του Δημήτρη Σταμούλη
Ο τρόπος που η κυβέρνηση σκέφτηκε να δράσει με την απεργοκτόνο (ν)τροπολογία είναι άκρως ενδεικτικός των προθέσεών της, αντιγράφοντας τις πιο άθλιες πρακτικές του σύγχρονου αστικού κοινοβουλευτικού ολοκληρωτισμού της εποχής μας.
Επίθεση κατά μέτωπο στο πιο στοιχειώδες δικαίωμα των εργαζομένων να αντιστέκονται και να διεκδικούν από τον εργοδότη, την κυβέρνηση και το κεφάλαιο τα δικαιώματά τους εξαπέλυσε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, την περασμένη εβδομάδα, επιχειρώντας ένα στρατηγικό κτύπημα στο μαχόμενο ταξικό εργατικό κίνημα, που όμοιό του δεν έχουμε γνωρίσει τις τελευταίες δεκαετίες. Η «γλυκιά τριαντάρα» υπουργός Εργασίας Έφη Αχτσιόγλου μέσα σε μια νύχτα μεταμορφώθηκε σε «κακάσχημο» γερο-Λάσκαρη, ο οποίος πριν από ακριβώς 40 χρόνια, ως υπουργός Εργασίας της ΝΔ του Κ. Καραμανλή, επιχείρησε με τον περιβόητο νόμο 330 να «καταργήσει την ταξική πάλη». Δεν είχε κανέναν ενδοιασμό στο «παρά πέντε» και σε άσχετο νομοσχέδιο άλλου υπουργείου, να κατεβάσει τροπολογία για τον τρόπο με τον οποίο θα λαμβάνονται οι αποφάσεις για την κήρυξη απεργίας. Σε ένα μόλις άρθρο, ήθελαν να ψηφίσουν ότι θα απαιτείται ειδική απαρτία κατά τις γενικές συνελεύσεις πρωτοβάθμιων συνδικαλιστικών οργανώσεων σε περίπτωση συζήτησης και λήψης απόφασης κήρυξης απεργίας: «Απαιτείται η παρουσία τουλάχιστον ενός δευτέρου (1/2) των οικονομικά τακτοποιημένων μελών της συνδικαλιστικής οργάνωσης». Ουσιαστικά, η κυβέρνηση επιδιώκει να καταργήσει το άρθρο 8 του νόμου 1264/1982, που προβλέπει πως για να ληφθεί απόφαση στις συνελεύσεις των σωματείων απαιτείται η παρουσία τουλάχιστον του 1/3 των οικονομικά τακτοποιημένων μελών ή του 1/4 ή ακόμη και του 1/5 αν δεν υπάρχει απαρτία. Στα πλάνα της κυβέρνησης ήταν η τροπολογία να ψηφιζόταν την επομένη, υλοποιώντας κατά γράμμα τα «συμφωνηθέντα» με τους δανειστές.
Στόχος της κυβέρνησης δεν είναι άλλος από το να καταργήσει στην πράξη το δικαίωμα στην απεργία! Μάλιστα δεν είναι τυχαίο ότι εστιάζει το «ενδιαφέρον» της –σε αυτή τη φάση τουλάχιστον– στα πρωτοβάθμια σωματεία. Εκεί άλλωστε είναι δυνατή υπό προϋποθέσεις η μαζική έκφραση των αγωνιστικών διαθέσεων της εργατικής βάσης, καθώς πιο εύκολα σπάνε οι λογικές και οι πρακτικές της αστικοποιημένης συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας των ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ και δευτεροβάθμιων οργανώσεων που ελέγχονται από τις δυνάμεις του κυβερνητικού και εργοδοτικού συνδικαλισμού. Αρκεί να θυμηθούμε τις πιο πρόσφατες μαχητικές απεργίες στο μετρό, στην βιομηχανία Σκοτ, παλιότερα στην Ελληνική Χαλυβουργία και τόσες άλλες μικρές και μεγάλες μάχες που έχουν σηκώσει στις πλάτες τους πρωτοβάθμια ταξικά σωματεία μέσα από αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες, γενικές συνελεύσεις και απεργιακές επιτροπές.
