Γιώργος Κρεασίδης
Ανάλυση της κοινωνικής και πολιτικής κατάστασης και χάραξη ενός δρόμου αντικαπιταλιστικής ανατροπής, με γνώμονα τα εργατικά λαϊκά δικαιώματα και συμφέροντα, χαρακτηρίζουν τις Θέσεις για την 4η Συνδιάσκεψη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, που δόθηκαν στη δημοσιότητα. Ανειρήνευτη είναι η πάλη ανάμεσα στην εργατική και την αστική «έξοδο» από την βαθιά καπιταλιστική κρίση, τονίζεται.
Με τη δημοσίευση των Θέσεων του Πανελλαδικού Συντονιστικού έχει δρομολογηθεί η διαδικασία της 4ης Συνδιάσκεψη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και ξεκινά ο διάλογος στις τοπικές και κλαδικές επιτροπές. Παράλληλα, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ επιδιώκει να δώσει στη συζήτηση για τις Θέσεις δημόσια διάσταση με ευρύτερη συμμετοχή των αγωνιστών της μαχόμενης Αριστεράς και του κινήματος.
Εξάλλου με την παρέμβασή της για μια αντικυβερνητική, αντιιμπεριαλιστική, αντιεθνικιστική απάντηση στις εξελίξεις γύρω από το «μακεδονικό» και τις σχετικές δηλώσεις και κινητοποιήσεις οργανώσεων της Αριστεράς, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ έδειξε ότι είναι σε θέση να παίρνει πρωτοβουλίες, να συμβάλλει προωθητικά στη συζήτηση και να δρομολογεί κινητοποιήσεις με μαζικά χαρακτηριστικά και ευρύτερη συσπείρωση.
Βάση και αφετηρία της συζήτησης που επιδιώκει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ με τις Θέσεις της 4ης Συνδιάσκεψης είναι η απάντηση της μαχόμενης Αριστεράς και του κινήματος συνολικά στο ερώτημα πώς θα αντιπαλέψουμε την επίθεση κυβέρνησης, ΕΕ και κεφαλαίου, πώς θα υπερασπιστούμε δικαιώματα και θα αποσπάσουμε κατακτήσεις, πώς θα συνδεθεί ο καθημερινός αγώνας με την πάλη για μια κοινωνία με τον πλούτο και την εξουσία στους εργαζόμενους.
Το κείμενο των Θέσεων βάζει το κρίσιμο δίλημμα της περιόδου με σαφή τρόπο: «Μπροστά στους εργαζόμενους και τον λαό ανοίγονται δύο δρόμοι: Είτε οι αστικές μνημονιακές πολιτικές δυνάμεις, παλιές και νέες, θα επιβάλουν τη δική τους ‘’έξοδο’’ από την καπιταλιστική κρίση πάνω στις πλάτες της εργατικής τάξης και του λαού, είτε το εργατικό κίνημα και ο λαός θα επιβάλουν τη δική τους αντικαπιταλιστική διέξοδο αναγκάζοντας τους καπιταλιστές να πληρώσουν το κόστος» (Θέση 37).
Η διέξοδος θα είναι αντικαπιταλιστική
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ είναι κυβέρνηση δουλικής εξυπηρέτησης των αστικών συμφερόντων. Έχει πάρει το «χρίσμα» από ΕΕ και ΗΠΑ, από ντόπιο και ξένο κεφάλαιο, εκτιμούν οι Θέσεις.
Οι Θέσεις του ΠΣΟ της ΑΝΤΑΡΣΥΑ (ολόκληρες στο www.antarsya.gr) εκτιμούν πως διαψεύδονται οι εκτιμήσεις για σταθεροποίηση στην Ελλάδα και διεθνώς. Αναζητώντας την αντικειμενική βάση της αντιλαϊκής πολιτικής, υπογραμμίζουν πως δέκα χρόνια από το ξέσπασμα της καπιταλιστικής κρίσης, η συνταγή με τις διασώσεις των τραπεζών από κρατικό χρήμα σε συνδυασμό με τις νεοφιλελεύθερες «μεταρρυθμίσεις», δηλαδή αντιδραστικές καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις σε όλα τα πεδία, δε βάζουν το σύστημα σε τροχιά ανάπτυξης. Σε αυτό το έδαφος οξύνονται οι ενδοϊμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί και πολλαπλασιάζονται οι πολεμικές εστίες, ενώ αναβαθμίζεται ο πολύμορφος αυταρχισμός στις κοινωνίες. Όψη της πολιτικής κρίσης είναι και η εμφάνιση της ακροδεξιάς και των φασιστών.
