμίσει με χώρες κατεστραμμένες από τις πολεμικές αναμετρήσεις.
Η ύπαρξη και εξόρυξη υδρογονανθράκων μόνο όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών μπορεί να επιφέρει σε μία ήδη έκρυθμη κατάσταση στη νοτιανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή. Ένας δρόμος μας μένει, να αντισταθούμε στο έγκλημα που πάει να γίνει και στον τόπο μας, να υπερασπιστούμε τη ζωή και το μέλλον μας, να πούμε όχι σε κάθε ΑΟΖ, σε κάθε εξόρυξη και σε κάθε καπιταλιστικό πόλεμο γύρω από τον έλεγχο τους. Το περιβάλλον και ο επίγειος/υπόγειος πλούτος κάθε χώρας ανήκει στον λαό της, που είναι ο μόνος που μπορεί να τον διαχειριστεί με σεβασμό, στη βάση των δικών του αναγκών, και το διαμοίρασμα των πλουτοπαραγωγικών πηγών να γίνεται στη βάση της ειρηνικής συνύπαρξης των λαών.
Πόσο επικίνδυνο είναι το κυνήγι του «μαύρου χρυσού»;
Από την Κυπαρισσία μέχρι το Ζαγόρι, νησιά, θάλασσα, βουνά και κάμποι είναι χαρτογραφημένα σπιθαμή προς σπιθαμή. Πολλές πετρελαϊκές εταιρείες σφάζονται κυριολεκτικά στην ποδιά της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ για το ποια θα πρωτοπάρει τις πολύτιμες άδειες έρευνας και εξόρυξης. Η γαλλική Total, η ιταλογαλλική Edison και τα ΕΛΠΕ έχουν αναλάβει την εξόρυξη στο «Οικόπεδο 2» ανοιχτά της Κέρκυρας, ενώ η ελληνική Energean Oil και η ισπανική Repsol δραστηριοποιούνται στην Ήπειρο.
Προκύπτουν, λοιπόν, ορισμένα βασικά ερωτήματα. Το πρώτο από αυτά αφορά στην επικινδυνότητα των εξορύξεων σε σεισμογενείς περιοχές, όπως το Ιόνιο και η Ήπειρος. Αναζητώντας την απάντηση, μιλήσαμε με τον Άκη Τσελέντη, σεισμολόγο και διευθυντή του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου Αθηνών. Μας ανέφερε πως «είναι πιθανό να προκληθούν δευτερογενείς σεισμοί στην περιοχή λόγω της γεώτρησης, αλλά δεν θα είναι παραπάνω από 4-5 Ρίχτερ. Σημείωσε, όμως, ότι επειδή ο βασικός πλούτος της χώρας είναι ο τουρισμός και το περιβάλλον, τάσσεται ενάντια στη διαδικασία εξόρυξης. Όπως τόνισε, τα Ιόνια νησιά έχουν τουρισμό και φυσικό κάλλος, η Ήπειρος έχει υδροφόρο πλούτο που τροφοδοτεί όλη την Ελλάδα με εμφιαλωμένα νερά, κάτι που σημαίνει ότι ενδεχόμενη αστοχία γεώτρησης η οποία θα μόλυνε τον υδροφόρο ορίζοντα και τη θάλασσα πρέπει να μας προβληματίσει. Σύμφωνα με τον ίδιο, ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι να γίνει η γεώτρηση πάνω σε μεγάλο ρήγμα, που όταν διεγερθεί να την κόψει στα δύο, με αποτέλεσμα να χυθεί το πετρέλαιο στη θάλασσα. Οι ιθύνοντες των εταιρειών λένε ότι δεν υπάρχει τέτοια περίπτωση γιατί έχουν τεχνολογία νέου τύπου – όμως ο σεισμός δεν δαμάζεται.
Ο διευθυντής του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου τονίζει ότι «χρειάζεται να γίνει λεπτομερής αποτύπωση του βυθού του Ιονίου Πελάγους, για να μην κατασκευαστεί πλατφόρμα πάνω σε ρήγμα, αλλά και να υπάρχει συνεχής παρακολούθηση της σεισμικότητας σε ξηρά και θάλασσα. Ο στόχος των μέτρων είναι, αν υπάρξει έξαρση της σεισμικότητας, να σταματήσει η εξόρυξη. Όμως, είναι αμφίβολο αν η εταιρεία θα προβεί σε κάτι τέτοιο, επειδή θα χάσει το κέρδος της. Οι θάλασσιες γεωτρήσεις είναι πολύ πιο επικίνδυνες από ότι στην ξηρά, γιατί έστω και μια μικρή διαρροή εκεί είναι πολύ πιο δύσκολο να τη μαζέψεις».
«Δεν μπορούμε να αποτρέψουμε την αξιοποίηση του εδαφικού μας πλούτου, γιατί τα συμφέροντα είναι τεράστια. Βλέπετε, γίνονται πόλεμοι για το πετρέλαιο. Η άποψη μου είναι ότι πρέπει να πιέσουμε όσο το δυνατόν περισσότερο να επιβληθούν όροι παρακολούθησης του έργου, που θα ελαχιστοποιήσουν την πιθανότητα αστοχίας και μόλυνσης. Εγώ, βέβαια, δεν θα ρίσκαρα τον φυσικό μου πλούτο για πέντε ψωροδεκάρες, γιατί ψίχουλα μας δίνουν, το κέρδος θα είναι πάρα πολύ μικρό για το κράτος και τις τοπικές κοινωνίες, μόνο οι εταιρείες θα κερδίσουν», λέει ο Α. Τσελέντης, που τελικά προσχωρεί στη γραμμή «δεν υπάρχει άλλη επιλογή». Εμείς όμως ξέρουμε ότι σαφώς και υπάρχει.