Για να θολώσει τα νερά η κυβέρνηση έσπευσε να διαβεβαιώσει πως παραμένει σε ισχύ το άρθρο 20 του συνδικαλιστικού νόμου, σύμφωνα με το οποίο η απεργία στις πρωτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις κηρύσσεται με απόφαση της …γενικής συνέλευσης! Η υπουργός μάλιστα είπε ότι το όλο θέμα που προκύπτει είναι «αρκετά περιορισμένο» και ότι « το νόημα είναι η ουσιαστική συμμετοχή των εργαζόμενων»! Αιδώς Αργείοι! Ένας κυβερνητικός συνασπισμός με πραγματικό ποσοστό λίγο πάνω από 20% επί όσων έχουν δικαίωμα ψήφου, που στηρίζεται σε «μπόνους» 50 εδρών του εκλογικού νόμου, απαιτεί από τα πρωτοβάθμια σωματεία το 50%+1 επί των οικονομικά εντάξει μελών τους! Μήπως θέλουν να τους ευχαριστήσουν τα σωματεία που δεν θέσπισαν και κάποια υπουργική επιτροπή αντιαπεργιακής …λογοκρισίας, που θα αποφασίζει αυτή εάν και πότε θα κάνουν απεργία οι εργαζόμενοι; Αλλά ακόμα και αυτός ο ισχυρισμός για τα πανελλαδικά σωματεία είναι έωλος, διότι με βάση τα καταστατικά αρκετών σωματείων σε μεγάλες επιχειρήσεις με πολλά υποκαταστήματα ανά την Ελλάδα, όπως, για παράδειγμα, τράπεζες, σούπερ μάρκετ και πολυκαταστήματα, ή κλαδικά σωματεία, θα πρέπει να στήνονται πανελλαδικά κάλπες σε μια διαδικασία με χαρακτήρα «δημοψηφίσματος», χωρίς ουσιαστική συζήτηση και με άμεση τη δυνατότητα χειραγώγησης της βούλησης των εργαζομένων από εργοδοσία ή και κράτος, καθιστώντας έτσι αδύνατη την απεργιακή κινητοποίηση. Κάποιοι στην κυβέρνηση ανταπαντούν ότι σε αυτό το στάδιο, για να ληφθεί μια απόφαση για απεργία, θα μπορεί να παρέμβει τελικά το δευτεροβάθμιο ή ακόμη και το τριτοβάθμιο σωματείο. Ωστόσο, είναι γνωστός ο απεργοσπαστικός ρόλος πολλών τέτοιων οργανώσεων, ακόμα και σε αγώνες που αποφασίστηκαν από την βάση με συνελεύσεις, όπως για παράδειγμα, έπραξε η ΟΛΜΕ στην απεργία του 2013.
Στο πλευρό της κυβέρνησης τάσσεται αναφανδόν ο ΣΕΒ και το κεφάλαιο, με τον πρόεδρο Θ. Φέσσα ήδη από το 2016 να διαλαλεί πως ο εργασιακός νόμος είναι …παλιός και ότι χρειάζεται …εκδημοκρατισμός στα συνδικάτα! Μιλούν για δημοκρατία στα σωματεία, αυτοί που διώκουν το στοιχειώδες εργατικό δικαίωμα μέσα στους χώρους δουλειάς, που σε κάθε απεργία φέρνουν τα ΜΑΤ, που απολύουν όσους τολμούν να …μιλήσουν. Από κοντά, υπέρ του αντεργατικού εκτρώματος, είναι και η ΝΔ, με τον Άδωνη να δηλώνει πως …δεν κρατιέται να ψηφίσει την τροπολογία.
Γιατί όμως τέτοια πρεμούρα κυβέρνησης, αντιπολίτευσης και ΣΕΒ για την καταστολή του απεργιακού δικαιώματος; Τι είναι αυτό που φοβούνται όταν ο έλεγχος στην εργατική βάση είναι ασφυκτικός από τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία; Γιατί οι «δανειστές» ΕΕ-ΔΝΤ έσπευσαν αμέσως να υπενθυμίσουν στην κυβέρνηση την απόλυτη τήρηση των «συμφωνηθέντων στην Αθήνα» καθώς «στράβωσαν» όταν έμαθαν πως αποσύρθηκε έστω και για λίγο η επαίσχυντη τροπολογία;
Η άγρια μνημονιακή πολιτική που εφαρμόζει και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ΑΝΕΛ δημιουργεί τις αντικειμενικές προϋποθέσεις για νέες εργατικές εκρήξεις με απρόβλεπτες συνέπειες για το κυρίαρχο σύστημα της εκμετάλλευσης. Τα υπόγεια κύματα οργής αναζητούν δρόμους έκφρασης και η πιο πιθανή διέξοδός τους στο προσκήνιο είναι μέσα από πρωτοβάθμια σωματεία και ανεξάρτητες συλλογικότητες της εργατικής βάσης. Από αυτές τις τάσεις επιχειρεί να προστατευτεί το σύστημα καταστέλλοντας το απεργιακό δικαίωμα, ορθώνοντας εμπόδια στην αγωνιστική έκφραση και αντίσταση του κόσμου της δουλειάς και του αγώνα.
Η κυβέρνηση ασφαλώς θορυβήθηκε από την αρχική έκταση των αντιδράσεων από ταξικά σωματεία, και εργαζόμενους, από την πρωτοβουλία για το συντονισμό των πρωτοβάθμιων σωματείων, από το ΠΑΜΕ και άλλες συλλογικότητες. Αλλά είναι σαφές ότι έως τις γιορτές, όπως η ίδια άλλωστε διαμήνυσε, θα επανέλθει με την ίδια ακριβώς τροπολογία, αφού πρώτα διασφαλίσει την απόλυτη συναίνεση όλων των βουλευτών της. Ο χρόνος δεν είναι πολύς. Το ταξικό εργατικό κίνημα πρέπει να δώσει μια μεγάλη, δυναμική απεργιακή απάντηση στις 14 Δεκέμβρη!