Κάτω από την επιφάνεια των καθησυχαστικών διαβεβαιώσεων, το δήθεν «ξεπέρασμα της κρίσης» δεν είναι παρά μια αναιμική ανάκαμψη, ενώ η προοπτική μιας νέας ύφεσης είναι κάτι παραπάνω από υπαρκτή. Ο σημερινός καπιταλισμός, εκτιμούν οι Θέσεις, δεν επιδέχεται λύσεις «κεϋνσιανού τύπου», γι’ αυτό η σοσιαλδημοκρατία συντάσσεται στο νεοφιλελευθερισμό και ο ΣΥΡΙΖΑ ακολουθεί αυτόν το δρόμο. Η αντικαπιταλιστική πρόταση λοιπόν πηγάζει από την οξύτητα και το χαρακτήρα των αντιθέσεων του σημερινού καπιταλισμού.
Σε αυτό το τοπίο μπήκε σε κρίση και η διαδικασία της ευρωπαϊκής καπιταλιστικής ολοκλήρωσης, με αποτέλεσμα να έρχεται σαν απάντηση η παραπέρα αντιδραστική θωράκιση της λειτουργίας της ΕΕ. Για να αποδειχτεί ξανά πως «οι εξελίξεις καταρρίπτουν κάθε απάτη περί δυνατότητας της ΕΕ να αλλάξει σε φιλολαϊκή κατεύθυνση» (Θέση 4).
Στο κείμενο εκτιμάται πως η εκλογή Τραμπ εκφράζει την τάση μερίδας του κεφαλαίου για επιστροφή στην «εθνική βάση», με την επιδίωξη στήριξης, «οικονομικού πολέμου» και «προστατευτισμού», ενώ αναπτύσσεται η εθνική και ρατσιστική ρητορική. Προφανώς,εξηγούν οι Θέσεις, δεν έχουμε το «τέλος της παγκοσμιοποίησης», αλλά κρίση της υπάρχουσας καπιταλιστικής διεθνοποίησης και μια προσπάθεια ανασυγκρότησής της. Η τάση αυτή, σε διαφορετικό βαθμό, εκφράζεται διεθνώς στις αστικές πολιτικές δυνάμεις, είτε εμφανίζονται ως εθνικιστές είτε ως κοσμοπολίτες.
Για το λόγο αυτό, επισημαίνουν οι Θέσεις, «χρειάζεται αυστηρός διαχωρισμός από όλες αυτές τις αστικές δυνάμεις. Το περιεχόμενο της ‘’εθνικής’’ και ‘’αντιπαγκοσμιοποιητικής’’ τους πολιτικής είναι βαθύτατα αντιδραστικό» (Θέση 7). Η έμφαση των Θέσεων στις περιβαλλοντικές καταστροφές,τις σεξιστικές διακρίσεις και τα φαινόμενα έμφυλης βίας, δεν είναι απλά εμπλουτισμός θεματολογίας, αλλά συμπληρώνουν το πανόραμα των εξελίξεων στον καπιταλισμό.
Για τις Θέσεις η «στρατηγική κομμουνιστική απάντηση στην καπιταλιστική ΤΙΝΑ είναι ο δρόμος της εργατικής και λαϊκής αντεπίθεσης, της συγκέντρωσης πρωτοπόρων κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων, της ανατροπής των κοινωνικών και πολιτικών συσχετισμών, της ανατροπής της αντιλαϊκής επίθεσης και των διαχειριστών της αστικής εξουσίας και κυριαρχίας, με την εργατική αντικαπιταλιστική επανάσταση, που έχει ως τελικό στόχο την σοσιαλιστική-κομμουνιστική νέα κοινωνία».
Η εκτίμηση στο κείμενο για την κυβέρνηση Α. Τσίπρα είναι ότι αποτελεί κυβέρνηση δουλικής εξυπηρέτησης των αστικών συμφερόντων. Βρίσκεται σε ρήξη με την Αριστερά. Έχει πάρει το «χρίσμα» από ΕΕ και ΗΠΑ, από ντόπιο και ξένο κεφάλαιο ως η κυβέρνηση που μπορεί να περάσει τα αντιλαϊκά μέτρα.