Ένα ακόμη βασικό ερώτημα είναι ποιοι άλλοι κίνδυνοι συνοδεύουν μια θαλάσσια εξόρυξη. Εδώ, πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι το χειρότερο πετρελαϊκό ατύχημα στην ιστορία της Αμερικής και ένα από τα χειρότερα στον κόσμο σημειώθηκε τον Απρίλιο του 2010, στον Κόλπο του Μεξικού. Στην εξέδρα άντλησης Deep Water Horizon που χρησιμοποιούσε η εταιρεία BP έγιναν αλλεπάλληλες εκρήξεις και στη συνέχεια η εξέδρα βυθίστηκε παρασύροντας στο θάνατο 11 εργαζόμενους. Το πετρέλαιο που διέρρευσε αντιστοιχούσε σε 4,9 εκατ. βαρέλια, καθώς για 87 μέρες δεν μπορούσαν να το σταματήσουν. Η πετρελαιοκηλίδα απλώθηκε σε απόσταση 180.000 χιλιομέτρων, φτάνοντας μέχρι τις ακτές των πολιτειών Λουιζιάνα, Αλαμπάμα, Φλόριντα, Τέξας και Μισισίπι. Είχε τεράστιες επιπτώσεις στο οικοσύστημα της περιοχής για χρόνια, καθώς υπήρξε τεράστια μόλυνση και προκλήθηκε ο θάνατος πολλών πτηνών και θηλαστικών (κάποια υπό εξαφάνιση). Παράλληλα, οι άνθρωποι που συμμετείχαν στον καθαρισμό της πετρελαιοκηλίδας εμφάνισαν ερεθισμό στο λαιμό, ναυτία, αίμα στα ούρα, εμετούς, υπέρταση και αναπνευστικές δυσκολίες.
Το 2011, η αρμόδια επιτροπή του Λευκού Οίκου, στο πόρισμα της, κατηγορούσε την ΒΡ για πρακτικές συρρίκνωσης του κόστους μέσω της μείωσης των συστημάτων ασφαλείας κι ανέφερε ότι «σε αυτό συνέβαλλαν συστημικές αιτίες και η απουσία σημαντικών μεταρρυθμίσεων από πλευράς εταιρείας και κυβέρνησης, που είναι πιθανό να ξανασυμβούν».
Εμπειρία υπάρχει και στην Ελλάδα: Η μόλυνση που προέκυψε από τη βύθιση του πλοίου «Αγία Ζώνη 2», τον Σεπτέμβριο του 2017 στη Σαλαμίνα, παρ’ όλο που εκτελούνταν προγραμματισμένη μεταφορά πετρελαίου, είχε παρόμοια αποτελέσματα για το οικοσύστημα του Σαρωνικού και ζήσαμε μαύρες σκηνές από το μέλλον των εξορύξεων.
Μήπως, όμως, οι εξορύξεις συνιστούν ανάπτυξη προς όφελός μας; Κλιμάκια κυβερνητικών και καλοπληρωμένων επιστημόνων των εταιρειών, ως περιοδεύων θίασος που δίνει παραστάσεις σε Γιάννενα και Θεσπρωτία, προσπαθούν να μας πείσουν για την «εθνικής σημασίας» επένδυση, για τα οφέλη που θα έχει η «εθνική μας οικονομία» και τις θέσεις εργασίας (150 αναφέρονται στη μελέτη) που θα έχει η φτωχότερη περιφέρεια της Ευρώπης, η Ήπειρος. Οι περίπου 11.500 γεωτρήσεις σε μήκος 575 χλμ. θα γίνονται κάθε 50 μέτρα με την μέθοδο των εκρήξεων (οχτώ κιλά εκρηκτικού TNT σε κάθε γεώτρηση), ενώ προβλέπεται η αποψίλωση εκατοντάδων χιλιάδων στρεμμάτων δασικής έκτασης με σκοπό την κατασκευή 220 ελικοδρομίων και τη διάνοιξη δρόμων για τις ανάγκες των γεωτρήσεων.
Από τα παραπάνω αποδεικνύεται περίτρανα ότι εξόρυξη σημαίνει τεράστια περιβαντολλογική καταστροφή και, κατά συνέπεια, καταστροφή εκατοντάδων χιλιάδων θέσεων εργασίας σε τουρισμό, αλιεία, κτηνοτροφία, γεωργία. Επίσης, θα είχε ανυπολόγιστες συνέπειες στην υγεία των κατοίκων των περιοχών αυτών. Οι θέσεις εργασίας που θα δημιουργηθούν λόγω της εξόρυξης θα είναι ελάχιστες και κακοπληρωμένες. Μάλιστα, σε ένα κρεσέντο ειρωνείας, οι εκπρόσωποι της BP το 2016 δήλωναν ότι μια διαρροή πετρελαίου στον μεγάλο κόλπο της Αυστραλίας θα έδινε μεγάλη ώθηση στην τοπική οικονομία, λόγω των θέσεων εργασίας που θα προέκυπταν από τον καθαρισμό των ακτών…
Η απάντηση από την τοπική κοινωνία της Ηπείρου ήταν άμεση, καθώς δημιουργήθηκαν σε κάθε νομό επιτροπές αγώνα ενάντια στα πετρέλαια. Στην Θεσπρωτία, το κίνημα αναπτύσσεται και η ανοιχτή «ομάδα πρωτοβουλίας ΕΝΑΝΤΙΑ στην εξόρυξη», με παρεμβάσεις στα χωριά, τις πόλεις, σε δημοτικά συμβούλια και ημερίδες, βάζει τις βάσεις για την άμεση απάντηση στα παραπάνω σχέδια. Οι δράσεις αυτές είναι που ανησυχούν τους «επενδυτές» και τους κολαούζους τους.