Κόβουν από κάποιους, για να δώσουν σε άλλους
Η κυβέρνηση προκειμένου να χρυσώσει το χάπι του νέου αντεργατικού προϋπολογισμού άγριας λιτότητας και φορομπηξίας για εργαζόμενους και συνταξιούχους, αλλά και να κάνει πιο «εύπεπτο» το απεργιοκτόνο νομικό πλαίσιο λειτουργίας των πρωτοβάθμιων σωματείων, παρουσίασε πριν από λίγες ημέρες μια σειρά από δήθεν φιλολαϊκά μέτρα. Ωστόσο, πίσω από όλα αυτά κρύβονται τα ματωμένα πλεονάσματα και η λεηλασία χρόνων της δουλειάς και του μόχθου λαού και εργαζομένων.
Η κυβέρνηση παρουσίασε πως θα αυξήσει τα οικογενειακά επιδόματα κατά 260 εκατ. ευρώ, ενώ πρόβαλε δεόντως και την εικόνα της αύξησης από 40 σε 70 ευρώ ανά τέκνο το μήνα! Η πραγματικότητα δεν είναι βέβαια αυτή καθώς από το 2018 αλλάζουν και γίνονται πιο αυστηρά τα κριτήρια. Πάνω από 70.000 τρίτεκνοι και πολύτεκνοι θα έχουν απώλειες καθώς χάνουν τελείως το επίδομα τη νέα χρονιά και από αυτή την κατηγορία θα μείνουν με επίδομα σχεδόν 40.000 δικαιούχοι. Ταυτόχρονα καταργούνται και τα 500 ευρώ της ειδικής στήριξης, τα οποία θα δοθούν φέτος για τελευταία φορά. Πρακτικά, το περίσσευμα της περικοπής αυτών των νοικοκυριών θα δοθεί σε οικογένειες με ένα και δύο παιδιά, αυξάνοντας τα ποσά. Να ορισμένα παραδείγματα της «εσωτερικής ανακατανομής»: Οικογένεια με 2 παιδιά και εισόδημα 20.000 ευρώ παίρνει με το νέο καθεστώς 56 ευρώ το μήνα, ενώ με το παλιό έπαιρνε 53 ευρώ το μήνα. Όμως οικογένεια με 3 παιδιά και εισόδημα 25.000 ευρώ θα παίρνει 112 ευρώ το μήνα από 1ης/1/2018, ενώ με το παλιό καθεστώς έπαιρνε 165 ευρώ. Το επίδομα δηλαδή που θα λαμβάνει από 1ης/1/2018 μειώνεται κατά 33%! Επίσης, οικογένεια με 3 παιδιά και εισόδημα 35.000 ευρώ παίρνει σήμερα 125 ευρώ το μήνα επίδομα τέκνων, ενώ από το 2018 δεν θα δικαιούται επίδομα!
Το άλλο «φιλεργατικό» μέτρο των ημερών είναι η εξαγγελία της κυβέρνησης ότι στην πρώτη σειρά αποζημίωσης των πιστωτών μιας επιχείρησης επανέρχονται οι εργαζόμενοι από την 1η Ιανουαρίου 2018, με βάση τις αλλαγές στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας που συμφωνήθηκαν στην πρόσφατη συνάντηση με τους θεσμούς. Η κυβέρνηση παρουσιάζει το εν λόγω μέτρο ως την «πρώτη κατάργηση μνημονιακής μεταρρύθμισης», ενώ Δ. Τζανακόπουλος το παρουσίασε ως …«υπερ-προνόμιο των εργαζομένων»! Με βάση την εξαγγελία, ο εργαζόμενος θα μπορεί να πάρει κατά προτεραιότητα μέχρι 9.669 ευρώ (6 βασικοί μισθοί Χ 2,75). Μπορεί μέχρι τώρα προτεραιότητα είχαν οι τράπεζες, ακολουθούσαν εφορία-ασφαλιστικά ταμεία και τελευταίοι μαζί με τους «λοιπούς πιστωτές» να ξέμεναν οι εργαζόμενοι, ωστόσο το ερώτημα τι γίνεται με τα εκατομμύρια που οφείλουν οι εργοδότες σε χιλιάδες εργαζόμενους πάνω από αυτά τα ποσά δεν απαντιέται. Ούτε βέβαια γίνεται καμιά κουβέντα για τον κατώτατο μισθό, τις καταργημένες ΣΣΕ, το γλίσχρο επίδομα ανεργίας των 360 ευρώ για έναν στους δέκα ανέργους, ή το επίδομα θέρμανσης που φέτος θα το πάρουν πολύ λιγότεροι…