Η σχέση του ΣΥΡΙΖΑ με τις λαϊκές μάζες που τον στήριξαν θα μπαίνει σε όλο και πιο βαθιά δοκιμασία, καθώς «ως κόμμα έχει ‘’διαβεί τον Ρουβίκωνα’’ στην αστική, συστημική, ευρωμνημονιακή πολιτική και η διαδικασία αυτή είναι ανεπίστρεπτη» (Θέση 19).
Στις συνθήκες αυτές το κείμενο εκτιμά πως «το εργατικό και λαϊκό κίνημα έχει δεχτεί ήττα, αλλά όχι οριστική και υπάρχει η δυνατότητα αντεπίθεσης του» (θέση 17), καθώς παρά την υποχώρηση σε κρίσιμα μέτωπα εκδηλώνονται σημαντικές αντιστάσεις (ΟΤΑ, αξιολόγηση στο δημόσιο, πλειστηριασμοί κ.λπ.), ενώ η δυσαρέσκεια από το ΣΥΡΙΖΑ δεν φουσκώνει τα πανιά ενός ανερχόμενου συντηρητικού ρεύμα. Κυρίως όμως γιατί υπάρχει ένα σημαντικό δυναμικό που αναζητά τις βαθύτερες πολιτικές αιτίες της ενσωμάτωσης του ΣΥΡΙΖΑ. Οι Θέσεις εκτιμούν πως «η εργατική τάξη συνεχίζει να απορρίπτει μαζικά την αστική μνημονιακή πολιτική», οπότε είναι κρίσιμο να αναδειχτούν οι δυνατότητες της περιόδου, κόντρα στη λογική ότι «όλα είναι μαύρα» και «δεν γίνεται τίποτα», τοn προθάλαμο υπόκλισης στον κοινοβουλευτισμό.
Εξάλλου πρέπει να ξεπεραστεί το κλίμα απογοήτευσης και η υποχώρηση των αγώνων, ενόψει όχι μόνο της εφαρμογής των ψηφισμένων μέτρων, αλλά και όσων έρχονται με την 4η αξιολόγηση και τη δήθεν «έξοδο από τα μνημόνια».
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ θα συζητήσει με όρους μάχης για αυτά. Εκτιμά ότι δεν αντιμετώπισε βαθύτερα το ρεφορμιστικό ρεύμα συγκροτώντας γύρω της ένα πιο βαθύ κοινωνικά και πολιτικά αντικαπιταλιστικό ρεύμα. Υποστηρίζει ότι για την «αποσυριζοποίηση της Αριστεράς», χρειάζεται βαθύτερη αντιμετώπιση των στοιχείων ρεφορμιστικής ηγεμονίας που οδήγησαν στην επικράτηση του ΣΥΡΙΖΑ.
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ θα πρωτοστατήσει στην κλιμάκωση της πάλης του εργατικού κινήματος, με αποφασιστική στήριξη απεργιών και αγώνων, αλλά και την επικαιροποίηση του εργατικού προγράμματος πάλης,
Προϋπόθεση είναι η ταξική συσπείρωση πρωτοβάθμιων σωματείων, επιτροπών αγώνα συνελεύσεων, για οργάνωση, συντονισμό και κλιμάκωση των αγώνων από τα κάτω και συμβολή σε ένα σταθερό Συντονισμό. Δεν πρόκειται για «αντικαπιταλιστική παραξενιά», αλλά αναγκαιότητα και διέξοδος «από τα κάτω» για την ενωτική, αγωνιστική στάση. Επιδιώκεται η ισχυροποίηση των ταξικών, αντικαπιταλιστικών σχημάτων. Σχετικά με αυτά, οι Θέσεις επιμένουν πως «αρνούμαστε λογικές ενοποίησης ή διάσπασης στη βάση κομματικών σχεδίων ή “κομματικών ταυτοτήτων”» (Θέση 31). Μεγάλης σημασίας θεωρείται η συμμετοχή στις αντιφασιστικές, αντιρατσιστικές μάχες, στο κίνημα ενάντια στην έμφυλη καταπίεση.
«Πάνω σε αυτή τη βάση διαμορφώνεται η πολιτική απεύθυνση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ προς τους εργαζόμενους και προς όλες τις δυνάμεις που παλεύουν για τα εργατικά και λαϊκά συμφέροντα σε λογική ρήξης με το μαύρο μέτωπο κεφαλαίου-ΕΕ-ΔΝΤ και τον ιμπεριαλισμό, για μια σοσιαλιστική χειραφετητική προοπτική, για μια άλλη αριστερά, για την οικοδόμηση του αντικαπιταλιστικού μετώπου/πόλου», ξεκαθαρίζει το κείμενο.
Δρόμοι οικοδόμησης του αντικαπιταλιστικού μετώπου/πόλου θεωρούνται: «i) πρωτοβουλίες κοινής δράσης στα πλαίσια του αγωνιστικού μετώπου, ii) πολιτικές πρωτοβουλίες και πολιτικός συντονισμός σε κεντρικά μέτωπα της ταξικής πάλης με στόχο τη συσπείρωση δυνάμεων, iii) πρωτοβουλίες διαλόγου για το αντικαπιταλιστικό μέτωπο/πόλο, iv) οι συνολικές προτάσεις πολιτικής συνεργασίας, των αντικαπιταλιστικών, αντιιμπεριαλιστικών, αντιΕΕ δυνάμεων».
Ιδιαίτερη πλευρά της πολιτικής της ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι η πρόταση «Για ένα κοινό πολιτικό βηματισμό, την κοινή δράση, τον διάλογο και την πολιτική συνεργασία των αντικαπιταλιστικών, αντιιμπεριαλιστικών, αντι-ΕΕ δυνάμεων και των δυνάμεων της ανατροπής». Αυτή δε θέτει ως προαπαιτούμενο την αποδοχή της προοπτικής του αντικαπιταλιστικού πόλου, ούτε τη συμφωνία για την επαναστατική αλλαγή.
Σημαντικές θεωρούνται από τις Θέσεις οι πρωτοβουλίες κοινής δράσηςστο κίνημα. Για ΚΚΕ και ΛΑΕ εκτιμάται πως με βάση την πολιτική και την μετωπική τους πρόταση δεν υπάρχουν προϋποθέσεις συνολικής πολιτικής συνεργασίας, ενώ οι Θέσεις κάνουν σαφές πως «δεν έχουμε διαφορετική τακτική στις εκλογές και διαφορετική στις πολιτικές συνεργασίες» (Θέση 45).
Αυτοκριτική εξέταση της πορείας του μετώπου
Αδύναμη η λειτουργία των τοπικών επιτροπών, έλλειμμα στην ενιαία δράση
Στις Θέσεις του ΠΣΟ γίνεται μια αναλυτική αποτίμηση δράσης, εντοπίζονται οργανωτικές αδυναμίες και προτείνονται βασικοί δρόμοι ανασυγκρότησης και διεύρυνσης. Γεννημένη το 2009 τα πρώτα χρόνια της καπιταλιστικής κρίσης, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ «εξασφάλισε την αυτοτέλεια της επαναστατικής, αντικαπιταλιστικής Αριστεράς και τη δυνατότητά της να παρεμβαίνει», τονίζεται.
Συνέβαλε αποφασιστικά στην ανάδειξη της διεθνιστικής ρήξης με ευρώ και Ευρωπαϊκή Ένωση και της διαγραφής του χρέους. Έφτασε μακριά το μήνυμα της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς, κόντρα στις αυταπάτες για «αριστερή κυβέρνηση» και κοινοβουλευτικό δρόμο. Διατηρήθηκε αυτοτελής, παρά τις πιέσεις για ψαλίδισμα του αντικαπιταλισμού. Διαδραμάτισε πρωτοπόρο ρόλο σε πολλούς κοινωνικούς αγώνες.
Οι Θέσεις επισημαίνουν πως στις πρωτόγνωρες καταστάσεις όπου δοκιμαζόταν η ικανότητά της να προσαρμόζει τη στρατηγική, ανέλυσε τη νέα κατάσταση χαράσσοντας μια γενικά σωστή τακτική πέρα από λάθη και αδυναμίες στην ανάπτυξή της. Αδύναμη κρίνεται η αυτοτελής παρουσία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, παρά τη συνεισφορά της ενωτικής τακτικής και τη συμβολή στην κοινή δράση μαχόμενων δυνάμεων, έστω και με «ασυνέχειες».
Οι διάχυτες τάσεις απογοήτευσης και η απολυτοποίηση των δυσκολιών είχαν επίδραση, ενώ υποτιμήθηκαν σοβαρά μέτωπα πάλης. Στις συνθήκες αυτές προβλήματα αντιμετώπισαν οι Τοπικές Επιτροπές της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, σαν έκφραση μιας φτωχής εσωτερικής ζωής. Επισημαίνεται ότι δεν υλοποιήθηκαν σημαντικές οργανωτικές αποφάσεις της προηγούμενης Συνδιάσκεψης, ενώ σαν ειδικό πρόβλημα διαπιστώνεται η έλλειψη ενιαιότητας στη δράση.
Σαν βήματα αναζωογόνησης προτείνονται η βαθύτερη επεξεργασία αντικαπιταλιστικού προγράμματος, η μαχητική παρέμβαση στο κίνημα, η δουλειά για άμεσα βήματα πολιτικής συνεργασίας ευρύτερων δυνάμεων της ανατροπής. Κεντρική ιδέα για την ανασυγκρότηση είναι οι «δυνατές κλαδικές και τοπικές επιτροπές, που θα συζητούν συλλογικά και θα οργανώνουν τη δράση τους στο τομέα ευθύνης τους». Με πλούσια εσωτερική ζωή, ανοιχτές για ένα πλατύ δυναμικό αγωνιστών.
Πάλη για ανατροπή ευρω-μνημονίων αναδιαρθρώσεων και επιτροπείας
Οι Θέσεις αναδεικνύουν το στόχο πάλης «για το ψωμί, την δουλειά, την ειρήνη, τις λαϊκές ελευθερίες και τα δικαιώματα της εποχής μας, για την αντικαπιταλιστική ανατροπή της ευρωμνημονιακής επίθεσης κυβέρνησης – κεφαλαίου – ΕΕ – ΔΝΤ, των αντιδραστικών καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, της επιτροπείας, του πολεμικού κινδύνου και των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών, της επίθεσης στα δημοκρατικά δικαιώματα», ώστε να ανοίξει ο δρόμος της επαναστατικής αλλαγής της κοινωνίας.
Τονίζεται πως «βάση της πολιτικής μας είναι το αντικαπιταλιστικό μεταβατικό πρόγραμμα», που απευθύνεται στο κίνημα, γεφυρώνοντας τις σημερινές διεκδικήσεις με την ανατροπή. Στοιχείο του προγράμματος είναι η απάντηση στο «ποιος θα το υλοποιήσει» (θέση 38). Προωθείται με την καθημερινή πάλη, αλλά συνολικά μπορεί να το υλοποιήσει «η εξουσία και η κυβέρνηση των οργάνων του εργατικού και λαϊκού κινήματος», υπογραμμίζεται.
Βασικοί άξονες είναι η παύση πληρωμών και η διαγραφή του χρέους, η μονομερής κατάργηση Μνημονίων, δανειακών συμβάσεων και εφαρμοστικών νόμων, η κρατικοποίηση τραπεζών και επιχειρήσεων, η αντίθεση στις ιδιωτικοποιήσεις, η έξοδος από ευρώ-ΕΕ,η απελευθέρωση από την επιτροπεία ΕΕ-ΔΝΤ, ο εργατικός έλεγχος και η πάλη για τη ριζική βελτίωση της θέσης των εργαζομένων σε βάρος του κεφαλαίου.
Σταθερά σημεία είναι η πάλη για δημοκρατικές ελευθερίες και δικαιώματα, το μέτωπο για έξοδο από το ΝΑΤΟ, ενάντια σε πόλεμο, εθνικισμό, ρατσισμό, φασισμό, ιμπεριαλισμό, τον αντιδραστικό και από τις δύο πλευρές ελληνοτουρκικό ανταγωνισμό. Δίκαιη λύση στο Κυπριακό χωρίς ξένους στρατούς και βάσεις.
Οι Θέσεις προτείνουν να πραγματοποιηθεί καμπάνια για το αντικαπιταλιστικό μεταβατικό πρόγραμμα ώστε να γίνει πλατύτερα γνωστό, αλλά και νικηφόρο όπλο στους αγώνες, δρόμος ευρύτερης συσπείρωσης.